Πρωτόγνωρος καύσωνας για την Ελλάδα - Εκτιμήσεις ότι θα σπάσει το ρεκόρ του 1987
Πρωτοφανής για τα ελληνικά δεδομένα είναι ο καύσωνας των τελευταίων ημερών, που φαίνεται ότι θα σπάσει σε διάρκεια ακόμη και τον περίφημο καύσωνα του 1987. Είναι ίσως χειρότερος και από αυτόν που έζησε η χώρα περίπου στα μέσα της δεκαετίας του '80 και σύμφωνα με τον διευθυντή της ΕΜΥ, Αντώνη Λάλο, όλα αυτά αποτελούν μέρος της επίδρασης της κλιματικής αλλαγής όχι μόνο στην Ελλάδα και τη Μεσόγειο, αλλά και ως παγκόσμιο φαινόμενο.
Μιλώντας στο Πρώτο Πρόγραμμα, ο διευθυντής της ΕΜΥ, ανέφερε πως οι θερμοκρασίες που καταγράφονται σε αυτόν τον καύσωνα (με πρόβλεψη για 45 βαθμούς) αλλά και η διάρκειά του, τον καθιστά ακόμα χειρότερο από αυτόν του 1987, όταν πάνω από 1.300 άνθρωποι είχαν πεθάνει.
«Το ρεκόρ που είχαμε το 1987 με τον καύσωνα όπου για 12-13 μέρες περίπου, οι θερμοκρασίες ήταν πάλι πολύ υψηλές, φαίνεται ότι θα σπάσει τώρα, καθώς η διάρκεια αυτή θα είναι πολύ μεγαλύτερη» ανέφερε αρχικά ο κ. Λάλος και συνέχισε:
«Φαίνεται ότι αυτό το θερμικό κύμα από την Αφρική εξακολουθεί να μας βασανίζει και θα συνεχίσει να μας βασανίζει τουλάχιστον μέχρι το άλλο Σαββατοκύριακο. Δεν φαίνεται κάποιος μηχανισμός, δηλαδή κάποιο σύστημα το οποίο θα έρθει από τη δυτική ή από τη Βόρεια Ευρώπη, το οποίο θα κινηθεί προς τα Βαλκάνια και θα διώξει, με κάποιο τρόπο, αυτές τις θερμές αέριες μάζες από την περιοχή μας και δεν έχει και κάποιο σοβαρό μελτέμι».
Οι γνωστοί «ετησίες» άνεμοι, που είναι ο ανεμιστήρας της περιοχής μας, είπε χαρακτηριστικά ο κ. Λάλος, οι οποίοι βοηθούν να ξεπερνάμε τις καλοκαιρινές ζέστες, απουσιάζουν, με αποτέλεσμα να μην φαίνεται φως στο τούνελ μέχρι το τέλος του μήνα.
«Έχουμε αυτή τη στιγμή, σχεδόν, με εξαίρεση τις δύο-τρεις προηγούμενες ημέρες, απουσία σημαντική των μελτεμιών τον Ιούλιο που είναι στατιστικά ο μήνας με τα περισσότερα μελτέμια και επικράτηση πολύ υψηλών θερμοκρασιών, πρωτοφανείς μάλιστα θερμοκρασίες σε διάρκεια για τη χώρα μας», σημείωσε.
«Θα έλεγα ότι ουσιαστικά δεν έχει ξαναπαρουσιαστεί κάτι τέτοιο στην Ελλάδα τουλάχιστον, για να μην πω σε όλη την Νότια Ευρώπη. Έχουμε περίπου από τις 12-13 Ιουλίου όλο και κάποιους σταθμούς να ξεπερνούν τους 40 βαθμούς τις μέρες αυτές που προηγούνται και από ό,τι φαίνεται θα φτάσουμε περίπου μέχρι το τέλος του μήνα με το θερμόμετρο να συνεχίζει να δείχνει σε πολλές περιπτώσεις πολλά 40άρια, για να μην πω και πολλά νούμερα παραπάνω από τους 41-42 βαθμούς, όπως περιμένουμε για αυτό το Σαββατοκύριακο εξάλλου προσέθεσε ο κ. Λάλος.
Ερωτηθείς γιατί κλείνουν τα πάρκα κατά τις ημέρες του καύσωνα, ο κ. Λάλος παρέπεμψε για απάντηση στην Περιφέρεια και τους Δήμους: «Νομίζω ότι σαφώς είναι μια όαση μέσα στη τσιμεντοποίηση που έχουμε. Τα κτήρια ακτινοβολούν όλη μέρα, τα κλιματιστικά που έχουμε χειροτερεύουν πολύ την κατάσταση σε σχέση με την πραγματικότητα. Αυτό είναι και ένα ερώτημα δικό μου πραγματικά».
Ο Διευθυντής της ΕΜΥ, εξήγησε τι σημαίνει κλιματική αλλαγή για την Ελλάδα και τη Μεσόγειο, με αφορμή τις καιρικές συνθήκες που επικρατούν στην περιοχή αυτές τις ημέρες: «Αφού η θερμοκρασία της Γης ανεβαίνει, ο καιρός γίνεται πιο χαοτικός. Δηλαδή ακόμα και τα μοντέλα θα δυσκολεύονται κάποια στιγμή να δουν τι ακριβώς καταιγίδες θα έχουμε, αν θα είναι πρωτοφανούς έντασης, αν θα έχουμε όλο και μεγαλύτερες εκτάσεις που θα μπορεί να χτυπήσουν. Τα καλοκαίρια μεγαλώνουν, οι υψηλές θερμοκρασίες κάνουν τα δάση αποκαΐδια. Οι πόλεις οι οποίες έχουν μεγαλώσει πολύ γίνονται ουσιαστικά καυτές.
Νέες έρημοι θα αρχίσουν να κάνουν την εμφάνισή τους και στη νότια Ευρώπη και σε χώρες όπως η Ελλάδα, η Ισπανία, η Τουρκία και η Ιταλία, καθώς θα έχουμε ερημοποίηση αυτών των περιοχών. Όλες οι μελέτες δηλαδή συμφωνούν ότι θα έχουμε ένα σκληρότερο κλίμα και πολύ υψηλότερες θερμοκρασίες στη λεκάνη της Μεσογείου, άρα οι βροχοπτώσεις θα μειωθούν και οι καλοκαιρινές βροχές θα χαθούν σε ένα βαθμό, τα κύματα καύσωνα θα αυξηθούν, θα έχουμε επέκταση δηλαδή της καλοκαιρινής περιόδου, αυτή μπορεί να είναι και δύο και περισσότεροι μήνες για όλες τις τουριστικές περιοχές».
«Αν κάτι δεν αλλάξει προς το καλύτερο, σε βάθος 50 ετών συν πλην, μέχρι το 2100 θα αρχίσουμε να έχουμε προβλήματα στη Μεσόγειο και πληθυσμού, όπως έχουν και τα αφρικανικά κράτη τα οποία υποσιτίζονται, είναι και αυτά θύματα της κλιματικής αλλαγής διότι όντως έχουν μειωθεί οι βροχές και όλα τα σχετικά και θα αρχίσει σιγά σιγά ο κόσμος να μετακινείται βορειότερα. Βέβαια αυτό σε επίπεδο πολιτικής που είναι σήμερα, αύριο και μεθαύριο δεν είναι κάτι που ανησυχεί» τόνισε ο κ. Λάλος.
Όσον αφορά στις πυρκαγιές που αντιμετωπίζει η χώρα κάθε καλοκαίρι, ερωτηθείς σε τι βαθμό οφείλονται στην κλιματική κρίση ο κ. Λάλος επισήμανε «στατιστικά, μέχρι το 1998, υπεύθυνοι για τις πυρκαγιές στα δάση ήταν οι δασολόγοι.
Από το '98 και μετά η αρμοδιότητα αυτή πέρασε στην Πυροσβεστική. Πέρα από την κλιματική αλλαγή, αν δείτε όλα τα στατιστικά, από το '99 και μετά έχουν καεί υπερπολλαπλάσιες ποσότητες δασών απ' ό,τι πριν, πέρα από την κλιματική αλλαγή. Αν αυτά τα δύο τα συσχετίσεις, μπορεί θεωρητικά να το δικαιολογήσεις».
Η τραγωδία με τους 1.300 νεκρούς σε 8 ημέρες
Αναφορικά τον καύσωνα του 1987, στον οποίο στάθηκε ο διευθυντής της ΕΜΥ, αποτελεί ίσως ό,τι πιο απόκοσμο έζησε η χώρα. Τα τσιμέντα είχαν πάρει φωτιά, οι ράγες των τρένων στράβωναν και οι ηλικιωμένοι πέθαιναν από τη ζέστη: ο καύσωνας του Ιουλίου του 1987 κατεγράφη ως ο φονικότερος στην Ελλάδα, με τον επίσημο απολογισμό να κάνει λόγο για 1.300 νεκρούς και ανεπίσημες καταγραφές για 1.500.
Εκείνη την εποχή, υπήρχαν ελάχιστα κλιματιστικά -κυρίως σε Αθήνα και Θεσσαλονίκη και μόνο σε σπίτια εύπορων οικογενειών. Η ιδέα για κλιματιζόμενους δημοτικούς χώρους ήταν μάλλον σενάριο επιστημονικής φαντασίας, με τους Αθηναίους να «πνίγονται» στους 44 βαθμούς Κελσίου.
Χωρίς κλιματισμό ήταν και τα περισσότερα νοσοκομεία της χώρας, με αποτέλεσμα αρκετοί ηλικιωμένοι που αναζητούσαν βοήθεια να καταλήγουν σε ένα θάλαμο – καμίνι και στη συνέχεια να πεθαίνουν από θερμοπληξία. Η οκταήμερη διάρκεια του καύσωνα επιδείνωσε δραματικά την κατάσταση, καθώς το θερμόμετρο δεν έπεφτε κάτω από τους 30 βαθμούς ούτε κατά τη διάρκεια της νύχτας. Η δυσφορία γινόταν ακόμη εντονότερη λόγω του νέφους στην Αθήνα αλλά και των υψηλών ποσοστών υγρασίας που επικρατούσαν εκείνες τις ημέρες στην πρωτεύουσα.
«Κραυγή αγωνίας εκατομμυρίων Ελλήνων: Θεέ μου!»
Κανένας δεν περίμενε την τραγωδία που θα επακολουθούσε -μόλις μερικές εβδομάδες μετά από τους ξέφρενους πανηγυρισμούς για την κατάκτηση του Eurobasket στις 14 Ιουνίου, όταν η χώρα ξεχύθηκε στους δρόμους για να γιορτάσει τη μεγάλη νίκη της εθνικής μας ομάδας.
Οι εφημερίδες της εποχής αποτυπώνουν την κατάσταση που επικρατεί. «Καμίνι όλη η Ελλάδα» γράφουν «Τα Νέα», «Κραυγή αγωνίας εκατομμυρίων Ελλήνων: Θεέ μου!» τονίζει στο πρωτοσέλιδό της η «Ακρόπολις».
Μια ημέρα αργότερα, στις 22 Ιουλίου, «Τα Νέα» μετέδιδαν πληροφορίες για τους πρώτους τέσσερις νεκρούς -δύο στην Αθήνα και δύο στο Βόλο.
Επρόκειτο για άτομα που έπασχαν από καρδιοπάθεια ενώ στα νοσοκομεία μεταφέρθηκαν και δεκάδες κυρίως ηλικιωμένα άτομα με προβλήματα υγείας.
Ο δραματικός απολογισμός αρχίζει σιγά – σιγά να αυξάνεται: «300 οι νεκροί» γράφουν «Τα Νέα», «Σωρός οι νεκροί στα νεκροτομεία» λέει ο Ελεύθερος Τύπος.
Οι διακοπές ρεύματος στερούν από τους ταλαιπωρημένους πολίτες και την τελευταία «ανάσα» δροσιάς -έναν ανεμιστήρα.
Οι μέρες περνούν, οι νεκροί αυξάνονται και η κατάσταση είναι πλέον δραματική.
«Σε τρένα οι νεκροί», «γεμάτα τα νεκροτομεία» γράφουν οι εφημερίδες, που δεν γνώριζαν ακόμη ότι ο καύσωνας του 1987 θα μείνει στην ιστορία ως ο φονικότερος στην Ελλάδα αλλά και μια από τις πιο πολύνεκρες φυσικές καταστροφές.
«Κύριε και κυρία X, επικοινωνήστε με το αστυνομικό τμήμα της περιοχής σας για μια σοβαρή οικογενειακή σας υπόθεση» έλεγαν οι παρουσιαστές των τηλεοπτικών δελτίων ειδήσεων, προχωρώντας σε ονομαστικές κλήσεις προς δεκάδες οικογένειες που βρίσκονταν σε διακοπές και είχαν χάσει κάποιο μέλος της οικογένειάς τους, χωρίς να το γνωρίζουν.
Παρότι η Αθήνα είχε δει και αρκετά υψηλότερες θερμοκρασίες -48 βαθμούς το 1978- ήταν η πρώτη φορά που τόσοι πολλοί άνθρωποι έχαναν τη ζωή τους.
Οι επιστήμονες της εποχής απέδωσαν το φαινόμενο αυτό στη διάρκεια του καύσωνα και όχι την έντασή του.
Μια ακόμη δραματική διάσταση αυτής της τραγωδίας ήταν και η έλλειψη διαθέσιμων χώρων στα νεκροταφεία της πόλης, με αποτέλεσμα εκατοντάδες νεκροί να παραμείνουν άταφοι για ημέρες.