Δολοφονία 9χρονης Τζωρτζίνας: Οι καταλυτικές καταθέσεις που οδήγησαν στη σύλληψη Πισπιρίγκου
Στη ΓΑΔΑ παραμένει η 33χρονη Ρούλα Πισπιρίγκου που κατηγορείται για ανθρωποκτονία από πρόθεση της 9χρονης κόρης της, Τζωρτζίνας, ενόσω συνεχίζεται η έρευνα για τον θάνατο των άλλων δύο παιδιών της οικογένειας, της έξι μηνών Ίριδας το 2021 και της 3,5 ετών Μαλένας στο 2019.
Τα στοιχεία που οδήγησαν στη διαλεύκανση του ειδεχθούς εγκλήματος και οδήγησαν τη Ρούλα Πισπιρίγκου κρατούμενη, είναι συγκλονιστικά. Τρεις καταθέσεις - φωτιά είναι αυτές που έριξαν φως σε όσα εξελίχθηκαν μέχρι τον θάνατο του 9χρονου κοριτσιού και επέτρεψαν στους αστυνομικούς να προχωρήσουν στη σύλληψη.
Όπως μετέδωσε η Μίνα Καραμήτρου στο κεντρικό δελτίο ειδήσεων του OPEN, η πρώτη κατάθεση είναι της νοσηλεύτριας μέσα στο νοσοκομείο στην οποία απευθύνθηκε η Πισπιρίγκου όταν το παιδί άρχισε να έχει σπασμούς. Η 9χρονη Τζωρτζίνα έχει ξεκινήσει να έχει σπασμούς, έχει πάθει καρδιακό επεισόδιο και η μητέρα της βγαίνει από το δωμάτιο για να ζητήσει βοήθεια. Απευθύνεται στη νοσηλεύτρια η οποία βρίσκεται στη στάση των νοσηλευτών που βρίσκεται στη μέση του διαδρόμου.
«Ο τρόπος που περπατούσε και το γεγονός ότι δεν καλούσε σε βοήθεια μού έδωσε την εντύπωση ότι θα ζητούσε κάποιο υλικό (π.χ. σεντόνια) ή τη βοήθειά μου να μετακινήσουμε το παιδί. Όταν με πλησίασε, μού είπε κάτι τόσο χαμηλόφωνα, που δεν κατάλαβα τι μού έλεγε. Όταν κατάλαβα ότι το παιδί έκανε επεισόδιο, ενημέρωσα άμεσα την εφημερεύουσα γιατρό», δήλωσε η νοσηλεύτρια για τις στιγμές πριν τον θάνατο του κοριτσιού».
Γνώριζε με ποιον τρόπο θα μπορούσε να χορηγήσει την κεταμίνη
Η δεύτερη πολύ βασική κατάθεση ήταν του ιατροδικαστή, ο οποίος πρώτος μελετώντας τις τοξικολογικές εξετάσεις διαπίστωσε την ποσότητα της κεταμίνης, η οποία έφτανε τα 6,5 mg. Η κατάθεσή του ήταν ιδιαίτερα σημαντική καθώς προσδιόρισε το επίμαχο μισάωρο οπότε και το παιδί έχασε τη ζωή του, για να πάρουν εν συνεχεία καταθέσεις οι αστυνομικοί και να προσδιορίσουν ότι ήταν εκείνο το μισάωρο η μητέρα έμεινε μόνη της με την Τζωρτζίνα στο δωμάτιο του νοσοκομείου.
«Ο χρόνος εκδήλωσης των ανεπιθύμητων ενεργειών της κεταμίνης είναι: άμεσα (δευτερόλεπτα) μετά ενδοφλέβια χρήση. 1- 5 λεπτά από την ενδομυϊκή χρήση, 5 -10 λεπτά ενδορινικά και 15 - 20 λεπτά από του στόματος. Η ενδοφλέβια χορήγηση κεταμίνης μπορεί να προκαλέσει άπνοια η οποία μπορεί αν δεν αντιμετωπιστεί να οδηγήσει σε αναπνευστική και καρδιακή ανακοπή».
Οι Αρχές ξεκαθαρίζουν ότι η Ρούλα Πισπιρίγκου καθώς ήταν παλαιότερα νοσηλεύτρια γνώριζε με ποιον τρόπο θα μπορούσε να χορηγήσει την ουσία ακόμα και ενδοφλέβια.
Ο ρόλος του απινιδωτή
Η τρίτη αποκαλυπτική κατάθεση που έδωσε την υπόθεση ήρθε από έναν γιατρό από το Ωνάσειο. Υπενθυμίζεται ότι η Τζωρτζίνα είχε περάσει από τον εν λόγω νοσοκομείο πριν από τη νοσηλεία στο παίδων καθώς, σύμφωνα με τους γονείς της, είχε πρόβλημα με την καρδιά της.
Οι γιατροί της είχαν τοποθετήσει απινιδωτή και υποστήριζαν μάλιστα ότι έτσι όπως έχει θωρακιστεί το παιδί δεν υπάρχει περίπτωση να «φύγει» από την καρδιά του. Τελικά το 9χρονο παιδί πέθανε από πρόβλημα στην καρδιά.
«Με την τοποθέτηση του απινιδωτή, το παιδί ουσιαστικά διασφαλιζόταν από ακραία αρρυθμιολογικά συμβάντα, (δηλαδή ταχυαρρυθμία ή σοβαρή βραδυκαρδία) που θα προκαλούσαν εκ νέου καρδιακή ανακοπή. Παρόλα αυτά στο Νοσοκομείο Παίδων “Παναγιώτη και Αγλαΐας Κυριακού” υπέστη και πάλι καρδιακή ανακοπή που οδήγησε στον θάνατό της παρά την τοποθέτηση απινιδωτή.