Νόσος λεγεωνάριων: Πόσο επικίνδυνη είναι για τα παιδιά - Ποια συμπτώματα πρέπει να προσέχουμε
Ανανεώθηκε:
Σε όλες τις ηλικίες αλλά σπανιότερα στα παιδιά, μπορεί να εμφανιστεί η νόσος των λεγωνάριων εξηγεί στο CNN Greece η Mαριαλένα Κυριακάκου παιδίατρος, διδάκτωρ Ιατρικής Σχολής Πανεπιστημίου Αθηνών.
Με αφορμή το αιφνίδιο θάνατο του 7χρονου στο Ιπποκράτειο νοσοκομείο για τον οποίο οι γιατροί ερευνούν το ενδεχόμενο να είχε προσβληθεί από την συγκεκριμένη νόσο, η κυρία Κυριακάκου, ξεκαθαρίζει ότι αυτή θα ήταν μια εξαιρετικά σπάνια περίπτωση καθώς η ασθένεια, εμφανίζει εγκαίρως ήπια αρχικά συμπτώματα και δίνει τα χρονικά περιθώρια να διαγνωστεί και να θεραπευτεί.
«Η νόσος των λεγεωνάριων μπορεί να εντοπιστεί σε οποιαδήποτε ηλικία, με τα ανοσοκατεσταλμένα άτομα και ασθενείς με χρόνιες παθήσεις του αναπνευστικού να είναι πιο ευάλωτοι. Σπάνια σε παιδιά κυρίως σε εφήβους αν εκδηλωθεί ή παιδιά με ανοσοκαταστολή», μας λέει η κα Κυριακάκου.
Πόσο επικίνδυνα είναι τα κλιματιστικά
Σύμφωνα με την παιδίατρο, η νόσος οφείλεται στο gram (-) βακτήριο Λεγιονέλλα pneumo'la, ο οποίος προσβάλλει μέσω εισρόφησης ή εισπνοής σταγονιδίων νερού που περιέχουν το μικροοργανισμό και οδηγεί σε μία βαριάς μορφής πνευμονία.
Πρόκειται για έναν μικροοργανισμό, όπως εξηγεί η κα Κυριακάκου, ο οποίος εντοπίζεται στο νερό που προέρχεται από διάφορες πηγές, ανεξαρτήτων συνθηκών καθώς είναι ένας μικροοργανισμός εξαιρετικά ανθεκτικός, ο οποίος μπορεί να ζήσει σε ένα εύρος θερμοκρασίας από 28 έως και 40oC.
«Η Λεγιονέλλα μπορεί να εντοπιστεί σε στάσιμο νερό λιμνών, σε πισίνες, σε δεξαμενές καθώς επίσης και σε συστήματα ύδρευσης σε μεγάλα κτήρια, ενώ αρκετά συχνά η μεταφορά του μικροοργανισμού μπορεί να πραγματοποιηθεί μέσω υγραντήρων και συστημάτων ψύξης», αναφέρει η παιδίατρος, τονίζοντας ωστόσο ότι ο κίνδυνος εστιάζεται στα κλιματιστικά μεγάλων κτηρίων που έχουν χρόνο να συντηρηθούν και όχι τόσο στα οικιακά κλιματιστικά.
Τα συμπτώματα της νόσου
Το βακτήριο έχει χρόνο επώασης 2 έως 10 ημέρες. Δύο βασικοί παράγοντες κινδύνου για την εκδήλωση της νόσου είναι το κάπνισμα και το αλκοόλ. Ωστόσο, στο σημείο αυτό αξίζει να σημειωθεί πως η νόσος δεν μεταδίδεται από ένα μολυσμένο άτομο σε άλλο.
Αναφορικά, με τα συμπτώματα της νόσου σύμφωνα με την κα Κυριακάκου, μπορεί ο ασθενής στην αρχή να εμφανίζει ήπια συμπτώματα γρίπης, ωστόσο σταδιακά εμφανίζεται βήχας που από ξηρός γίνεται παραγωγικός και αποτελεί την πρώτη ένδειξη προσβολής των πνευμόνων.
«Ο υψηλός πυρετός αποτελεί επίσης ένα βασικό σύμπτωμα, ενώ μπορεί να εκδηλωθούν και συμπτώματα που σχετίζονται με το κεντρικό νευρικό σύστημα όπως λήθαργος και πονοκέφαλος και σπασμοί. Επιπλέον, μπορεί να εντοπιστούν συμπτώματα που σχετίζονται με το γαστρεντερικό σύστημα, όπως διάρροιες και έμετοι καθώς τέλος κάποιοι ασθενείς μπορεί να εμφανίσουν βραδυκαρδία», αναφέρει η παιδίατρος.
Η νόσος μπορεί να οδηγήσει σε σοβαρές περιπλοκές, όπως αναπνευστική ανεπάρκεια ή πολυοργανική ανεπάρκεια. Η θεραπεία της νόσου στηρίζεται στην έγκαιρη χορήγηση αντιβιοτικών με ενδοφλέβιο τρόπο, με τα πιο συνηθισμένα την ερυθρομυκίνη και την αζιθρομυκίνη.
Ωστόσο σε κάποιες περιπτώσεις μπορεί να χρειαστεί ενυδάτωση, χορήγηση οξυγόνου ή ακόμη και υποστήριξη με μηχανική αναπνοή.
«Στα μέτρα πρόληψης εκδήλωσης της νόσου συγκαταλέγονται η τήρηση αυστηρών μέτρων υγιεινής και απολύμανσης όλων των συστημάτων που περιέχουν νερό, όπως είναι τα κλιματιστικά και τα διάφορα είδη μπάνιων. Σημαντικός παράγοντας είναι και η αποφυγή του ενεργητικού αλλά και του παθητικού καπνίσματος, ιδιαίτερα σε χώρους που βρίσκονται ευάλωτα άτομα», καταλήγει η κα Μαριαλένα Κυριακάκου.