Του Άη Γιάννη του Κλήδονα ακόμα ανάβουν φωτιές στις γειτονιές (pics)
Ανανεώθηκε:
«Ανάβουνε φωτιές στις γειτονιές του Αη Γιάννη αχ, πόσα ξέρεις και μου λες. Αχ, πόσα τέτοια ξέρεις και μου λες που ’χουν πεθάνει», θα έγραφε ο Μάνος Ελευθερίου και θα τραγουδούσε σε μια εμβληματική ερμηνεία ο Δημήτρης Μητροπάνος.
Οι στίχοι αναφέρονται στο έθιμο του Άη Γιάννη του Κλήδονα το οποίο γιορταζόταν στο παρελθόν στις 24 Ιουνίου και μέχρι πρότινος είχε σχεδόν εξαφανιστεί. Φέτος, όμως, σε πολλές γειτονιές, πολιτιστικοί σύλλογοι το αναβίωσαν.
Ανήμερα του Άη Γιάννη του Κλήδονα, οι κάτοικοι πολλών συνοικιών και χωριών άναβαν φωτιές στη μέση του δρόμου χορεύοντας γύρω και πηδώντας από πάνω τους. Σύμφωνα με το έθιμο, ο «Κλήδονας» αποκάλυπτε στις ανύπαντρες κοπέλες ποιον πρόκειται να παντρευτούν. Η διαδικασία έχει ως εξής: Οι ανύπαντρες κοπέλες του χωριού μαζεύονται σε ένα σπίτι και μία εξ αυτών πρέπει να πάει σε πηγάδι και να μεταφέρει το λεγόμενο «αμίλητο νερό». Στην επιστροφή δεν πρέπει να μιλήσει σε κανέναν, ακόμα και αν της αποσπάσουν την προσοχή. Αν παραβεί αυτόν τον κανόνα το νερό πρέπει να χυθεί και η διαδικασία να γίνει από την αρχή.
Εν συνεχεία κάθε κοπέλα ρίχνει στον «Κλήδονα», στο δοχείο δηλαδή, από ένα προσωπικό της αντικείμενο και λέγεται ότι στον ύπνο της θα δει εκείνον που θα παντρευτεί. Στη φωτιά που άναβαν κατά τους εορτασμούς ρίχνονταν και καίγονταν και τα Μαγιάτικα στεφάνια.
Η όλη μαντική διαδικασία έχει τις ρίζες της στην αρχαιότητα, ενώ η φωτιά ως εξαγνιστήρια δύναμη παραπέμπει σε αρχαίες δοξασίες και συνδέεται με το θερινό ηλιοστάσιο, το οποίο είναι μερικές μέρες νωρίτερα. Το έθιμο γιορταζόταν και σε πολλές γειτονιές της Αθήνας πριν από κάποιες δεκαετίες. Ωστόσο η έλλειψη δημοσίων χώρων, το πλήθος των παρκαρισμένων οχημάτων και οι γρήγοροι ρυθμοί ζωής, το οδήγησαν σε παρακμή ως και σε εξαφάνιση.
Παρ' όλα αυτά η ανάγκη της γειτονιάς να βρεθεί ξανά, να διασκεδάσει και να ξεχαστεί, με το κύμα ακρίβειας να καλπάζει γοργά και ειδικά μετά από δύο χρόνια σιωπής των πολιτιστικών εκδηλώσεων λόγω της πανδημίας, οδήγησαν σε προσπάθειες αναβίωσης μέρους του εθίμου. Μπορεί το αμίλητο νερό να μην υπάρχει πλέον, καθώς λιγοστά πηγάδια σώζονται πια στις πόλεις αλλά πολιτιστικοί σύλλογοι όπως ο «Πολιτιστικός Σύλλογος Άνω Αμπελοκήπων» αναβίωσαν το έθιμο την παραμονή του Άη Γιάννη. Στο παρκάκι στη συμβολή των οδών Τριφυλίας και Λάμψα στήθηκε μια γιορτή με ζωντάνια και κέφι που θύμιζε τα μεγάλα πανηγύρια των παιδικών μας χρόνων στο χωριό.
Το βασικό στοιχείο όμως εδώ, είναι η φωτιά. Η φωτιά που προκαλεί δέος, η φωτιά που εξαγνίζει, η φωτιά που σμίγει τη γειτονιά. Άνθρωποι όλων των ηλικιών πέρασαν από πάνω της χορεύοντας και γελώντας. Κρατώντας ο ένας τον άλλο σφιχτά από το χέρι, καθαρίζοντας αυτό το «απρόσωπο» που μας περιβάλλει πλέον στη σύγχρονη ζωή.
Μέχρι και οι ενήλικοι γίνονταν παιδιά. Λες και το κατόρθωμα να περάσεις πάνω από τις φλόγες, σου αφαιρούσε χρόνια και σε γύριζε σε εποχές ανέμελες, χωρίς άγχη και υποχρεώσεις. Τουλάχιστον μέχρι να προσγειωθείς στην άλλη πλευρά. Όταν τα πόδια ξαναπατούν κάτω, μεταφέρεσαι ξανά στο σήμερα αλλά με ένα κομμάτι από το βάρος που ο καθένας μας κουβαλάει να λείπει.
Γιατί εν τέλει στην πραγματικότητα αυτό είναι ο Κλήδονας. Μια ευκαιρία η γειτονιά να θυμηθεί ότι στα «κελιά» των πολυκατοικιών δεν είναι ο καθένας μόνος του αλλά όλοι μαζί. Να δοθούν τα χέρια και να υψωθεί η αλληλεγγύη μεταξύ των γειτόνων λίγο ψηλότερα. Ο γείτονας που βλέπεις κάθε μέρα όταν φεύγεις για δουλειά και ίσως να μην χαιρετάς, η φοιτήτρια στην γωνιακή γκαρσονιέρα που διαβάζει στο μπαλκόνι, η ηλικιωμένη γειτόνισσα που βρίσκεις κάθε απόγευμα στο μίνι μάρκετ, εκείνα τα παιδιά που μαζεύονται στο πάρκο. Ήταν όλοι εκεί, πιάσανε σφιχτά τα χέρια και ήρθαν εγγύτερα. Και αυτό είναι υπέροχο.