Γονείς Τοπαλούδη: Αυστηροποίηση των ποινών, για να ανατραπεί το χέρι κάθε επίδοξου δολοφόνου
Ανανεώθηκε:
«Τα ισόβια να είναι πραγματικά ισόβια και όχι ποινές χάδια». Η μητέρα της αδικοχαμένης Ελένης Τοπαλούδη κάνει έκκληση να αλλάξει η νομοθεσία για να «ανατραπεί το χέρι κάθε επίδοξου δολοφόνου».
Μιλώντας στον ΑΝΤ1, η κυρία Τοπαλούδη αναφέρθηκε σε οικογένειες που βιώνουν ανάλογα δράματα σε όλη την Ελλάδα, μετά από γυναικοκτονίες που τους έχουν στερήσει αγαπημένα πρόσωπα και τις έχουν βυθίσει στο πένθος.
«Δεν μπορεί να είναι η ποινή μερικά χρονάκια και να λέει ο Αλβανός ότι ζητά δεύτερη ευκαιρία. Το παιδί μου ζητούσε δεύτερη ευκαιρία να το πάνε στο νοσοκομείο και το πέταξαν ζωντανό από τα 10 μέτρα», είπε.
Συγκινησιακά φορτισμένη, ανέφερε πως «ζούμε σε έναν θρήνο, κουβαλάμε έναν σταυρό, μας έχουν σταυρώσει. Φτάνει να περνάνε όλα στο ντούκου και η δολοφονία του παιδιού μου και τόσες δολοφονίες να είναι μόνο ένας αριθμός. Δεν μπορεί να μην νοιάζεται η Πολιτεία».
Με τη σειρά του ο Γιάννης Τοπαλούδης είπε πως οφείλουν όλοι οι γονείς να μάθουν να μεγαλώνουν σωστά τα παιδιά τους και όχι να περιορίζονται στο να τους δώσουν χαρτζιλίκι, ενώ συνυπογράφοντας όσα είπε η σύζυγος του προσέθεσε «θα ζούμε για πάντα έναν τεράστιο ψυχολογικό Γολγοθά» και κάλεσε την Πολιτεία να πάρει αποφάσεις για αυστηροποίηση των ποινών και ουσιαστική στήριξη των οικογενειών των θυμάτων.
Τέλος είπε «δεν ξέρω ποιοι και γιατί φοβούνται να θεσπίσουν ως έγκλημα την γυναικοκτονία, αλλά και την οικογενειοκτονία, γιατί οι δράστες σκοτώνουν όλη την οικογένεια».
Καταπέλτης η εισαγγελική πρόταση για τους δύο δολοφόνους της Ελένης
Να κηρυχθούν ένοχοι, όπως και πρωτόδικα, για τον ομαδικό βιασμό και την άγρια δολοφονία της Ελένης Τοπαλούδη τον Νοέμβριο του 2018 στη Ρόδο, χωρίς την αναγνώριση ελαφρυντικών, πρότεινε η εισαγγελέας της έδρας του Μικτού Ορκωτού Εφετείου της Αθήνας. Οι δύο κατηγορούμενοι, Μανώλης Κούκουρας και Αλέξανδρος Λουτσάι, σε πρώτο βαθμό έχουν καταδικαστεί σε ισόβια για την ανθρωποκτονία και 15 έτη κάθειρξη για τον ομαδικό βιασμό.
Στο δικαστήριο επικράτησε ένταση, όταν η μητέρα της αδικοχαμένης φοιτήτριας κατά τη μεταγωγή των δύο κατηγορουμένων στη δικαστική αίθουσα επιχείρησε να τους επιτεθεί. Η ένταση συνεχίστηκε κατά την έναρξη της αγόρευσης της εισαγγελέως, όταν η μητέρα της φοιτήτριας, Κούλα Αρμουτίδου, ξέσπασε λέγοντας απευθυνόμενη στον κατηγορούμενο αλβανικής καταγωγής «σε τρεις μέρες μου έφαγες το παιδί… Βρωμιάρη…. Ήρθατε από την Αλβανία να σπείρετε τον πόνο».
Η εισαγγελική λειτουργός στην αγόρευσή της εξιστόρησε τα γεγονότα της μοιραίας βραδιάς, όπως αναδείχθηκαν από την ακροαματική διαδικασία.
«Οι κατηγορούμενοι έπεισαν την Ελένη να τους ακολουθήσει στο εξοχικό σπίτι του πρώτου για ένα ποτάκι», τόνισε η εισαγγελέας, χαρακτηρίζοντας το μήνυμα της φοιτήτριας σε φίλη της, στο οποίο της έγραφε «πάρε με τηλέφωνο» ως ένα «μήνυμα ανησυχίας, ότι κάτι δεν πάει καλά».
«Την έριξαν στη θάλασσα για να την παρασύρουν τα ρεύματα»
Σύμφωνα με την εισαγγελική αγόρευση, οι δυο κατηγορούμενοι από κοινού «έκαμψαν την αντίσταση της Ελένης και με την άσκηση σωματικής βίας προχώρησαν μαζί της σε συνουσία… Πώς αποδεικνύεται ο εξαναγκασμός; Από τα χτυπήματα και της γραμμές-χαρακιές στο σώμα, όπως περιέγραψαν οι ιατροδικαστές».
Η εισαγγελέας είπε στην αγόρευσή της στο δικαστήριο:
«Η κοπέλα αντιστάθηκε και τόλμησε να τους πει ότι θα τους καταγγείλει στην αστυνομία. Σε πλήρη νηφαλιότητα αποφάσισαν να την εξοντώσουν. Πήραν το ηλεκτρικό σίδερο, τη χτύπησαν με αλλεπάλληλα χτυπήματα. Τη μετέφεραν στο μπάνιο, η κοπέλα αιμορραγούσε. Υπήρχαν αίματα παντού. Όταν είδαν σε πόσο κρίσιμη κατάσταση ήταν, την έβαλαν στο αυτοκίνητο. Ακολούθως οι κατηγορούμενοι αντιλαμβανόμενοι την κατάσταση μετέφεραν την κοπέλα στο μπάνιο. Εκείνη αιμορροούσε ακατάσχετα και όταν είδαν πόσο κρίσιμη ήταν η κατάσταση την μετέφεραν στο αυτοκίνητο και την έβαλαν στη θέση του συνοδηγού. Το έκαναν και οι δυο μαζί και την οδήγησαν με το αυτοκίνητο στην παραλία της «Φώκιας». Από εκεί ψηλά από ένα βράχο την έριξαν στη θάλασσα για να την παρασύρουν τα ρεύματα και να μην συλληφθούν. (…) Κατόπιν γύρισαν στο σπίτι και το καθάρισαν από αίματα. Καθάρισαν και το αυτοκίνητο, μάζεψαν όλα τα αντικείμενα και αυτά της κοπέλας και σε 45 λεπτά ξαναγύρισαν πάλι στο ίδιο σημείο και τα έριξαν στη θάλασσα. Για κακή τους όμως τύχη κάποια από αυτά κατέληξαν και έμειναν στα βράχια. (…). Μετά γύρισαν στο σπίτι του ο καθένας και έπεσαν για ύπνο συνεχίζοντας ατάραχοι τη ζωή τους. Μέχρι που η σορός της κοπέλας εντοπίστηκε να πλέει στο νερό. Ο θάνατος της Ελένης ήταν εν ζωή. Πέθανε από πνιγμό. …».
«Δεν υπήρξε συναίνεση»
Η εισαγγελέας ανέφερε ότι θα πρέπει να απορριφθεί ο ισχυρισμός των κατηγορουμένων ότι υπήρξε συναίνεση της κοπέλας για σεξουαλική συνεύρεσή της μαζί τους. Η εισαγγελέας, επικαλούμενη τα στοιχεία που προέκυψαν, ανέφερε πως «η θανούσα δεν είχε συναινέσει», κάτι το οποίο προκύπτει, πλέον άλλων στοιχείων και από το γεγονός ότι τα ρούχα της βρέθηκαν σκισμένα, στοιχείο που αποδεικνύει ότι «ασκήθηκε βία. Αν η Ελένη Τοπαλούδη είχε συναινέσει σε όλα αυτό το σκηνικό θα ήταν ακόμη ζωντανή. Θα είχαν τελειώσει όλα ήρεμα και ωραία. Οι κατηγορούμενοι ήταν προετοιμασμένοι για όλο αυτό εκείνο το βράδυ δεν ήταν άλλωστε η πρώτη φορά που έκαναν κάτι τέτοιο. Είχαν προετοιμαστεί όλο το απόγευμα για αυτό και μόλις είδαν ότι η Ελένη αντέδρασε άσκησαν βία. …Η στάση τους μετά τη τέλεση τογ εγκλήματος μαρτυρά σχεδιασμό, εκτέλεση από κοινού και δόλο».
Ακόμη, σύμφωνα με την εισαγγελέα στους δυο κατηγορούμενους δεν θα πρέπει να εφαρμοστεί το άρθρο 36 ή το 34 του Ποινικού Κώδικα περί ανικανότητας για καταλογισμό.
«Δεν προέκυψε από την ακροαματική διαδικασία ότι οι κατηγορούμενοι δεν αντιλήφθηκαν τις πράξεις τους ή είχαν μειωμένη ικανότητα αντίληψης. Ο ψυχίατρος που εξέτασε τους κατηγορουμένους αμέσως μετά τη σύλληψη, δεν διαπίστωσε ψυχοπαθολογίες που θα μπορούσαν να τους επηρεάσουν», ανέφερε η εισαγγελέας στο τέλος της αγόρευσης της.