Δίκη Μάτι: «Η ΕΜΑΚ μου έδειξε 16 σάκους με νεκρούς στις 11 το βράδυ»
Στη σημαντική αποκάλυψη πως είχε ενημερώσει στις 11 το βράδυ, δηλαδή πριν από την περιβόητη συνέντευξη Τύπου, παρουσία του Αλέξη Τσίπρα, τον τότε αρχηγό του για 16 σάκους με νεκρούς προχώρησε σήμερα Δευτερα (22/1) στην απολογία του στη δίκη για την τραγωδία στο Μάτι στο Τριμελές Πλημμελειοδικείο της Αθήνας ο Χρήστος Λάμπρης, εναέριος συντονιστής στο ελικόπτερο «ΦΛΟΓΑ 1».
«Γύρω στις 11 το βράδυ μου έδειξε η ΕΜΑΚ 16 σάκους με νεκρούς! Ενημέρωσα αμέσως τον αρχηγό» ανέφερε χαρακτηριστικά στην απολογία του ο κατηγορούμενος στη δίκη για τη φονική πυρκαγιά στο Μάτι.
«Εγώ εκείνη την ημέρα εφάρμοσα διαταγές από εκεί και πέρα θεωρώ ότι έτσι έπρεπε να κάνω και έτσι δίδασκα και τους μαθητές μου στη σχολή. Θεωρώ ότι ένας λόγος που βρισκόμαστε εδώ κατηγορούμενοι είναι ότι ο πιλότος εξάντλησε τα μέσα που είχε στις συγκεκριμένες συνθήκες. Είναι μέσα στις τρεις πιο δύσκολες πτήσεις που έχω κάνει στη ζωή μου. Ο πιλότος του Σινούκ αρνήθηκε να πετάξει. Εμείς βρεθήκαμε κατηγορούμενοι επειδή πετάξαμε», τόνισε σε άλλο σημείο της απολογίας του ο κ. Λάμπρης.
Ο κατηγορούμενος στη συνέχεια αναφέρθηκε στην εικόνα που είχε από το ελικόπτερο «ΦΛΟΓΑ 1», την οποία μετέφερε στους ανωτέρους της για τη φωτιά στη Κινέτα αλλά και στο Μάτι όπως και για εκείνη κοντά στα διυλιστήρια της Motor Oil. «Επειδή ακούστηκαν πολλά εγώ θα σας πω τι είδα.. Είχε ανεξέλεγκτη φλόγα και έπρεπε να αντιμετωπιστεί άμεσα και να ειδοποιήσουμε και τους επίγειους», είπε και πρόσθεσε πως «είχε γίνει μια έκρηξη σε κοντινό βιομηχανικό χώρο και πλησίαζε μεγάλη φλόγα στις εγκαταστάσεις».
Ο κ. Λάμπρης υποστήριξε ακόμη πως όταν το ελικόπτερο στο οποίο επέβαινε προσγειώθηκε πήγε οδικώς στο Μάτι όπου, όπως είπε, κατέβηκε στον Ναυτικό Όμιλο και βρισκόταν πολύς κόσμος.
«Εγώ δεν εγκατέλειψα τα καθήκοντα μου. Ούτε στο γραφείο ήμουν ούτε στο σπίτι μου. Μέσα σε 40 λεπτά πήγα από την Ελευσίνα στην φωτιά για την οποία τώρα κατηγορούμαι. Ενημέρωσα για την εικόνα που είχα τους σωστούς ανθρώπους στους σωστούς χρόνους» είπε ο κατηγορούμενος, καταλήγοντας:
«Σε όλες τις πυρκαγιές που πήγα κανείς δεν άφησε μομφή ότι είμαι ευθυνόφοβος. Εάν ήμουν ευθυνόφοβος θα έπρεπε να αποφύγω τη συγκεκριμένη πυρκαγιά. Όταν έφτασα, είδα φλόγες 25 μέτρα μέσα στα σπίτια, το συγκεκριμένο φαινόμενο μας ξεπέρασε σαν πρόσωπα και μηχανισμό. Πάντα ήμασταν πίσω από πυρκαγιά.»
Στην ίδια γραμμή κινήθηκε στην απολογία του και ο κυβερνήτης του ελικοπτέρου «ΦΛΟΓΑ 1», Χρήστος Δροσόπουλος, ο οποίος εξέφρασε την πικρία του για το γεγονός ότι έχει καταστεί κατηγορούμενος, ενώ κάποια στιγμή ξέσπασε και σε κλάματα.
«Κατηγορούμαι ότι αποχώρησα στις 17:30 ενώ είχα καύσιμα και θα μπορούσα να μείνω μέχρι τις 17:50. Για εμάς που πετάμε, το αεροπλάνο πρέπει να έχει μία μίνιμουμ ταχύτητα. Είχαμε ένα εναέριο μέσο και έπρεπε να κρίνουμε ότι έπρεπε να φύγουμε για να βάλω καύσιμα. Δεν ξέραμε ποια αεροδρόμια μπορούσαν να μας εξυπηρετήσουν λόγω των καιρικών συνθηκών. Θα πρέπει να έχει καύσιμα το ελικόπτερο έτσι ώστε εάν κάνεις προσπάθεια δύο φορές αποτυχημένη να προσγειωθείς, να έχεις καύσιμα να συνεχίσεις. Κάποιοι στο δικαστήριο σας αντιμετωπίζουν το ελικόπτερο σαν να είναι αυτοκίνητο. Έχω ακούσει τα χίλια μύρια μέσα στο δικαστήριο σας εδώ και δύο χρόνια. Πετούσα σε μία θύελλα 10 με 12 μποφόρ. Εδώ, την ευσυνειδησία και την αίσθηση καθήκοντος, την κάναμε κατηγορητήριο» τόνισε ο κ. Δρακόπουλος.
Από την πλευρά του ο Γεώργιος Πορτοζούδης, τότε διοικητής της Υ.Ε.Μ.Π.Σ. (υπηρεσία εναέριων μέσων) ισχυρίστηκε πως εκείνη την ημέρα, παρά τις αντίθετες, καταγγελίες δεν εγκατέλειψε τη θέση του. Ο κατηγορούμενος ωστόσο παραδέχθηκε ότι είχε συνάντηση τις επίμαχες ώρες εντός των εγκαταστάσεων για να πραγματοποιηθεί επίσκεψη εθελοντών στη βάση.
«Είχε προγραμματιστεί ραντεβού με την κυρία Α…, υπεύθυνη για τον προγραμματισμό συνάντησης με εθελοντές. Της είπα να έρθει εκείνη την ημέρα. Της έβγαλα άδεια εισόδου. Μου είπε ότι θα έρθει με αδελφή της ή κάποιον άλλον. Ήρθε γύρω στις 6:30. Την ανέβασα στο γραφείο. Της εξήγησα για την υπηρεσία. Της έδωσα ένα αναμνηστικό, μπρελόκ και μπλουζάκι. Στη συνέχεια την κατέβασα στο ισόγειο και τους είπα πως κατεβαίνω στην πίστα με τα ελικόπτερα και τους είπα αν χρειαστεί να με καλέσουν. Ήταν ελικόπτερα δεμένα με τους μηχανικούς, πολύ δυνατός ο άνεμος και έβλεπα καπνό από Πεντέλη. Δε με ξένισε κάτι. Στη συνέχεια αποχώρησε η κυρία Α…και περίμενα να έρθει πρώτο ελικόπτερο. Ήρθε πρώτο με κύριο Αναστασόπουλο. «Μου λέει διοικητή πρέπει να κάηκαν δύο-τρεις άνθρωποι». Του λέω δεν είναι δυνατόν. Φανταστείτε την επόμενη ημέρα που μάθαμε τον αριθμό των νεκρών. Όλοι αυτοί οι άνθρωποι ήταν πατεράδες μας, μάνες μας, παιδιά μας» είπε ο κ. Πορτοζούδης.
Ο Στέφανος Κολοκούρης, τότε διοικητής της 1ης ΕΜΑΚ και μετέπειτα αρχηγός του πυροσβεστικού σώματος εξιστόρησε το ιστορικό των ενέργειων του εκείνη την ημέρα, όταν κανονικά είχε άδεια την οποία του την έκοψε ο τότε υπαρχηγός επιχειρήσεων, Βασίλης Ματθαιόπουλος.
«Αποφασίζω και λέω ότι «ναι θα ανέβω πάνω» είπε ο κ. Κολοκούρης εξηγώντας πως επιστρέφοντας είδε τη φωτιά στη Κινέτα.«Καθοδόν και μόλις περνάω διυλιστήρια βλέπω φωτιά αριστερά μου. Στο σημείο που φαίνεται μία μεγάλη κεραία. Στις 12:20 περίπου. Δεν μπορώ να ξέρω ακριβώς. Έγινα κατηγορούμενος μετά από δύο χρόνια και δεν μπόρεσα να πάρω στοιχεία από εταιρείας κινητής. Με πήρε Ματθαιόπουλος και του λέω να στείλετε εναέρια και θα μπω αμέσως στο πεδίο να αναλάβω δράση» είπε ο πρώην αρχηγός της πυροσβεστικής.
Ο κ. Κολοκούρης τόνισε στην απολογία του ότι ενώ βρισκόταν στη φωτιά της Κινέττας δεχόταν τηλεφωνήματα από κ. Ματθαιόπουλο και τον αρχηγό που τον έβαζε σε ανοικτή ακρόαση με τον Υπουργό για να ενημερωθούν. «Με πήρε ο Ματθαιόπουλος τηλέφωνο αφού είχε σουρουπώσει, με πήρε και μου λέει πάρε δέκα-δώδεκα αυτοκίνητα και ομάδα πεζοπόρων και κατευθύσου στη φωτιά Νέας Μάκρης» ανέφερε ο κ. Κολοκούρης, προσθέτοντας πως στη φωτιά της Κινέττας ακόμα υπήρχε κίνδυνος για σπίτια. «Εγώ συντονίζω και επιταχύνω να γίνει η εντολή που μου είχε δώσει ο κ. Ματθαιόπουλος» εξήγησε ο κ. Κολοκούρης. Η δίκη συνεχίζεται αύριο.