Τέμπη: Έρευνα του Ελεγκτικού Συνεδρίου για μεγάλες καθυστερήσεις στα έργα του ΟΣΕ
Τη συστημική παθογένεια των μεγάλων καθυστερήσεων και παρατάσεων στην εκτέλεση των Δημοσίων έργων, που έχουν ανατεθεί κατόπιν δημόσιου διαγωνισμού στηλιτεύει το Ελεγκτικό Συνέδριο στην τελευταία έκθεσή του.
Μόλις λίγες ημέρες μετά το τραγικό πολύνεκρο δυστύχημα στα Τέμπη στο φως της δημοσιότητας έρχεται έκθεση του Ανωτάτου Δημοσιονομικού Δικαστηρίου στην οποία καταγράφονται καθυστερήσεις, οι οποίες φτάνουν «κατά μέσο όρο 2,5 φορές περισσότερο από όσο είχε αρχικά εκτιμηθεί», ενώ οι παρατάσεις αφορούν περίπου τα 2/3 των συνολικών έργων, που ελέγχθηκαν. Ειδική μνεία στην έκθεση γίνεται μάλιστα και για δύο περιπτώσεις καθυστερήσεων που αφορούν στην εταιρεία «ΕΡΓΑ ΟΣΕ Α.Ε.».
Μελέτες έργων του ΟΣΕ
Διαπιστώθηκε σε ορισμένες περιπτώσεις ότι δεν είχαν εκπονηθεί πριν από τη δημοπράτηση του έργου κάποιες από τις απαιτούμενες μελέτες ή δεν είχαν επικαιροποιηθεί ή εμπεριείχαν σφάλματα, ιδίως ως προς την ύπαρξη και την ακριβή θέση των δικτύων των οργανισμών κοινής ωφελείας και τις προμετρήσεις των εργασιών, η αναγκαιότητα διόρθωσης των οποίων προκάλεσε καθυστερήσεις.
Μάλιστα, το Ελεγκτικό Συνέδριο υπογραμμίζει ότι «σε έργο αναβάθμισης σιδηροδρομικής γραμμής η μη εκπόνηση πριν από τη δημοπράτηση μελέτης πυροπροστασίας και μελέτης εφαρμογής κυκλοφοριακής εξασφάλισης ασφαλούς κυκλοφορίας συρμών προκάλεσε καθυστέρηση 5 μηνών».
Σε άλλο σημείο, οι σύμβουλοι του Ελεγκτικού Συνεδρίου αναφέρονται σε σημαντικές καθυστερήσεις καθώς «δεν είχαν εκτελεσθεί οι απαιτούμενες προκαταρκτικές εργασίες πριν από τη δημοπράτηση του έργου, ενώ σε πολλές περιπτώσεις, τα έργα δημοπρατήθηκαν χωρίς να έχουν εκδοθεί οι απαιτούμενες άδειες και εγκρίσεις».
Για παράδειγμα αναφέρονται σε έργο αναβάθμισης σιδηροδρομικής γραμμής, «το οποίο εκτελέστηκε σε συνέχεια διαλυθείσας εργολαβίας και σημειώθηκε σημαντική καθυστέρηση μέχρι να ολοκληρωθεί η καταγραφή των εκτελεσθεισών, με τη διαλυθείσα σύμβαση, εργασιών, ενώ παρουσιάστηκαν προβλήματα και κατά τη διαδικασία ανάληψης και αξιοποίησης των υλικών της υπηρεσίας που θα ενσωματώνονταν στο έργο».
Έλεχγος σε 24 φορείς
Ο έλεγχος του Ελεγκτικού Συνεδρίου διενεργήθηκε σε 24 φορείς. Έτυχαν επεξεργασίας 1.162 δημόσια έργα προκειμένου να διαπιστωθεί αν και σε ποιο βαθμό καθυστέρησε η εκτέλεσή τους. Όλα τα έργα είχαν ανατεθεί κατόπιν δημόσιου διαγωνισμού.
Οι 24 φορείς που ελέχθησαν είναι: Υπουργείο Υποδομών και Μεταφορών, οι εταιρείες ΕΡΓΑ ΟΣΕ ΑΕ, ΚΤΙΡΙΑΚΕΣ ΥΠΟΔΟΜΕΣ ΑΕ, ΕΓΝΑΤΙΑ ΟΔΟΣ Α.Ε., οι περιφέρειες Αττικής, Θεσσαλίας και Πελοποννήσου, οι Δήμοι Αγρινίου, Ιεράς Πόλεως Μεσολογγίου, Ναυπακτίας, Θέρμου, Ακτίου-Βόνιτσας, Ηρακλείου, Μαλεβιζίου, Χερσονήσου, Μινώα Πεδιάδας, Αρχανών Αστερουσίων, Πατρέων, Δυτικής Αχαΐας, Αιγιαλείας, Καλαβρύτων, Ερυμάνθου και ΔΕΥΑ Πάτρας και Αιγιαλείας.
Από το Ελεγκτικό Συνέδριο στη συνέχεια, ελέγχθηκαν δειγματοληπτικά 140 έργα. Σύμφωνα με το πόρισμα ελέγχου: «Διαπιστώθηκαν πολύ μεγάλες καθυστερήσεις κατά την εκτέλεση των δημοσίων έργων. Χορηγήθηκαν παρατάσεις στα 2/3 του συνόλου των έργων (σε 779 από τα 1.162 έργα), ενώ η εκτέλεση των έργων αυτών διήρκησε κατά μέσο όρο 2,5 φορές περισσότερο από όσο είχε αρχικά εκτιμηθεί».
Παρατάσεις μεγαλύτερες κατά 2,5 φορές
«Οι φορείς κατά κανόνα αποδέχονται τα αιτήματα παράτασης των αναδόχων και δεν αναζητούν την τυχόν ευθύνη τους για την επέλευση των καθυστερήσεων και δεν προκύπτει ότι η επίβλεψη των έργων ασκείται με την ενδεδειγμένη επιμέλεια», ενώ «η χορήγηση των παρατάσεων δεν αιτιολογείται με επάρκεια αλλά στερεοτυπικά», αναφέρει η έκθεση και προσθέτει: «Σε πολλές περιπτώσεις οι καθυστερήσεις οφείλονται σε σφάλματα του φορέα κατά την κατάρτιση της μελέτης και των τευχών δημοπράτησης».
Ειδικότερα, σε ορισμένες περιπτώσεις, χορηγήθηκαν παρατάσεις χωρίς ευθύνη του αναδόχου, ενώ ήταν πρόδηλο ότι είχαν σημειωθεί μεγάλες καθυστερήσεις κατά την εκτέλεση των έργων, ενώ «διαπιστώθηκε ελλιπής επίβλεψη των έργων.
Ακόμη, στην γνωμοδότηση αναφέρεται ότι από τον έλεγχο, προκύπτει ότι «η τάση των δημόσιων φορέων κατά κανόνα είναι να επιδεικνύουν μεγάλη ανοχή στους αναδόχους σε περίπτωση καθυστερήσεων, προκειμένου να αποφύγουν τη διοικητική επιβάρυνση και τις περαιτέρω καθυστερήσεις που θα συνεπαγόταν η σύγκρουση με αυτούς, ενώ η χορήγηση παρατάσεων δεν αιτιολογείται με επάρκεια αλλά στερεοτυπικά».
Χρηματοδοτήσεις
«Παρά τις καθυστερήσεις στα έργα συνεχιζόντουσαν οι χρηματοδοτήσεις, ανεξάρτητα αν προϋπόθεση της χρηματοδότησης ήταν η ολοκλήρωση του έργου» υπογραμμίζει το Ελεγκτικό Συνέδριο και συνεχίζει:
«Σε ορισμένες περιπτώσεις, οι καθορισθείσες προθεσμίες εκτέλεσης του έργου ήταν εμφανώς μη ρεαλιστικές. Παρατηρήθηκε σε αυτές τις περιπτώσεις ότι καθορίσθηκαν βραχύτατες προθεσμίες εκτέλεσης έργων, οι οποίες δεν μπορούσαν εκ των πραγμάτων να τηρηθούν, με αποτέλεσμα την πρόκληση καθυστερήσεων πολλαπλάσιων σε διάρκεια σε σχέση με τις αρχικές συμβατικές προθεσμίες.
Στην πλειονότητα των περιπτώσεων αυτών, ο καθορισμός βραχύτατων προθεσμιών εκτέλεσης των έργων συνδεόταν με τη χρηματοδότησή τους, αφού συνιστούσε προϋπόθεση της χρηματοδότησης η εντός ορισμένου χρονικού πλαισίου ολοκλήρωσή τους.
«Ιδιαίτερα σε ορισμένα συγχρηματοδοτούμενα έργα τέθηκαν, προκειμένου να μη χαθεί η χρηματοδότηση, τόσο βραχείες προθεσμίες εκτέλεσης, ώστε με βεβαιότητα δεν θα επαρκούσαν για την ολοκλήρωση των έργων» υπογραμμίζουν οι δικαστές του Ελεγκτικού Συνεδρίου.