ΕΛΛΑΔΑ

Ανδρέας Αλικανιώτης: Ο ήρωας που διέσωσε συνεπιβάτες του από το δεύτερο φλεγόμενο βαγόνι στα Τέμπη

Από τη μια στιγμή στην άλλη, ο Ανδρέας Αλικανιώτης είδε τη ζωή του να αλλάζει – όπως και κάθε επιβάτης της αμαξοστοιχίας Intercity 62 που τη νύχτα της 28ης Φεβρουαρίου συγκρούστηκε μετωπικά με εμπορική αμαξοστοιχία στα Τέμπη. Το τραγικό σιδηροδρομικό δυστύχημα, που συγκλόνισε καθέναν μας και στοίχισε τη ζωή σε 57 ανθρώπους, έμελλε να τον φέρει στο επίκεντρο της δημοσιότητας, να του προσφέρει θαυμασμό από όλους όσοι έμαθαν την ιστορία του και να τον κάνει αποδέκτη μιας σειράς βραβεύσεων, με πιο πρόσφατη τη διάκρισή του ως Ευρωπαίου Πολίτη της χρονιάς.

Ήταν η αντίδρασή του, μετά τη σύγκρουση που έφερε τον νεαρό Ανδρέα στο επίκεντρο: Διότι, εκείνη τη στιγμή της απόλυτης σύγχυσης, του φόβου, του πανικού, του τρόμου, εκείνος δεν έτρεξε να γλιτώσει, όπως ίσως ενστικτωδώς θα έκαναν οι περισσότεροι. Έμεινε για να βοηθήσει, να βοηθήσει κάθε συνεπιβάτη του που βρισκόταν μαζί του εκείνη την ώρα στο δεύτερο βαγόνι του Intercity. Δεν ήταν ο μόνος, καθώς οι περισσότεροι επιβάτες προσπαθούσαν να αλληλοβοηθηθούν όσο μπορούσαν, στις ακραίες συνθήκες που επικρατούσαν. Ήταν όμως, εκείνος, που εγκατέλειψε τελευταίος το φλεγόμενο, πνιγμένο στους μαύρους καπνούς, βαγόνι.

Δείτε στο βίντεο που ακολουθεί πώς διηγήθηκε στο CNN Greece ο Ανδρέας Αλικανιώτης όσα έζησε στα Τέμπη:

Ο Ανδρέας Αλικανιώτης είναι σήμερα 21 ετών και είναι τελειόφοιτος της Ακαδημίας Εμπορικού Ναυτικού στη Μακεδονία. Γεννήθηκε και μεγάλωσε στον Βύρωνα, ενώ από πολύ μικρός ασχολούταν με τον αθλητισμό. Μάλιστα, από δύο χρονών μέχρι και τα 18 του έκανε πρωταθλητισμό στην κολύμβηση, με πανελλήνιες διακρίσεις στις εφηβικές κατηγορίες. Έχει μία μικρότερη αδερφή, που σήμερα είναι 17 ετών, ενώ οι γονείς του είναι και οι δύο εργαζόμενοι: Η μητέρα του είναι φροντιστής ατόμου με ειδικές ανάγκες και ο πατέρας του οικοδόμος.

Οι σπουδές του ήταν και ο λόγος που βρέθηκε στην αμαξοστοιχία Intercity 62 εκείνο το βράδυ της Τρίτης, 28ης Φεβρουαρίου. Ήταν η επόμενη ημέρα από το τριήμερο της Καθαράς Δευτέρας και είχε εκμεταλλευτεί το διάλειμμα, για να ζήσει κι αυτός την εμπειρία του Πατρινού Καρναβαλιού, για πρώτη φορά, όπως θυμάται. Την Τρίτη εκείνη ολόκληρη η οικογένεια τον συνόδευσε στον Σταθμό Λαρίσης, για να πάρει το τρένο και να επιστρέψει στη Θεσσαλονίκη. «Έπαιρνα πάντα το τρένο για να πάω στη Θεσσαλονίκη, γιατί ήταν ο πιο άνετος τρόπος και ο πιο οικονομικός για να ταξιδέψω», όπως μας λέει.

«Μπήκα κανονικά στο τρένο, κάθισα στη θέση μου και ήμουν μαζί με άλλο ένα παιδί, τον φίλο μου, τον Δημήτρη, τον συμφοιτητή μου. Το ταξίδι κυλούσε πολύ φυσιολογικά. Ήταν ένα κλασικό ταξίδι με το τρένο, άνετο, χαλαρό. Περνούσαμε ωραία κιόλας γιατί εγώ και ο φίλος μου Δημήτρης βρήκαμε άλλους 2 συμφοιτητές από το ίδιο έτος της σχολής μας. Καθόμασταν στους διαδρόμους, μιλούσαμε μεταξύ μας, μιλούσαμε με τον κόσμο. Με τους ελεγκτές, κάναμε πλάκες. Κάποια στιγμή στη Λάρισα, είπαν ότι θα έχει μια καθυστέρηση. Δεν κατάλαβα γιατί, ούτε είχα δώσει πολλή σημασία, απλά θυμάμαι ότι βγήκα έξω να κάνω ένα τσιγάρο, να περάσει η ώρα μέχρι να ξαναφύγουμε και να ξεπιαστώ».

«Βρισκόμαστε χωρίς φώτα, ανάποδα, μέσα στη φωτιά»

Τυχαία, η θέση που είχε κλείσει ήταν στο δεύτερο βαγόνι κι εκεί πέρασε το μεγαλύτερο μέρος του ταξιδιού, μαζί με τους φίλους του. Μέχρι που λίγο πριν τις 11:30 το βράδυ, όλα αλλάζουν.

«Θυμάμαι πάρα πολύ καλά τη στιγμή της σύγκρουσης. Είναι εικόνες που δεν μπορώ να ξεχάσω. Μέρα με τη μέρα, θυμόμουν και πιο πολλά πράγματα και μου ερχόντουσαν ακόμα πιο πολλές εικόνες. Δεν το θεωρώ κακό, με βοήθησε να λύσω πολλές απορίες μέσα στον εαυτό μου και στο μυαλό μου», ξεκινά τη διήγησή του και συνεχίζει: «Με το πού έγινε το ‘μπαμ’, εγώ ξαφνιάστηκα, δεν κατάλαβα τι ακριβώς έγινε. Νόμιζα ότι εκτροχιαστήκαμε, ότι κάτι έγινε λάθος, ότι βλέπω όνειρο ή αποκοιμήθηκα και είδα κάποιο φάντασμα, δεν ξέρω. Θυμάμαι να κοιτάω απέναντι τον φίλο μου, τον Δημήτρη, να ανοίγουμε και οι δύο τα μάτια μας, να τα γουρλώνουμε. Και μέσα σε κλάσματα δευτερολέπτου, βρισκόμαστε χωρίς φώτα, με ένα βαγόνι εκτροχιασμένο, ουσιαστικά να γυρίζει, να αναποδογυρίζει και να βρισκόμαστε ξαφνικά ανάποδα, χωρίς φώτα, μέσα στη φωτιά και πολύ τραυματισμένοι».

Πώς αντιδρά άραγε ένας άνθρωπος τη στιγμή που συνειδητοποιεί πως έχει γίνει ατύχημα;

«Γενικά σκέψεις δεν υπήρχαν», θυμάται ο Ανδρέας και τονίζοντας πως κάθε αντίδραση ήταν περισσότερο ενστικτώδης: «Σκέφτηκα πως είμαι εντάξει και ταυτόχρονα είμαι ανήσυχος. Από εκείνη τη στιγμή και μετά, έπρεπε κάτι να κάνω. Δεν μπορούσα να το αφήσω έτσι. Άρχισα λοιπόν να κοιτάζω ποιος χρειάζεται βοήθεια, σε τι κατάσταση βρισκόμαστε, τι γίνεται γύρω μας, αν όλη αυτή η κάπνα μπορεί να μας πνίξε, ουσιαστικά. Τέτοια πράγματα. Και άρχισα και σκεφτόμουν ακόμα και πάνω στον πανικό μου κι εγώ, όπως ο καθένας τα είχε. Να αρχίσω να δω τι θα πρωτοκάνω. Αν προλαβαίνω, πρώτα απ' όλα να σώσω τον εαυτό μου, γιατί αν δεν είμαι εγώ καλά δεν μπορώ να βοηθήσω και κανέναν. Και αφού συνειδητοποίησα περίπου σε τι κατάσταση βρίσκομαι και σε τι κατάσταση είναι το περιβάλλον γύρω μου, έστω στο περίπου, άρχισα να κάνω δράσεις», θυμάται.

Εκείνη τη στιγμή, στο τρένο υπήρχε πολύς, πυκνός, μαύρος καπνός, σπασμένα γυαλιά και αντικείμενα: «Εκείνη την ώρα, ήταν το λιγότερο που σε ένοιαζαν οι εκδορές. Διότι το μόνο που έπρεπε να κάνεις είναι να σωθείς, στην πραγματικότητα. Δηλαδή, να σωθείς από πολύ πιο βαριά πράγματα, μέχρι και τον θάνατο. Οι περισσότεροι που ήμασταν στο δεύτερο βαγόνι ήμασταν φοιτητές, δηλαδή, νέοι άνθρωποι, είχαμε όλοι κάποια ενέργεια και οι περισσότεροι, έστω και μέσα στον πανικό, κατάφεραν να φύγουν μόνοι τους ή να βοηθήσουν άλλο κόσμο ή τους δικούς τους, έστω. Κατάφεραν και σώθηκαν μόνοι τους. Αλλά ήταν και πολλοί από αυτούς, οι οποίοι δεν μπορούσαν είτε γιατί ήταν βαριά τραυματισμένοι είτε γιατί αυτό το σκηνικό, η σύγκρουση, τους πάγωσε τελείως και έμειναν εκεί. Γι' αυτό και εγώ, όπως και άλλα παιδιά -γιατί δεν ήμουν μόνος μου που είχα την ψυχραιμία- αρχίσαμε και δραστηριοποιηθήκαμε, για να σώσουμε τον κόσμο. Δηλαδή, να απεγκλωβίσουμε, να βοηθήσουμε τον κόσμο να ανέβει πάνω», μάς εξηγεί.

«Έβγαινα μόνο για να παίρνω ανάσες – Βγήκα τελευταίος από το βαγόνι»

Η σύγκρουση και ο εκτροχιασμός που ακολούθησε έφερε το βαγόνι του τρένου πεσμένο στο πλάι. Τα παράθυρα της μιας πλευράς βρέθηκαν κάθετα, προς τα πάνω και μέσα από ένα από αυτά που είχε σπάσει, οι επιβάτες μπόρεσαν να βγουν έξω – κάτι καθόλου απλό τόσο από τις αντικειμενικές συνθήκες που επικρατούσαν, όσο και από τον πανικό που ζούσε καθένας ξεχωριστά. «Όπως είχε αναποδογυρίσει το βαγόνι, το παράθυρο ήταν προς τα πάνω και ήταν η μόνη διέξοδος. Έπρεπε να ανέβουμε ουσιαστικά εκεί πέρα για να πηδήξουμε από κάτω. Το βαγόνι ήταν περικυκλωμένο από φωτιά, οπότε η μόνη διέξοδος ήταν το παράθυρο. Προσπαθήσαμε να βοηθήσουμε τον κόσμο να ανέβει, τους σπρώξαμε, ο ένας έσπρωχνε τον άλλον, τον τράβαγε προς τα πάνω να ανέβει».

«Εγώ έβγαινα από το παράθυρο μόνο για να παίρνω ανάσες, έβγαινα μόνο για να πάρω ανάσες από την αποπνικτική ατμόσφαιρα. Γιατί μέχρι να βγουν όλοι από το βαγόνι, τουλάχιστον στους χώρους που είχα πρόσβαση, δεν μπορούσα να βγω… Τελικά, βγήκα τελευταίος από το βαγόνι και όπως όλοι οι υπόλοιποι, πηδήξαμε από το παράθυρο κάτω στο χαντάκι. Αρκετά μεγάλο ύψος και αρκετά επικίνδυνο. Προσγειωθήκαμε σε βαλίτσες συγκεκριμένα. Ήταν ιδέα δικιά μου και ενός παιδιού να πετάξουμε κάτω τις βαλίτσες ώστε να πέσουμε στα μαλακά. Και εμείς και τα διπλανά κουπέ δηλαδή που υπήρχαν εκεί πέρα και είχαμε τις ίδιες προσβάσεις, πηδήξαμε όλοι στο ίδιο σημείο. Ένας-ένας».

«Με το πού βγήκα από το τρένο, είδα μια εικόνα σοκαριστική»

Καταφέρνοντας να βγει από το βαγόνι, μαζί με όσους μπόρεσε, ο Ανδρέας άρχισε να καταλαβαίνει το μέγεθος του δυστυχήματος. Μέσα στη νύχτα, ένα απόκοσμο τοπίο ολέθρου σχηματιζόταν μπροστά του. Μια εικόνα οπτική αλλά και ακουστική, κατέκλυσε τις αισθήσεις του. «Με το πού βγήκα από το τρένο και το αντίκρισα και είδα στην πραγματικότητα τι έγινε, εντάξει, η εικόνα ήταν σοκαριστική. Είδα δύο τρένα που είχαν συγκρουστεί, είδα τη φωτιά να έχει φτάσει δίπλα μου, ουσιαστικά στο δεύτερο βαγόνι, εκεί που ήμουν εγώ. Και όχι μόνο αυτό… Ήταν ένα τοπίο γεμάτο τραυματισμένους, γεμάτο άτομα που είχαν εκσφενδονιστεί από τα παράθυρα, από τη σύγκρουση. Και γενικά πολύ σκληρές εικόνες, πολύ σκληρές εικόνες».

Τότε, καθώς η αδρεναλίνη υποχωρούσε, ερχόταν η πραγματικότητα να εγκατασταθεί: «Υπήρχε πόνος, ένιωθα τα εγκαύματα, όλες τις εκδορές που είχα… Άκουγα τις φωνές. Βέβαια, απ' τα μόνα πράγματα, απ' τις μόνες αισθήσεις που δεν μου έχουν μείνει τόσο, είναι δηλαδή οι ακουστικές πιο πολύ. Δεν θυμάμαι πολύ τι άκουγα, δεν έδινα σημασία εκεί. Πιο πολύ στο τι έβλεπα».

Ο Ανδρέας με τον φίλο του τον Δημήτρη, έφυγαν με ένα από τα τελευταία ασθενοφόρα προς το νοσοκομείο. Εκεί, κατά τη διάρκεια της νύχτας, όταν μια νοσοκόμα τον ρώτησε τι έγινε, μπόρεσε να συνειδητοποιήσει για πρώτη φορά περίπου το μέγεθος αυτού που είχε συμβεί. Ήταν η γιατρός του Πανεπιστημιακού Νοσοκομείου Λάρισας Ειρήνη Τζιαστούδη, που έκανε την ιστορία του γνωστή στο πανελλήνιο, με μια ανάρτησή της στο facebook.

«Πέρασαν αρκετές ημέρες για να καταλάβω ότι πραγματικά, το έζησα αυτό. Έμοιαζε με εφιάλτης, ότι ήταν κάτι στη φαντασία μου, ότι διάβασα κάπου γι’ αυτό, κάτι που θα μπορούσα να είχα δει στην τηλεόραση ότι συνέβη κάπου στον κόσμο… Ήταν δύσκολο να συνειδητοποιήσω ότι το έζησα εγώ αυτό, έμοιαζε εξωπραγματικό», λέει ο ίδιος ο Ανδρέας.

«Δεν μπορώ να με θεωρήσω ‘ήρωα’»

Ακολούθησε η δημοσιότητα, που έφερε και τον χαρακτηρισμό «ήρωας των Τεμπών». Ο ίδιος ο Ανδρέας, δηλώνει ότι διαφωνεί: «Δεν μπορώ να με θεωρήσω ‘ήρωα’. Τώρα, βέβαια είναι και λίγο υποκειμενικό αυτό, το τι θεωρεί κάποιος πρότυπο ή είδωλο ή ήρωα. Όμως, πιστεύω πως δεν είναι θέμα ηρωισμού ή δύναμης ή γενναιότητας. Είναι καθαρά θέμα ψυχραιμίας. Είναι θέμα το ότι μπόρεσα και το έκανα. Και αφού μπορούσα, γιατί να μην το κάνω. Δεν με κάνει ήρωα αυτό. Με κάνει απλά έναν πιο ψύχραιμο άνθρωπο. Ίσως έτοιμο για διάφορες καταστάσεις», δηλώνει με ηρεμία, αποφασιστικότητα και ωριμότητα που δεν συναντάται συχνά σε τόσο νεαρά παιδιά.

Και συνεχίζει: «Οι περισσότεροι θα μπορούσαν να πουν ‘γιατί δεν έτρεξες να σωθείς; Θα μπορούσες να σωθείς πρώτος’. Εγώ δεν το βλέπω έτσι. Ναι, οκ. Υπήρχε το ρίσκο να γίνει κάτι χειρότερο. Υπήρχε το ρίσκο να μην προλάβω να σώσω ούτε τον ίδιο μου τον εαυτό. Αλλά εντάξει, το ρίσκαρα. Έκρινα, έβαλα μπροστά τη βούλησή μου και έδρασα αναλόγως. Η αλληλεγγύη είναι μια αξία που ξεκίνησε από την οικογένεια, προφανώς. Όπως οι περισσότερες αξίες που έχει ο άνθρωπος, ξεκινούν από την οικογένεια. Πάντα το είχαμε αυτό, ότι ο ένας βοηθούσε τον άλλον σε οποιοδήποτε τομέα. Κυρίως αυτό που πιστεύω ότι με έκανε να μείνω, είναι ότι είμαι πονόψυχος. Πάντα, όπου κι αν έβλεπα έναν άνθρωπο ανήμπορο, δεν μπορούσα να τον αφήσω έτσι. Δεν θα είχα καθαρή τη συνείδησή μου. Και μπορεί να έφευγα, μπορεί να είχα σωθεί, μπορεί να έχανα και το ρίσκο ή όχι, ή να το κέρδιζα. Αλλά κανείς δεν ξέρει. Εγώ έκανα αυτό που πίστευα ότι έπρεπε να κάνω».

Για το τέλος, ο Ανδρέας Αλικανιώτης, έχει ένα μόνο μήνυμα για όλους:

«Αν έχω να δώσω ένα μήνυμα, είναι ότι όσα δεν μπορεί να δώσει το σώμα μπορεί να τα δώσει η ψυχή. Η διαχείριση της ψυχολογίας και κυρίως του άγχους θα μπορεί να σώσει από πάρα πολλά πράγματα έναν άνθρωπο. Όχι μόνο από μια τέτοια δύσκολη κατάσταση, αλλά από πολλά πράγματα».

Δείτε εδώ το αφιέρωμα του CNN Greece στα Πρόσωπα 2023

Συντελεστές:
• Premium Content Manager | Σοφία Μαυραντζά • Project Manager | Δέσποινα Γαβριήλ • Head of Multimedia & Σκηνοθέτης | Σεραφείμ Ντούσιας • Head of Creative | Γιώργος Σπηλιόπουλος • Αρχισυνταξία | Χρύσα Γρίβα • Οπερατέρ | Στάθης Κεφάλας, Nicholas Cornford, Γιώργος Αποστολόπουλος • Μοντάζ | Νίκη Μαλλιωτάκη, Σταύρος Λογοθέτης • Motion Graphics Designer | Σταύρος Σιδέρης • Φωτογραφίες | Λευτέρης Παρτσάλης • Σύνταξη | Ιωάννα Κατσίμπα, Γεωργία Γαραντζιώτη • Οργάνωση Παραγωγής | Γιώργος Χατζής

× Αυτός ο ιστότοπος χρησιμοποιεί cookies. Με τη χρήση αυτού του ιστότοπου, αποδέχεστε τους Όρους Χρήσης