ΕΛΛΑΔΑ

Απασχόληση προσφύγων: Αναγκαία αλλά με εμπόδια, διαπιστώνει νέα έρευνα

Απασχόληση προσφύγων: Αναγκαία αλλά με εμπόδια, διαπιστώνει νέα έρευνα
Οι επιχειρήσεις πάντως είναι πρόθυμες να βρουν λύσεις για να απασχολήσουν πρόσφυγες ΙΝΤΙΜΕ

Ένας πολύ μικρός αριθμός επιχειρήσεων στην περιφέρεια απασχολεί σήμερα ή έχει απασχολήσει στο παρελθόν πρόσφυγες ή αιτούντες άσυλο και οι κυριότεροι λόγοι είναι η γραφειοκρατία στην απόκτηση εγγράφων εργασίας και ασφάλισης, αλλά και σε ορισμένες περιπτώσεις η ανεπαρκής χρήση της ελληνικής γλώσσας από τους πρόσφυγες και η έλλειψη ειδίκευσης σε ορισμένες θέσεις εργασίας.

Την ίδια ώρα, πάντως, οι επιχειρήσεις δηλώνουν τη διάθεση να βρουν λύσεις για την απασχόληση προσφύγων.

Τα παραπάνω προκύπτουν από έρευνα με θέμα «Κινητικότητα και απασχόληση προσφυγικών πληθυσμών στην ελληνική περιφέρεια» που διεξήγε ο διδάσκων στο Πάντειο Πανεπιστήμιο, Απόστολος Καψάλης, για λογαριασμό του Δικτύου Πόλεων για την Ένταξη, με χρηματοδότηση από τον Διεθνή Οργανισμό Μετανάστευσης, στο πλαίσιο στήριξης που παρέχεται προς το Δίκτυο, στη βάση τριμερούς συνεργασίας με το δήμο Αθηναίων.

Κύριος στόχος της έρευνας ήταν ο εντοπισμός των εμποδίων που αναχαιτίζουν ή και ακυρώνουν τις υπάρχουσες προοπτικές απασχόλησης προσφυγικών πληθυσμών στην περιφέρεια. Στο επίκεντρο τέθηκε η εμπειρία των εργοδοτών και οι προκλήσεις που αντιμετωπίζουν στην προσπάθειά τους να εντάξουν στο δυναμικό τους πρόσφυγες. Για το λόγο αυτό η έρευνα διεξήχθη σε 41 επιχειρήσεις σε τρεις γεωγραφικές περιοχές της χώρας, τις περιφέρειες Ηπείρου, Θεσσαλίας και Κρήτης. Η κάθε μία από τις επιχειρήσεις αυτές απασχολεί κατά μέσο όρο 120 άτομα. Στο δείγμα εκπροσωπήθηκαν οι κυριότεροι κλάδοι οικονομικής δραστηριότητας: η αγροτική και ζωική παραγωγή και επεξεργασία, η εξόρυξη αδρανών υλικών, οι κατασκευές, η βιομηχανία τροφίμων, το χονδρικό και λιανικό εμπόριο, οι υπηρεσίες τουρισμού και εστίασης, η μεταποίηση και οι υπηρεσίες μεταφορών.

Η καινοτομία της έρευνας, όπως εξηγεί στο ΑΠΕ-ΜΠΕ ο νομικός και διδάσκων στο Πάντειο Πανεπιστήμιο, Απόστολος Καψάλης, είναι ότι εκτός από την καταγραφή του προβλήματος της περιορισμένης μετακίνησης των προσφύγων από τα μεγάλα αστικά κέντρα προς την περιφέρεια και της μικρής απορρόφησής τους από επιχειρήσεις της περιφέρειας «διερευνήθηκε ο τρόπος με τον οποίο βλέπουν οι ίδιες οι επιχειρήσεις τον εαυτό τους ως συμμετέχοντες σε μια προσπάθεια να λυθεί το πρόβλημα αυτό».

Ως κεντρικό εύρημα της έρευνας αναδεικνύει ο κ. Καψάλης το ότι «οι επιχειρήσεις στην Ελλάδα έχουν τη διάθεση να συμμετέχουν ενεργά στην επίλυση του ζητήματος» εφαρμόζοντας έστω πιλοτικά έναν μηχανισμό ασφαλούς μετακίνησης προσφυγικών πληθυσμών προς την περιφέρεια. Αυτό, εκτιμά ο ίδιος, ότι είναι «η αρχή της λύσης, ένα πολύ σημαντικό βήμα από τη στιγμή που καταγράφεται σε τέτοιο έντονο βαθμό».

Όπως διαπιστώθηκε κατά την έρευνα, η διερεύνηση της προοπτικής πρόσληψης προσφυγικών πληθυσμών επαφίεται σε μεγάλο βαθμό στις προσωπικές επαφές των εκπροσώπων των επιχειρήσεων. Την ίδια ώρα οι εργοδότες που απασχολούν ήδη πρόσφυγες εκφράζονται συχνότερα με θετικό τρόπο. Πιο συχνή διαπιστώνεται η απασχόληση μεταναστών, κυρίως από γειτονικές χώρες, σε ποσοστά που σε ορισμένες περιπτώσεις αγγίζουν το 20% του συνολικού αριθμού των εργαζόμενων μιας επιχείρησης.

Η πρόσληψη προσφύγων καθίσταται σε πολλές περιπτώσεις αναγκαία λόγω του περιορισμένου αριθμού Ελλήνων εργαζομένων για την κάλυψη των αναγκών των επιχειρήσεων. Μάλιστα, οι εργοδότες έκαναν συχνά αναφορά και στις προοπτικές απασχόλησης Ουκρανών προσφύγων, λόγω της πεποίθησης ότι γνωρίζουν αρκετές γλώσσες.

Τα προβλήματα από την απασχόληση προσφύγων που ανέφεραν οι εργοδότες αφορούν στην ανεπαρκή γνώση της ελληνικής γλώσσας (η οποία συχνά υπερβαίνεται εάν υπάρχει στοιχειώδης γνώση της αγγλικής) και στην έλλειψη ειδίκευσης και κατάρτισης για ορισμένες θέσεις εργασίας και μάλιστα εκφράστηκαν ανησυχίες για την αργοπορία στην υλοποίηση πρωτοβουλιών ταχύρρυθμης κατάρτισης των προσφύγων με στόχο την απασχόληση. Σημαντικός ανασταλτικός παράγοντας είναι επίσης, η γραφειοκρατία που περιβάλλει την απόκτηση εγγράφων εργασίας και ασφάλισης. Πρωτίστως όμως, προβληματισμοί εκφράστηκαν από τις αιφνίδιες αποχωρήσεις από την επιχείρηση χωρίς έγκαιρη προειδοποίηση του εργοδότη, φαινόμενο που αφορά κυρίως πρόσφυγες που επιθυμούν να φύγουν από τη χώρα. Στην έρευνα σημειώνεται ότι ιδιαιτερότητες που έχουν να κάνουν με τη διαφορετική κουλτούρα αναφέρθηκαν σπανιότατα στις απαντήσεις των εργοδοτών.

Έπειτα από βιβλιογραφική έρευνα που έγινε για τους σκοπούς της έρευνας εντοπίστηκε επίσης, ότι τα κυριότερα προβλήματα που αντιμετωπίζουν οι πρόσφυγες στην απόφαση μετεγκατάστασής τους στην περιφέρεια, είναι η εποχικότητα και η προσωρινότητα των προσφερόμενων θέσεων εργασίας. Μείζονα ανασταλτικό παράγοντα αποτελούν, επίσης, η έλλειψη διαθέσιμων κατοικιών προς ενοικίαση και τα υψηλά ενοίκια. Τα αστικά κέντρα από την άλλη πλευρά, ενισχύουν το αίσθημα ασφάλειας των προσφύγων αφενός γιατί εκεί λειτουργούν φορείς της κοινωνίας των πολιτών και διεθνείς οργανισμοί και αφετέρου γιατί εκεί βρίσκονται οι υπηρεσίες ασύλου, όπου συχνά πρέπει να μεταβαίνουν για την τακτοποίηση των υποθέσεών τους. Την ίδια ώρα, πάντως, η παράλληλη στήριξη της πρόσβασης στην εργασία και για τα υπόλοιπα μέλη της οικογένειας ενισχύει την απόφαση των προσφύγων για μετεγκατάσταση από τα μεγάλα αστικά κέντρα στην περιφέρεια της χώρα.

Στο πλαίσιο της έρευνας διατυπώνονται, τέλος, και προτάσεις πολιτικής που αφορούν μεταξύ άλλων στη δημιουργία ενός μηχανισμού που θα επιτύχει τη σύμπραξη σε τοπικό επίπεδο ανάμεσα στους εμπλεκόμενους φορείς, καθώς και στην ανάπτυξη μιας εύκολα προσβάσιμης ηλεκτρονικής πλατφόρμας μέσα από την οποία θα μπορεί να γίνεται απευθείας διασταύρωση της προσφοράς εργασίας με τη ζήτηση. Εξάλλου, οι εργοδότες προτάσσουν την ανάγκη ενός συνολικότερου στρατηγικού σχεδιασμού για την ενίσχυση της πρόσβασης των προσφυγικών πληθυσμών στην απασχόληση και της ασφαλούς μετεγκατάστασής τους προς την περιφέρεια. Στο πλαίσιο αυτό, ζητούν να υπάρχουν και επιμέρους δράσεις, όπως η εξειδικευμένη και ταχύρρυθμη επαγγελματική κατάρτιση, τα μαθήματα γλώσσας και επαγγελματικής ορολογίας και η ανάληψη ρύθμισης γραφειοκρατικών ζητημάτων.