Τέμπη: «Έζησα την κόλαση του Δάντη» περιγράφει επιβάτης του τρένου
«Την κόλαση του Δάντη» δηλώνει πως έζησε επιβάτης του 5ου βαγονιού του επιβατικού τρένου που συγκρούστηκε στα Τέμπη το βράδυ της 28ης Φεβρουαρίου, δείχνοντας τα τζάμια που έβγαλαν από το κεφάλι του τραυματιοφορείς του ΕΚΑΒ.
Ειδικότερα, ο χημικός Στέφανος Γωγάκος από την Θεσσαλονίκη, κατέθεσε τη δική του μαρτυρία για το σιδηροδρομικό δυστύχημα, σε συνένευξη που έδωσε στο ΣΚΑΪ περιγράφοντας τον πανικό που επικρατούσε τη στιγμή της σύγκρουσης: «Παιδιά έκλαιγαν, γυναίκες φώναζαν».
Ο κ. Γωγάκος αναφέρθηκε, όπως και άλλοι επιζώντες σε μαρτυρίες τους, για την αναγκαστική στάση που είχε κάνει το τρένο λέγοντας πως «στις 28 Φεβρουαρίου στις 7 το πρωί ξεκίνησα από Θεσσαλονίκη για Αθήνα. Το απόγευμα επέστρεφα από Αθήνα. Εκεί που παραξενευτήκαμε ήταν στα Παλαιοφάρσαλα που βγήκε μια ανακοίνωση που μας ενημέρωσε ότι θα κάνουμε μια 15λεπτη αναγκαστική στάση λόγω τεχνικού προβλήματος. Κάπως παραξενευτήκαμε αλλά το τρένο συνέχισε κανονικά και φτάσαμε στη Λάρισα.
Εκεί το βαγόνι 5 που είχε πολλές κενές θέσεις, γέμισε με νέους ανθρώπους, φοιτητές από τη Λάρισα που πήγαιναν στο πανεπιστήμιο της Θεσσαλονίκης».
«Τα τζάμια σπάσαν όλα και τα θραύσματα πέσαν πάνω στα κεφάλια μας»
Στη συνέχεια, περιγράφει τη στιγμή που έμελλε να κοστίσει τη ζωή σε δεκάδες ανθρώπους σημειώνοντας ότι «φτάσαμε κοντά στα Τέμπη, όπου άλλοι κοιμόντουσαν, άλλοι διάβαζαν, εγώ είχα μπροστά μου το laptop, ακούμε έναν εκκωφαντικό θόρυβο και το βαγόνι 5 άρχισε να τραντάζεται στον αέρα».
«Τα τζάμια σπάσαν όλα και τα θραύσματα πέσαν πάνω στα κεφάλια μας. Αυτό που είπαμε όλοι ήταν «Θεέ μου θα πεθάνουμε». Παιδιά έκλαιγαν, γυναίκες φώναζαν. Το βαγόνι πήρε μια κλίση προς την άλλη μεριά του δρόμου και ήμασταν όλοι σε πανικό.
Πήγαμε να ανοίξουμε την πόρτα αλλά ήταν φρακαρισμένη και δεν μπορούσαμε να βγούμε έξω. Κάποιος έδωσε την ιδέα να βγούμε από τα παράθυρα που ήταν σπασμένα τα τζάμια», συνεχίζει.
Στην προσπάθεια να απεγκλωβιστούν από το τρένο αναφέρει ότι «πήγαμε να πηδήξουμε, είδαμε έξω σκοτάδι και γκρεμό, αλλά ήρθαν δύο άνθρωποι και μας άνοιξαν την πόρτα και βγήκαμε από εκεί. Άλλος με το πόδι σπασμένο, άλλος με τα χέρια, παιδιά έκλαιγαν.
Βγήκαμε έξω και απομακρυνθήκαμε από το σημείο και βλέπαμε τη φωτιά στο τρένο και τα ασθενοφόρα να φτάνουν.
Μετά ήρθε η αστυνομία και μας ενημέρωσε ότι έρχονται λεωφορεία για να μας μεταφέρουν στη Λάρισα και μας κατέγραψαν ονόματα και τηλέφωνα.
Ειλικρινά δεν θα ξαναπάρω τρένο. Καλύτερα να πάω με τα πόδια».