Δίκη Κορκονέα: Αντιδικονομικές πρακτικές καταγγέλλουν οι συνήγοροι της οικογένειας Γρηγορόπουλου
Την τήρηση της νόμιμης διαδικασίας, την εφαρμογή του Κώδικα Ποινικής Δικονομίας, την άρση της αποστέρησης του δικονομικού ρόλου και την κλήτευση και εξέταση μαρτύρων ζητά η οικογένεια του Αλέξανδρου Γρηγορόπουλου από το Εφετείο Λαμίας στη δίκη για τον Επαμεινώνδα Κορκονέα.
Αναλυτικά, στην δήλωση - αίτηση που ανακοίνωσε η δικηγόρος της οικογένειας Ζωή Κωνσταντοπούλου, αναφέρονται τα εξής:
"Είμαστε η μητέρα και η αδελφή του δολοφονηθέντος Αλέξανδρου Γρηγορόπουλου. Από την πρώτη στιγμή της προδικασίας, μετά την στυγερή δολοφονία του παιδιού και αδελφού μας, παρασταθήκαμε στην διαδικασία, επιζητώντας δικαιοσύνη και ασκώντας τα δικαιώματα που μας παρέχει ο νόμος και το Σύνταγμα.
Όταν το Δικαστήριό σας, υπό άλλη σύνθεση, και με πρωτοφανή διαδικασία, αναγνώρισε ανύπαρκτο ελαφρυντικό και αποφυλάκισε τον καταδικασθέντα για την εν ψυχρώ δολοφονία του 15χρονου Αλέξανδρου ειδικό φρουρό Επαμεινώνδα Κορκονέα, ζητήσαμε την άσκηση αναίρεσης από τον κ. Εισαγγελέα του Αρείου Πάγου. Η αίτησή μας έγινε δεκτή, ο κ. Εισαγγελέας άσκησε την αναίρεση και η απόφαση αναιρέθηκε, με την πρόσφατη, ομόφωνη, ιστορική απόφαση της Ολομέλειας του Αρείου Πάγου.
Μετά από αυτήν την δικαίωση, περιμέναμε να κλητευθούμε για την νέα δίκη. Με κατάπληξη ωστόσο πληροφορηθήκαμε, τυχαία, ότι η δίκη είχε προσδιορισθεί για την 11-5-2022, χωρίς να κλητευθούμε!
Και όταν αναζητήσαμε πληροφορίες και εξηγήσεις, πληροφορηθήκαμε από το αρμόδιο Τμήμα της Εισαγγελίας Εφετών Λαμίας ότι η παράλειψη κλήτευσής μας δεν οφειλόταν σε παραδρομή ή σφάλμα, αλλά σε εντολή που δόθηκε από τον Προϊστάμενο της Εισαγγελίας Εφετών κ. Μπαντουδάκη!
Πρόκειται για πρωτοφανή, ακραία αντιδικονομική ενέργεια, η οποία καταστρατηγεί τις αρχές του κράτους δικαίου, της δίκαιης δίκης, της ισότητας των όπλων, της διαφάνειας και δημοσιότητας στην λειτουργία της Δικαιοσύνης, παραβιάζει κατάφωρα αυτή την ίδια την αρχή της αμεροληψίας και υπονομεύει την θεμελιώδη αρχή της ουσιαστικής αναζήτησης της αλήθειας. Πρόκειται, επιπλέον, για ενέργεια που κατατείνει στην κατάργησή μας από διαδίκους και στην εξοικονόμηση αντιδικονομικών πλεονεκτημάτων στον κατηγορούμενο. Διερωτώμεθα τι θα συνέβαινε εάν δεν πληροφορούμασταν τυχαία, μέσω των συνηγόρων μας, την αρχική δικάσιμο και σε ποιο νέο δικαστικό αγώνα θα έπρεπε να επιδοθούμε για να αποκαταστήσουμε τη νομιμότητα, έχοντας αποστερηθεί δολίως και υποβολιμαίως την ιδιότητα των διαδίκων, με την οποία ενεργούμε εδώ και 14 χρ΄νια και την οποία ουδέποτε απεμπολήσαμε. Διερωτώμεθα ποια ενημέρωση θα διδόταν στους ενόρκους που θα κληρώνονταν ως μέλη της σύνθεσης, για την απουσία μας. Δεν εμφανισθήκαμε γιατί δεν ενδιαφερόμαστε; Δεν εμφανισθήκαμε γιατί δεν δικαιούμαστε; Τι συνθήκη θα διαμορφωνόταν στην αίθουσα του Δικαστηρίου σας, με την παρουσία μόνον του κατηγορουμένου και χωρίς την παρουσία μαρτύρων αλλά και ημών των συγγενών, μητέρας και αδελφής του δολοφονημένου Αλέξανδρου; Προφανώς ανάλογη συνθήκη με εκείνη που διαμορφώθηκε προ ετών με την ερήμην μας, εν κρυπτώ, συνεδρίαση με την οποία αποφυλακίσθηκε ο ενεχόμενος στην δολοφονία και αθωωθείς με την αναιρεθείσα απόφαση του Δικαστηρίου σας Βασίλειος Σαραλιώτης.
Έχουμε ζήσει αρκετές εμπειρίες στη διάρκεια αυτής της δίκης, και εμείς και οι συνήγοροί μας, για να ξέρουμε ότι, δυστυχώς, γύρω από αυτήν την υπόθεση εξακολουθούν να ενεργοποιούνται στο παρασκήνιο και στο προσκήνιο μηχανισμοί υπόθαλψης του δράστη της δολοφονίας.
Και γνωρίζουμε άριστα ότι, όσο ανεπιθύμητη και αν είναι η παρουσία μας σε εκείνους που επιθυμούν μια δίκη κομμένη και ραμμένη στα μέτρα του δράστη, η κλήτευσή μας είναι υποχρεωτική. Η παράλειψή της προκαλεί ακυρότητα. Η εντολή παράλειψής της ιδρύει αυτοτελή ευθύνη του παραγγέλλοντος.
Όλα τα ανωτέρω εκθέσαμε ενώπιον των τακτικών δικαστών του Δικαστηρίου σας την 11-5-2022, αντιλέγοντας στην πρόοδο της διαδικασίας και ζητώντας την αναβολή της δίκης και την κλήτευσή μας, καθώς και την κλήτευση μαρτύρων. Το Δικαστήριο ανέβαλε την υπόθεση αορίστως, προκειμένου να κλητευθούμε, επιβεβαιώνοντας ότι η απόπειρα εξαίρεσής μας από τη διαδικασία και διεξαγωγή στης εν κρυπτώ ήταν παράνομη.
Ωστόσο, πριν στεγνώσει το μελάνι της αποφάσεως, ο ίδιος Εισαγγελέας Εφετών Λαμίας κ. Μπαντουδάκης εξέδωσε νέα κλήση για την 8/6/2022, πρώτη διαθέσιμη δικάσιμο μετά την αναβολή. Οι αστραπιαία, για δεύτερη φορά, κινητοποίηση του Εισαγγελέως για τάχιστο προσδιορισμό της υποθέσεως είναι δυστυχώς συμβατή με την πληροφόρησή μας ότι η υπεράσπιση ισχυρίζεται και κομπάζει ότι έχει εξασφαλίσει τη νέα αποφυλάκιση Κορκονέα, με νέα αναγνώριση ελαφρυντικού και με τάχιστο προσδιορισμό της υποθέσεως.
Για όλα αυτά πραγματοποίησαν οι συνήγοροί μας δημόσια δήλωση προχθές 7/6/2022, ενώ και εμείς προσελθούσες στην έδρα του Δικαστηρίου σας και ήδη προ της συγκρότησής του δηλώσαμε την πρόθεσή μας να παρασταθούμε στην διαδικασία και να ασκήσουμε τα δικαιώματά μας ως διαδίκων και των πιο στενών συγγενών του δολοφονημένου Αλέξανδρου.
Και ενώ το Δικαστήριο δεν είχε ακόμη συγκροτηθεί και δεν είχαν κληρωθεί ένορκοι, ώστε να βρίσκεται σε νόμιμη σύνθεση, έλαβαν χώρα περιστατικά θλιβερά, τα οποία υποδηλώνουν μεροληπτική συμπεριφορά και προειλημμένη απόφαση ευνοϊκής μεταχείρισης του κατηγορουμένου, με δυσμενή μεταχείριση εναντίον μας και με αποστέρηση ακόμη και των πιο στοιχειωδών δικαιωμάτων μας. Ειδικότερα, ο Εισαγγελέας της έδρας δήλωσε ότι «δεν υπάρχει κατηγορία, συνεπώς δεν υπάρχει και υποστήριξη της κατηγορίας» και επέμενε ότι δεν έπρεπε να έχουμε κλητευθεί. Οι τακτικές δικαστές, χωρίς να έχει γίνει κλήρωση ενόρκων, «απεφάνθησαν» ότι «στερούμαστε του λόγου», ενώ άπαντες, Εισαγγελέας και Δικαστές, επέμεναν να ξεκινήσουν την διαδικασία χωρίς την κλήρωση ενόρκων, επιμένοντας ταυτόχρονα, στις διαμαρτυρίες των συνηγόρων μας, ότι «στερούμαστε του λόγου» και δεν έχουμε δικαίωμα να ζητάμε να συγκροτηθεί το Δικαστήριο με την κλήρωση ενόρκων.
Σε μία κλιμάκωση της έντασης, η Προεδρεύουσα, η οποία επέμενε να εμποδίζει τους συνηγόρους μας από το να μιλήσουν, απήντησε στους συνηγόρους μας «ασκήστε τα δικαιώματά σας». Όταν όμως ασκήσαμε, αμέσως, το δικαίωμα εξαίρεσης των τακτικών δικαστών και του Εισαγγελέως, αυτοπροσώπως και αναφέροντας λεπτομερώς τα γεγονότα που θεμελιώνουν λόγους εξαίρεσης και υπόνοιες μεροληψίας και τα αποδεικτικά μέσα στα οποία ερείδεται η αίτησή μας, η ίδια σύνθεση, χωρίς να κατέβει από την έδρα μετά την ολοκλήρωση της αίτησης εξαίρεσης, σε προφανή προσυνεννόηση η οποία έλαβε χώρα σε μια από τις πάμπολλες, αιφνιδιαστικές, αντιδικονομικές διακοπές που έκανε αυτοκλήτως η έδρα, αποφάσισε την απόρριψη της αίτησης εξαίρεσης ως απαράδεκτης, με την αιτιολογία ότι «στερούμαστε του λόγου». Προηγουμένως, η Πρόεδρος είχε υποδείξει στην Γραμματέα του Δικαστηρίου να μην τηρεί πρακτικά «επειδή στερούμαστε του λόγου» και να μην καταχωρίζει την αίτηση εξαίρεσης. Τελικώς, μετά τη νέα διαμαρτυρία των συνηγόρων μας, οι οποίοι επεσήμαναν ότι αυτό αποτελεί παράβαση καθήκοντος της Προέδρου και εκ μέρους της ηθική αυτουργία σε παράβαση καθήκοντος της Γραμματέως, η Πρόεδρος, μετά την εναγώνια ερώτηση της Γραμματέως για το τι έπρεπε να κάνει, επέτρεψε τελικώς στην κα Γραμματέα να πράξει το καθήκον της και να τηρήσει πρακτικά.
Τελικώς, η κλήρωση των ενόρκων έγινε στις 3 παρά 10 το μεσημέρι και, αμέσως μετά, ζητήσαμε τον λόγο, ο οποίος δεν μας δόθηκε. Έτσι, απαγορεύθηκε από την Πρόεδρο να δηλωθεί ενώπιον του Δικαστηρίου, αμέσως μετά την συγκρότησή του, η παράστασή μας προς υποστήριξη της κατηγορίας. Αμέσως μετά, με αίτημα των συνηγόρων υπεράσπισης και χωρίς να ερωτηθούμε, η δίκη διακόπηκε για σήμερα, μολονότι απέμεναν 10 λεπτά μέχρι την συμπλήρωση του ωραρίου και μολονότι οι ένορκοι είχαν μόλις ανέβει στην έδρα.
Διαρκούσης της χθεσινής θυελλώδους διαδικασίας, έλαβε χώρα, ενώπιον των τακτικών δικαστών του Δικαστηρίου και ενώπιον και εις επήκοον όλου του ακροατηρίου, ένα γεγονός δηλωτικό της αποθράσυνσης του κατηγορουμένου, αλλά και του χαρακτήρα και του βίου του: ένα πρόσωπο του απευθύνθηκε αναφέροντάς του ένα όνομα. Τότε, ο κατηγορούμενος, γυρίζοντας ολόκληρος προς την πόρτα και χειρονομώντας φώναξε: «Να του την έκανα την κεφάλα του…», επαναλαμβάνοντας το ίδιο όνομα και αναφερόμενος προφανώς σε ξυλοδαρμό και χτύπημα στο κεφάλι που ο ίδιος διέπραξε εναντίον άλλου πολίτη. Όλο το ακροατήριο πάγωσε και στην αντίδραση των συνηγόρων μας για αυτό που έγινε, η Πρόεδρος, ενεργώντας απρόσμενα προστατευτικά προς τον κατηγορούμενο του απηύθυνε τη φράση «Ε, μην πετάγεστε κι εσείς»…
Επειδή χθες, μετά την κλήρωση των ενόρκων του Δικαστηρίου σας, δεν επετράπη να διατυπωθεί η δήλωση παράστασης για την υποστήριξη της κατηγορίας, μολονότι οι συνήγοροί μας δήλωσαν προς τούτο το λόγο και επειδή σήμερα υποθέτουμε ευλόγως ότι θα επαναληφθούν οι ίδιες διαδικασίες αποστέρησης του λόγου και των δικαιωμάτων μας και δημιουργίας στρεβλών και παραπλανητικών εντυπώσεων στους ενόρκους, δηλώνουμε ότι σε καμμία περίπτωση δεν παραιτούμαστε κανενός δικαιώματός μας, σε καμμία περίπτωση δεν παραιτούμαστε από την τήρηση του Συντάγματος, των Διεθνών Συμβάσεων, του Νόμου και της Δικονομίας και σε καμμία περίπτωση δεν συναινούμε στην διεξαγωγή μιας δίκης «στα χαρτιά», από Δικαστήριο που δεν θα έχει ακούσει κανένα μάρτυρα και επίσης δεν θα έχει ακούσει την πλευρά της υποστήριξης της κατηγορίας. Κάτι τέτοιο αποτελεί βαρεία παραβίαση της αρχής της δίκαιης δίκης και της αρχής της ακροάσεως.
Εμμένουμε στην εφαρμογή του νόμου και της δικονομίας και ζητούμε να ακουσθούμε εμείς δια των συνηγόρων μας, επί κάθε θέματος πλην της ποινής, να εξετασθώ η πρώτη από εμάς, ως μάρτυρας με κρίσιμο περιεχόμενο κατάθεσης, που απετέλεσε και σημείο αναφοράς στην ασκηθείσα αναίρεση του κ. Εισαγγελέως του Αρείου Πάγου και, βεβαίως, να εξετασθούν οι ουσιώδεις μάρτυρες της υποθέσεως, πολλοί εκ των οποίων κατέθεσαν, ως αυτόπτες και αυτήκοοι, για την πρότερη συμπεριφορά του κατηγορουμένου, στο χρόνο πριν το έγκλημα.
Δια της παρούσης, η οποία ζητούμε να καταχωρισθεί αυτολεξεί στα πρακτικά, υπενθυμίζουμε και αναφερόμαστε στους οικείους κανόνες της ποινικής δικονομίας, που ισχύουν και πρέπει να εφαρμοσθούν εν προκειμένω.
Ειδικότερα:
Σύμφωνα με το αρ. 524 παρ. 1 ΚΠΔ «Η συζήτηση στο δικαστήριο όπου παραπέμφθηκε η υπόθεση κατά τα άρθρα 518 παρ. 2 και 519, γίνεται σύμφωνα με τις σχετικές διατάξεις του Κώδικα».
Από την ανωτέρω διάταξη προκύπτει ότι, εάν αναιρεθεί απόφαση, η διαδικασία ενώπιον του Δικαστηρίου της παραπομπής διεξάγεται όπως όταν εισάγεται το πρώτον η υπόθεση σε αυτό[1], κατ΄εφαρμογή των οικείων διατάξεων. Στο Δικαστήριο της παραπομπής λαμβάνει χώρα νέα αποδεικτική διαδικασία, μέσα στα όρια της αναιρετικής απόφασης και με βάση την κατηγορία, όπως αυτή διαμορφώθηκε μετά την αποδοχή της αναίρεσης[2]. Έτσι, εάν η απόφαση αναιρέθηκε στο σύνολό της, η νέα συζήτηση διεξάγεται εξαρχής, ενώ αν αναιρέθηκε εν μέρει, η νέα συζήτηση αφορά μόνο το μέρος ή το κεφάλαιο που αναιρέθηκε.
Σε κάθε περίπτωση, καθολικής ή μερικής αναίρεσης, εφαρμόζονται οι διαδικαστικοί κανόνες της αντίστοιχης επ’ ακροατηρίω διαδικασίας ουσίας. Εάν αναιρέθηκε απόφαση πρωτοβάθμιου Δικαστηρίου εφαρμόζονται οι διαδικαστικοί κανόνες των άρθρων. 320-408, ενώ εάν αναιρέθηκε απόφαση δευτεροβάθμιου δικαστηρίου, εφαρμόζονται οι διατάξεις των άρθρων 500-503 ΚΠΔ.
Περαιτέρω, σύμφωνα με το άρθρο 500 ΚΠΔ, που αφορά την προπαρασκευαστική διαδικασία ενώπιον του δευτεροβάθμιου δικαστηρίου, «..ο εισαγγελέας .. κλητεύει εμπρόθεσμα (αρ. 166) εκείνον που ασκεί την έφεση και όλους τους άλλους διαδίκους που παραστάθηκαν στην πρωτόδικη δίκη, τον παθόντα, τον μηνυτή και δύο τουλάχιστον μάρτυρες, τους πιο σημαντικούς από εκείνους που εξετάστηκαν στην πρωτόδικη δίκη. Μπορεί επίσης να κλητεύσει νέους μάρτυρες που δεν εξετάστηκαν στο πρωτοβάθμιο δικαστήριο. Η διάταξη του αρ. 327 εφαρμόζεται και σε αυτήν την περίπτωση. Επίσης εφαρμόζονται και οι διατάξεις των άρθρων 321, 325, 326 και 328».
Από τα παραπάνω προκύπτει ότι στο Δικαστήριο της παραπομπής, ο Εισαγγελέας υποχρεούται να κλητεύσει τόσο τον διάδικο με αίτηση του οποίου αναιρέθηκε η απόφαση[3], όσο και όλους τους διαδίκους που είχαν κλητευθεί στην προηγούμενη συζήτηση, επί της οποίας εκδόθηκε η απόφαση που αναιρέθηκε.
Εν προκειμένω, κατά του κατηγορουμένου Επαμεινώνδα Κορκονέα, εξεδόθη, κατόπιν έφεσής του, η υπ’ αρ. 43/2016-55/2019 απόφαση του ΜΟΕ Λαμίας. Με την ανωτέρω απόφαση, ο κατηγορούμενος καταδικάσθηκε σε δεύτερο βαθμό για ανθρωποκτονία με πρόθεση του Αλέξανδρου Γρηγορόπουλου σε ήρεμη ψυχική κατάσταση και με άμεσο δόλο, ενώ, κατά τρόπο προκλητικό και σκανδαλώδη, του αναγνωρίστηκε το ελαφρυντικό του προτέρου σύννομου βίου, σε πλήρη αντίφαση με τις ουσιαστικές παραδοχές της αποφάσεως. Κατά τη διαδικασία ενώπιον του δευτεροβαθμίου Δικαστηρίου, όπως και κατά τη διαδικασία ενώπιον του πρωτοβάθμιου Δικαστηρίου, αμφότερες παραστήκαμε ως πολιτικώς ενάγουσες (υπό τον προϊσχύοντα ΚΠΔ) για την αποκατάσταση της ψυχικής οδύνης που υποστήκαμε από την εν ψυχρώ δολοφονία του υιού και αδελφού μας, σε ηλικία μόλις 15 ετών.
Μετά την έκδοση της απόφασης του ΜΟΕ Λαμίας, υποβάλαμε αίτηση για την αναίρεσή της στον κ. Εισαγγελέα του Αρείου Πάγου. Ο τελευταίος με την υπ’αρ. 49/2019 αίτησή του άσκησε αναίρεση για έλλειψη ειδικής και εμπεριστατωμένης αιτιολογίας και για εσφαλμένη ερμηνεία και εφαρμογή ουσιαστικής ποινικής διάταξης (αρ. 510 παρ. 1 Δ και Ε ΚΠΔ), κατά του σκέλους της ως άνω απόφασης με το οποίο αναγνωρίστηκε στον κατηγορούμενο η ελαφρυντική περίσταση του προτέρου συννόμου βίου. Η παραπάνω αίτηση συζητήθηκε στον Άρειο Πάγο την 22/09/2020, ενώπιον του οποίου κληθήκαμε να παρασταθούμε και παρασταθήκαμε νόμιμα ως διάδικοι, αναπτύξαμε δε ειδικώς τις θέσεις μας με υπόμνημα που καταθέσαμε εντός της χορηγηθείσης προς τούτο προθεσμίας (βλ. σελ. 5 υπ’ αρ. 99/2021 ΑΠ). Το δικάσαν Τμήμα του Αρείου Πάγου, με την εκδοθείσα επί της αναίρεσης απόφασή του (99/2021) έκρινε κατά πλειοψηφία 3-2 δεκτό τον λόγο της έλλειψης ειδικής και εμπεριστατωμένης αιτιολογίας και παρέπεμψε την υπόθεση στην Τακτική Ολομέλεια του Αρείου Πάγου, προκειμένου να αποφασίσει τελειωτικά επί του ζητήματος.
Η Ολομέλεια του Αρείου Πάγου, ενώπιον της οποίας, επίσης, κληθήκαμε να παρασταθούμε και παρασταθήκαμε νόμιμα ως διάδικοι, αναπτύσσοντας επίσης τις θέσεις μας με υπόμνημα, εντός της χορηγηθείσης προς τούτο προθεσμίας, με την υπ’ αρ. 2/2022 ομόφωνη απόφασή της έκανε δεκτό τον ερευνώμενο αναιρετικό λόγο, αναίρεσε την απόφαση του Δικαστηρίου σας (ΜΟΕ Λαμίας), κατά το μέρος με το οποίο αναγνωρίστηκε στον κατηγορούμενο η από το αρ. 84 παρ. 2α του ισχύοντος ΠΚ ελαφρυντική περίσταση του ότι ο υπαίτιος έζησε σύννομα ως τον χρόνο που έγινε το έγκλημα, και παρέπεμψε την υπόθεση για νέα συζήτηση στο Δικαστήριό σας, συγκροτούμενο από δικαστές και ενόρκους άλλους εκτός από εκείνους που συμμετείχαν στη σύνθεση του εκδώσαντος την αναιρεθείσα απόφαση Δικαστηρίου.
Συγκεκριμένα, η δευτεροβάθμια απόφαση αναιρέθηκε για τον λόγο ότι «Σύμφωνα με τις, στο περί ενοχής σκεπτικό παραδοχές της προσβαλλόμενης κατά την κρίση του Δικαστηρίου της ουσίας η τέλεση εκ μέρους του αναιρεσιβλήτου της αξιόποινης πράξης για την οποία κρίθηκε ένοχος δεν ήταν άκρως εξαιρετική και περιστασιακή, όλα δε τα πραγματικά περιστατικά που επίσης δέχθηκε στο σκεπτικό του ότι προηγήθηκαν της ανθρωποκτονίας ως και οι περιστάσεις υπό τις οποίες τελέσθηκε το αδίκημα, που αποκαλύπτουν προηγούμενη συμπεριφορά του κατηγορουμένου ενδεικτική της προσωπικότητάς του υποδηλώνουσα έλλειψη σεβασμού αυτού σε έννομα αγαθά και που, σύμφωνα με όσα έγιναν δεκτά στην προηγηθείσα σκέψη της παρούσης, λαμβάνονται υπόψη για την θεμελίωση του σύννομου βίου οι παραδοχές της προσβαλλόμενης επί της ενοχής επιβάλλετο να συνέχονται μ' αυτές που περιλαμβάνονται στο σκεπτικό της απόφασής του επί του αυτοτελούς ισχυρισμού του πρότερου σύννομου βίου. Όμως στο τελευταίο ουδεμία αναφορά υπάρχει στα εν λόγω περιστατικά καθώς και στα αποδεικτικά μέσα από τα οποία προέκυψαν αυτά, τα οποία εισφέρθηκαν στην ακροαματική διαδικασία γεγονός που επιβάλλεται από την υποχρέωση του Δικαστηρίου για συγκριτική στάθμιση και αξιολογική συσχέτιση του περιεχομένου όλων των αποδεικτικών μέσων. Η έλλειψη αυτή η οποία δεν καλύπτεται από την παράθεση στο περί ενοχής σκεπτικό, αποσπασμάτων των καταθέσεων των ανωτέρω αυτοπτών μαρτύρων, καθιστά ανέφικτο τον αναιρετικό έλεγχο για την εκ μέρους του Δικαστηρίου μετά βεβαιότητας λήψη υπόψη όλων των αποδεικτικών μέσων και περαιτέρω για τον λειτουργικό συσχετισμό και την συναξιολόγηση του περιεχομένου όλων αυτών, έχει δε ως αποτέλεσμα τη δημιουργία κενών τα οποία καθιστούν την αιτιολογία ανεπαρκή, ελλιπή και μη ειδική και εμπεριστατωμένη όπως απαιτείται από τις διατάξεις των άρθρων 193 παρ. 3 του Συντάγματος και την διάταξη του άρθρου 139 του Κ.Π.Δ., με συνακόλουθη συνέπεια η ποινή που λόγω της παραδοχής της εν λόγω ελαφρυντικής περίστασης επιβλήθηκε στον ήδη αναιρεσίβλητο να μην ευθυγραμμίζεται με τη συνταγματική αρχή της αναλογίας κατά τα εκτιθέμενα αναλυτικά γι’ αυτήν στην προηγηθείσα σχετική νομική σκέψη».
Μεταξύ των αποδεικτικών μέσων που κρίθηκε ότι, αν και εισφέρθηκαν στην ακροαματική διαδικασία, εντούτοις δεν προκύπτει ότι λήφθηκαν υπόψη και συνεκτιμήθηκαν από το δευτεροβάθμιο δικαστήριο κατά το σχηματισμό της κρίσης του περί της συνδρομής ή μη του προτέρου συννόμου βίου, περιλαμβάνονται οι καταθέσεις των μαρτύρων Λητούς Βαλιάντζα, Ξενοφώντα Παπαδημητρίου, Κων/νου Λίλα, Ηλία Τζιμπιτζίδη, Ευάγγελου Ζέρβα, Βασιλείου Παλαμάρα, Τριάδας Τζορμπατζούδη, Νικολάου Ρωμανού, Ελευθερίου – Ερμή Τσελέντη, αλλά και η κατάθεση της εξ ημών πολιτικώς ενάγουσας και ήδη παρισταμένης για την υποστήριξη της κατηγορίας Βερζίν Τσαλικιάν (βλ. και αίτηση αναίρεσης του κ. Εισαγγελέως Αρείου Πάγου και ΟλΑΠ 2/2022, η οποία παραπέμπει στα ονοματεπώνυμα που αναφέρονται στον αναιρετικό λόγο). Ειδικά, μάλιστα, η κατάθεση της πρώτης εξ ημών πολιτικώς ενάγουσας και παρισταμένης προς υποστήριξη της κατηγορίας, επισημαίνεται στην αίτηση αναίρεσης που έγινε δεκτή από τον Ολομέλεια του Αρείου Πάγου, ως εξαιρετικά σημαντική σχετικά με την ενδιαφέρουσα κρίση του Δικαστηρίου για την αναγνώριση της ελαφρυντικής περίστασης.
Μετά τα παραπάνω, εισάγεται σήμερα ενώπιόν σας προς νέα συζήτηση σε δεύτερο βαθμό η υπόθεση, προκειμένου να κριθεί εξ υπαρχής το αίτημα του κατηγορουμένου να του αναγνωριστεί η ως άνω ελαφρυντική περίσταση. Ωστόσο, κατά τη νέα αυτή συζήτηση, εμείς ως διάδικοι, υποστηρίζουσες την κατηγορία, αρχικώς δεν κληθήκαμε να παραστούμε και πληροφορηθήκαμε την δικάσιμο τυχαία, από συνάδελφο των πληρεξουσίων μας, ενώ ήδη επιχειρείται η κλήτευσή μας να μετατραπεί σε εικονική. Και αυτό παρά το γεγονός ότι η κλήτευσή μας είναι υποχρεωτική εκ του νόμου, και, επιπλέον, η κατάθεση της πρώτης από εμάς έχει ήδη κριθεί από τον Άρειο Πάγο ως ιδιαίτερα σημαντική για την σχετική κρίση του Δικαστηρίου σας. Το ότι η συζήτηση στο Δικαστήριό σας περιορίζεται στο θέμα της αναγνώρισης ή μη ελαφρυντικής περίστασης στο πρόσωπο του κατηγορουμένου, ουδόλως εξαλείφει την υποχρέωση της κλήτευσης τόσο ημών ως διαδίκων, όσο και των μαρτύρων, αλλά ακριβώς το αντίθετο.
Σύμφωνα και με την κρίση της Ολομέλειας, «..για τη θεμελίωση του συννόμου βίου λαμβάνεται υπόψη η συμπεριφορά του κηρυχθέντος ενόχου μέχρι την τέλεση της αξιόποινης πράξης, λαμβανομένων μάλιστα υπόψη των περιστάσεων υπό τις οποίες τελέσθηκε η πράξη..». Είναι επομένως πασίδηλο, ότι το Δικαστήριό σας οφείλει κατά την κρίση του να αξιολογήσει όλα τα πραγματικά περιστατικά που αφορούν τόσο την προηγούμενη ζωή του κατηγορουμένου, όσο και τις εν γένει συνθήκες υπό τις οποίες τελέστηκε το έγκλημα και τα γεγονότα που προηγήθηκαν της τέλεσής του και αποτέλεσαν αντικείμενο της αποδεικτικής διαδικασίας. Αυτά δε εισφέρονται, μεταξύ άλλων, και από τους μάρτυρες και τους διαδίκους, τους οποίους ο κ. Εισαγγελέας όφειλε, κατά το νόμο, να κλητεύσει στη σημερινή συνεδρίαση.
Το ότι ο τελευταίος επέλεξε, σε μια τόσο σημαντική για τον δημόσιο βίο της χώρας υπόθεση, που έχει συνταράξει την ελληνική κοινωνία και απασχολήσει επί 14 έτη την Ελληνική Δικαιοσύνη, να παραλείψει την εκ του νόμου επιβεβλημένη κλήτευσή μας, παραβιάζοντας τη νόμιμη διαδικασία, καταστρατηγώντας τα δικαιώματά μας ως διαδίκων, τις οποίες με πρωτοφανή τρόπο επιχειρούν ήδη και οι τακτικές δικαστές να αποστερήσουν από τον δικονομικό μας ρόλο και στερώντας από το Δικαστήριο, στην πλήρη σύνθεσή του, αποδείξεις ιδιαίτερα κρίσιμες για το ζήτημα επί του οποίου καλείστε να αποφασίσετε, συνιστά πρωτοφανή παράβαση καθήκοντος και κατάχρηση εξουσίας. Κατά κύριο λόγο όμως, καταστρατηγεί τις αρχές του κράτους δικαίου, διασύρει τη δημοκρατική νομιμότητα, και προσβάλλει βάναυσα το κοινό περί δικαίου αίσθημα που υπερασπίστηκε η αναιρετική απόφαση της Ολομέλειας του Αρείου Πάγου.
Σε κάθε περίπτωση, το Δικαστήριό σας οφείλει να τηρήσει τη νόμιμη διαδικασία
Για τους λόγους αυτούς
Ζ Η Τ Ο Υ Μ Ε
Την τήρηση της νόμιμης διαδικασίας
Την εφαρμογή του Κώδικα Ποινικής Δικονομίας
Την άρση της αποστέρησης του δικονομικού μας ρόλου
Την κλήτευση και εξέταση μαρτύρων, συμπεριλαμβανομένης της πρώτης από εμάς
Την καταχώριση της παρούσης στα πρακτικά της δίκης, κατ΄αρθρο 141 παρ. 2 Κ.Π.Δ.
[1] Βλ. ΑΠ 51/2021, ΤΝΠ ΙΣΟΚΡΑΤΗΣ, ΑΠ 227/2019, ΤΝΠ ΝΟΜΟΣ, ΑΠ 478/2008, ΤΝΠ ΝΟΜΟΣ
[2]Βλ. Βουρλιώτη Χ. σε Μαργαρίτη Λ., Ο νέος Κώδικας Ποινικής Δικονομίας, Ερμηνεία κατ’ άρθρο, Τόμος Δεύτερος (αρ. 462-592), Νομική Βιβλιοθήκη, 2020, σελ. 1906 (αρ. 524).
[3]Βλ. ΑΠ 51/2021, ΤΝΠ ΙΣΟΚΡΑΤΗΣ, ΑΠ 227/2019, ΤΝΠ ΝΟΜΟΣ, ΑΠ 478/2008, ΤΝΠ ΝΟΜΟΣ, Βουρλιώτη Χ. σε Μαργαρίτη Λ.,ό.π., σελ. 1906".