Γκύζη: Η ήσυχη «γειτονιά» στο κέντρο της Αθήνας
Το Γκύζη είναι από τις περιοχές που όταν περπατάς στους δρόμους της κοιτάς πάνω. Όχι τόσο γιατί οι πολυκατοικίες έχουν κάποια ιδιαίτερη ομορφιά, όσο γιατί εκεί υπάρχει «ζωή». Πίσω από τις χρωματιστές τέντες, στις συζητήσεις που ακούγονται από τα ανοιχτά παράθυρα, στα απλωμένα ρούχα που προσδίδουν επιπλέον χρώμα στα μπαλκόνια.
Σε αντίθεση με τα Εξάρχεια, την Κυψέλη και την Πανόρμου που βρίσκονται παραδίπλα, το Γκύζη δεν έχει μπαρ, καφέ ή εστιατόρια που έχουν γίνει στέκια της πόλης, δεν έχει τουρίστες. Τι έχει; Μία δική του ταυτότητα. Βρίσκεται στο κέντρο της Αθήνας ενώ ταυτόχρονα διατηρεί τα στοιχεία της γειτονιάς και αυτή είναι η κύρια αντίθεση που το χαρακτηρίζει.
Το Γκύζη συνορεύει με τη Νεάπολη Εξαρχείων, τα Δικαστήρια, το Πολύγωνο, τους Αμπελοκήπους και το Πεδίον του Άρεως. Είναι μία περιοχή πυκνοκατοικημένη, με ελάχιστο πράσινο και πολυκατοικίες της δεκαετίας του ’60 και του ’70 ασφυκτικά κοντά η μία στην άλλη. Σε κάθε στενό υπάρχουν παρκαρισμένα αυτοκίνητα. Ως προς αυτά του τα χαρακτηριστικά δε διαφέρει και πολύ από άλλες περιοχές της Αθήνας όπως είναι τα Κάτω Πατήσια. Ωστόσο, το Γκύζη βρίσκεται στην καρδιά του κέντρου χωρίς να έχει την χαρακτηριστική κίνηση ή φασαρία, στα περισσότερα τουλάχιστον σημεία του. Αυτό είναι και το μεγάλο του πλεονέκτημα.
Η ιστορία και το όνομα
Η πρώτοι κάτοικοι του Γκύζη ήταν νησιώτες από την Τήνο, τη Νάξο και την Άνδρο που εγκαταστάθηκαν μόνιμα στην Αθήνα στις αρχές του 20ου αιώνα. Δεν είναι τυχαίο ότι στην απέναντι πλευρά της λεωφόρου Αλεξάνδρας στα Εξάρχεια, υπάρχει ακόμα το ιστορικό «Τηνιακό». Η περιοχή ανοικοδομήθηκε ραγδαία τις δεκαετίες του 1960 και του 1970.
Το Γκύζη πήρε το όνομά του από τον ζωγράφο Νικόλαο Γύζη ο οποίος στην πραγματικότητα δεν είχε καμία σχέση με την περιοχή. Μέχρι και τα οκτώ του χρόνια μεγάλωσε στο Σκλαβοχώρι της Τήνου και όταν ήρθε με την οικογένειά του στην Αθήνα, το πατρικό του σπίτι και μετέπειτα ατελιέ του, βρισκόταν οδό Θεμιστοκλέους. Μετά τον θάνατό του, ο Δήμος Αθηναίων αποφάσισε προς τιμή του να δώσει το όνομά του σε μία οδό. Η οδός αυτή είναι η οδός Γκύζη η οποία μέχρι και σήμερα αποτελεί τον κεντρικό δρόμο της περιοχής με την περισσότερη κίνηση και μαγαζιά. Η οδός αρχικά χώριζε τις συνοικίες Άρεως και Αβερωφείου, ενώ μετά τον Μεσοπόλεμο το όνομα Γκύζη επικράτησε και για την ευρύτερη περιοχή.
Όσο για το γιατί υπάρχει αυτή η παραφθορά του ονόματος σε Γκύζη, υπάρχουν διάφορες θεωρίες. Σύμφωνα με την επικρατέστερη, ο Νικόλας Γύζης ο οποίος έζησε για καιρό στη Γερμανία, υπέγραφε με λατινικούς χαρακτήρες και στο εξωτερικό έγινε γνωστός ως Γκύζης. Προς τιμήν του λοιπόν, το όνομα που δόθηκε στην περιοχή ήταν και αυτό με το οποίο απέκτησε ευρεία αναγνωρισιμότητα.
Τη δεκαετία του 1940, το Γκύζη «πρωταγωνίστησε» στα Δεκεμβριανά. Ένα από τα πιο γνωστά τραγούδια για την περίοδο αυτή είναι το «Μας πήραν την Αθήνα» το οποίο λέει σε κάποιο σημείο:
«Μπόμπες βροχή στου Γκύζη κι εμείς στο μετερίζι. Κι η τελευταία ελπίδα τ’ οδόφραγμα, πατρίδα»
Τα ιστορικά στοιχεία της περιοχής, βέβαια, δεν τα ξέρουν πολλοί. Το Γκύζη άλλωστε με τα χρόνια επισκιάστηκε από τα γειτονικά Εξάρχεια, την Κυψέλη και άλλες περιοχές του κέντρου. Ίσως αυτός είναι ο λόγος που σήμερα δεν θεωρείται δημοφιλής προορισμός για γαστρονομικές περιηγήσεις και διασκέδαση ή που τα ενοίκια των σπιτιών δεν είναι (ακόμα) απλησίαστα σε σχέση με άλλα σημεία της Αθήνας.
Αυτό, όμως, δε σημαίνει ότι το Γκύζη είναι μία περιοχή αδιάφορη και ένας περίπατος στα στενάκια του αρκεί για να εκτιμήσεις τη διαφορετική ατμόσφαιρά του.
Τι θα δεις περπατώντας στο Γκύζη
Το Γκύζη είναι από τις περιοχές της Αθήνας που όταν περπατάς στους δρόμους της κοιτάς πάνω. Όχι τόσο γιατί οι πολυκατοικίες έχουν κάποια ιδιαίτερη ομορφιά, όσο γιατί εκεί υπάρχει «ζωή». Πίσω από τις χρωματιστές τέντες, στις συζητήσεις που ακούγονται από τα ανοιχτά παράθυρα, στα απλωμένα ρούχα που προσδίδουν επιπλέον χρώμα στα μπαλκόνια.
Στο βορειοανατολικό κομμάτι έχει περισσότερες ανηφόρες-κατηφόρες, αδιέξοδα, σκαλάκια και σημεία με εντυπωσιακή θέα, από τη μία προς τον Λυκαβηττό, και από την άλλη προς την Κυψέλη και το Αττικό Άλσος.
Το τοπίο είναι μεν αστικό, αλλά όχι αδιάφορο. Οι λιγοστές μονοκατοικίες ξεχωρίζουν δίπλα στα ψηλότερα κτίσματα. Η χαρακτηριστική αρχιτεκτονική των παλιών πολυκατοικιών αντιπαραβάλλεται με την μοντέρνα όψη νέων κτηρίων ακριβώς δίπλα.
Η οδός Γκύζη και η πλατεία
Κατεβαίνοντας προς τα δυτικά συναντάς την οδό Γκύζη. Εκεί βρίσκεται η κεντρική αγορά και αναμενόμενα είναι από τους πιο πολυσύχναστους δρόμους της περιοχής.
Στο τέλος του δρόμου βρίσκεται η πλατεία Γκύζη. Τα δύο τρία καφέ έχουν γίνει στέκια για τους Γκυζιώτες και τα λίγα δέντρα δίνουν μία πινελιά πρασίνου στο όλο σκηνικό.
Ο ναός του Αγίου Ελευθερίου
Ακόμα παρακάτω βρίσκεται ο ναός του Αγίου Ελευθερίου. Περικλείεται από τις οδούς Βαρβάκη, Λύτρα, Μομφεράτου και Ραγκαβή και το πλακόστρωτο προαύλιο με τα δέντρα κάνουν το συγκεκριμένο σημείο ένα από τα πιο όμορφα στην περιοχή.
Προχωρώντας προς το πεδίον του Άρεως οι δρόμοι -κάθετοι και παράλληλοι- μοιάζουν ολοένα και περισσότερο μεταξύ τους. Οι εικόνες επαναλαμβάνονται: πολυκατοικίες, νεραντζιές, αυτοκίνητα, μαγαζιά στα ισόγεια.
Στους δρόμους κυκλοφορούν άνθρωποι κάθε ηλικίας και φυλής. Κάποιοι απλώς χαιρετιούνται, άλλοι στήνουν πηγαδάκια έξω από μαγαζιά.
Λόφος Φινοπούλου
Δύο δρόμοι ξεχωρίζουν στο σημείο αυτό. Ο ένας είναι η Μομφεράτου η οποία περνά μπροστά από την εκκλησία του Αγίου Ελευθερίου ψηλά στο Γκύζη και καταλήγει στην είσοδο του λόφου Φινοπούλου.
Ο λόφος Φινοπούλου αποτελεί τοπόσημο της περιοχής. Έχει παγκάκια, ένα κύριο μονοπάτι, παιδική χαρά και προσφέρεται για βόλτα και παιχνίδι, για όσους τουλάχιστον δεν προτιμήσουν το πεδίον του Άρεως λίγο παρακάτω.
Ο άλλος είναι η Βαλτινών. Στην αρχή της οδού, από τη μία έχεις θέα το άλσος των δικαστηρίων και από την άλλη τον λόφο του Φινοπούλου. Σε αυτόν τον δρόμο θα βρεις και μερικά από τα πιο γνωστά γνωστά μαγαζιά της περιοχής. Στο νούμερο 2 βρίσκεται το εστιατόριο «Leylim Ley» (Λέιλιμ Λέι) με ανατολίτικα πιάτα και λίγο παραδίπλα το μεζεδοπωλείο «Το Κουτσό». Αρκετά παραπάνω, στην Βαλτινών 64, το καφέ «JUNX» είναι γνωστό για τον καφέ και τα σάντουιτς με φρέσκο προζυμένιο ψωμί.
Μεζεδοπωλεία υπάρχουν και στην οδό Μπούσγου πίσω από το πεδίον του Άρεως. Το «Ηλίας 1958» όπως μαρτυρά και η επιγραφή στην είσοδο, έχει ιστορία εξήντα και χρόνων. Το εάν η οδός Μπούσγου, βέβαια, ανήκει στο Γκύζη, είναι αμφιλεγόμενο. Κάποιοι υποστηρίζουν ότι δυτικά η περιοχή φτάνει μέχρι το πεδίον του Άρεως και άλλοι μέχρι την οδό Μουστοξύδη, λίγο παραπάνω. Επικρατέστερη εκδοχή τα τελευταία χρόνια είναι η πρώτη. Η οδός Μουστοξύδη, πάντως, είναι επίσης ένας από τους πιο πολύβουους δρόμους της περιοχής και αυτός που ενώνει το Γκύζη με την Κυψέλη.
Το ιστορικό καφέ Σόνια
Το ιστορικό καφέ Σόνια άνοιξε την δεκαετία του 1930 επί της λεωφόρου Αλεξάνδρας. Για χρόνια ήταν σημείο συνάντησης για καλλιτέχνες και πολιτικούς και ήταν ένα από τα πιο γνωστά καφέ στην ευρύτερη περιοχή. Σήμερα δεν υπάρχει πια, ωστόσο, η στάση λεωφορείων στο σημείο εκείνο πήρε το όνομά της από την ιστορική καφετέρια. Είναι η στάση Σόνια.
Εκεί, και ενώ πια έχεις βρεθεί στην λεωφόρο Αλεξάνδρας, συνειδητοποιείς ότι οι κόρνες και τα φρεναρίσματα που όσο είσαι χαμένος στα στενάκια του Γκύζη ακούς μακριά στο βάθος, είναι ουσιαστικά δίπλα σου.
Αυτή όμως είναι και η ιδιαιτερότητα της περιοχής, τουλάχιστον προς το παρόν. Σε μερικά χρόνια το Γκύζη ίσως να είναι πολύ διαφορετικό. Ήδη έχουν ξεκινήσει τα έργα για το μετρό πίσω ακριβώς από τη στάση Σόνια. Εκεί θα υπάρχει ο σταθμός «Αλεξάνδρας» της γραμμής 4 και πολύ πιθανά σύντομα στην περιοχή να ανοίξουν νέα μαγαζιά που θα προσελκύσουν ακόμα περισσότερο κόσμο για διασκέδαση, βόλτα ή ίσως και διαμονή.