Σε διαθεσιμότητα ο αστυνομικός για τον θανάσιμο πυροβολισμό του 17χρονου στη Βοιωτία
Όπως ανακοίνωσε η ΕΛ.ΑΣ., από το Αρχηγείο της Ελληνικής Αστυνομίας τέθηκε σε διαθεσιμότητα ο αστυνομικός σε βάρος του οποίου είχε σχηματισθεί δικογραφία για τον θανάσιμο πυροβολισμό 17χρονου μετά από καταδίωξη στο Λεοντάρι Βοιωτίας το βράδυ του Σαββάτου (11/11).
Παράλληλα, σε εξέλιξη βρίσκεται έρευνα για τις συνθήκες κάτω από τις οποίες έπεσε νεκρός ο νεαρός μετά από καταδίωξη το βράδυ του Σαββάτου.
Υπενθυμίζεται ότι στη δικογραφία που έχει σχηματιστεί για τον αστυνομικό, συμπεριλαμβάνονται δύο πολύ σοβαρές καταθέσεις αυτές, του αστυνομικού - συνοδηγού του τζιπ που ήταν μπροστά και στο περιστατικό του θανάτου του 17χρονου, αλλά και του αδερφού του θύματος, όπως αποκάλυψε το CNN Greece.
Συγκεκριμένα, ο αστυνομικός που ήταν μαζί με τον συνάδελφό του περιγράφει τα όσα ο ίδιος είδε με τον 17χρονο να πέφτει νεκρός από το όπλο του συναδέλφου του και χαρακτηριστικά αναφέρει:
«Αντιληφθήκαμε ξαφνικά να έρχεται κινούμενο με μεγάλη ταχύτητα και με κατεύθυνση από Λιβαδειά προς Θήβα ένα σκούρο αυτοκίνητο και πίσω του και μακριά του είδαμε να έρχεται ένα περιπολικό με αναμμένο το φάρο του. Αμέσως καταλάβαμε ότι επρόκειτο για το όχημα που καταδίωκε ο σταθμός του αστυνομικού τμήματος Αλιάρτου και ξεκινήσαμε κι εμείς να τα κολλήσουμε κάνοντας αμέσως χρήση τόσο των φωτεινών σημάτων του οχήματος όσο και της κόρνας του αυτοκινήτου το οποίο σας λέω ότι είναι Συμβατικό όχημα και όχι έγχρωμο περιπολικό.
Οδηγός στο υπηρεσιακό μας όχημα ήταν ο αρχιφύλακας και εγώ βρισκόμουν στην θέση του συνοδηγού. Από πίσω ακολουθούσε και το περιπολικό του αστυνομικού τμήματος Αλιάρτου έχοντας συνεχώς αναμμένο το φάρο του αλλά και την σειρήνα του την οποία ακούγαμε στο δρόμο. Ο συνάδελφος μου ανέπτυξε ταχύτητα και καταφέραμε να προσεγγίσουμε το ανωτέρω όχημα που είδα καθαρά την πινακίδα κυκλοφορίας και την αναφέραμε στο κέντρο 45.
Μόλις ο οδηγός του αυτοκινήτου μας κατάλαβε, ανέπτυξε κι άλλο ταχύτητα, έφτασε μέχρι τα 160 km/h περίπου και κινήθηκε επίτηδες αριστερά πηγαίνοντας στο αντίθετο ρεύμα κυκλοφορίας. Το εν λόγω αυτοκίνητο ήταν κατάμαυρο και παρόλο που είχαμε ανάψει την μεγάλη σκάλα δεν μπορούσαμε να δούμε καθόλου πόσα άτομα υπήρχαν μέσα σε αυτό. Κάποια στιγμή φτάσαμε περιφερειακά της εκκλησίας του χωριού και εκεί το όχημα εγκλωβίστηκε για λίγο γιατί δεξιά και αριστερά έτυχε να έχει εμπόδια και να στρίβει μπροστά του ένα άλλο αμάξι το οποίο και του έκοψε την πορεία.
Σταματήσαμε ακριβώς πίσω από το όχημα, ο οδηγός κατέβηκε αμέσως πρώτος και κινήθηκε προς την πόρτα του οδηγού του μπροστινού μας οχήματος. Μέχρι και εκείνη τη στιγμή δεν μπορούσα ακόμα να καταλάβω πόσα άτομα ήταν μέσα στο αυτοκίνητο. Ταυτόχρονα σχεδόν με το Γιώργο κατέβηκα και εγώ από το περιπολικό και στάθηκα πίσω ακριβώς και διαγώνια από αυτό ώστε να μπορώ να ελέγξω και την δεξιά πλευρά του μήπως και βγει κανένας έξω από αυτό.
Ο Γιώργος λοιπόν άρχισε να δίνει εντολές στον οδηγό του οχήματος φωνάζοντας ότι είμαστε αστυνομικοί και λέγοντάς του να βγει έξω. Εκείνος δεν άνοιξε ούτε την πόρτα, αλλά ούτε καν το παράθυρο του. Ο Γιώργος έπιασε το έμβολο και άνοιξε την πόρτα του αμαξιού και φώναξε δυνατά στον οδηγό ''αστυνομία βγες έξω''. Εκείνος όμως δεν υπάκουσε και δεν έβγαινε από το αμάξι. Τότε είδα το Γιώργο να τραβάει τον οδηγό προς τα έξω και σε κάποια στιγμή ενώ βρισκόταν δίπλα στην πόρτα και τον τραβούσε.
Τότε εγώ βγήκα μπροστά από την πίσω αριστερή πόρτα του οχήματος και είδα ότι κάποιος προσπάθησε να βγει από αυτήν, αλλά εγώ τον εμπόδισα κλείνοντας την πόρτα. Φτάνοντας δίπλα είδα τον οδηγό του οχήματος να έχει αίματα στο κεφάλι του και το λαιμό του. Ο Γιώργος κοίταξε προς το μέρος μου και με ρώτησε τι έγινε; Εκείνη την ώρα είδα ότι το όπλο του Γιώργου ήταν στην θήκη ζώνης του.
Ερώτηση: Εσύ είδες το Γιώργο να κρατάει το όπλο στο χέρι του νωρίτερα;
Απάντηση: Όχι δεν τον είδα, κοίταζα τις άλλες πόρτες του οχήματος μήπως ανοίξουν και βγει κάποιος έξω».
«Με σηκωμένα τα χέρια ακούμπησε το πιστόλι»
Την ίδια ώρα, ο αδερφός του θύματος που ήταν μέσα στο αυτοκίνητο περιγράφει με κάθε λεπτομέρεια τα όσα σοκαριστικά έζησε και είδε μπροστά στα μάτια του:
«Ο αδερφός μου είδε ένα περιπολικό της αστυνομίας το οποίο μας έκανε σινιάλο, αλλά πάτησε γκάζι και το περιπολικό ακολούθησε. Εμείς συνεχίσαμε προς Θήβα και κάποια στιγμή στρίψαμε για να πάμε προς Λεοντάρι.
Ο αδελφός μου έτρεχε πολύ. Δίπλωμα δεν έχει γιατί ήταν δεκαεπτάχρονος. Κάποια στιγμή μπήκαμε στο χωριό Λεοντάρι. Το περιπολικό ακολουθούσε με τα φώτα αναμμένα και άκουσα και τη σειρήνα μια φορά νομίζω. Σε ένα δρόμο μέσα στο χωριό σφηνωθήκαμε σε ένα άλλο αυτοκίνητο παρκαρισμένο και σταματήσαμε.
Πίσω μας έφτασε και το τζιπ της αστυνομίας. Σταμάτησε και κατέβηκαν δυο αστυνομικοί. Ο αστυνομικός οδηγός του τζιπ κρατούσε στο χέρι του πιστόλι και με το μπροστινό μέρος του, χτύπησε το παράθυρο του αδελφού μου μια φορά δυνατά.
Ο αδελφός μου άνοιξε τη πόρτα τέρμα και ο αστυνομικός τον κλώτσησε στα πλευρά. Του είπε δυνατά ''κατέβα κάτω''. Ο αδελφός μου σήκωσε ψηλά τα χέρια και μόλις πήγε να βγει με σηκωμένα τα χέρια ακούμπησε το πιστόλι που τον σημάδευε και ο αστυνομικός τον πυροβόλησε μια φορά. Έπεσε στο δρόμο γεμάτος αίματα».