Κιμούλης: «Ουδέποτε άσκησα βία» - Διεκδικεί αποζημιώσεις άνω του ενός εκατ. ευρω από ηθοποιούς
Ανανεώθηκε:
Με αγωγές αποζημίωσης άνω του ενός εκατομμυρίου ευρώ για την αποκατάσταση της ηθικής αλλά και περιουσιακής βλάβης που, όπως υποστηρίζει, υπέστη από τις καταγγελίες συναδέλφων του καθώς και από τις ενέργειες του Σωματείου Ελλήνων Ηθοποιών «απάντησε» ο ηθοποιός και σκηνοθέτης Γιώργος Κιμούλης, ένα χρόνο μετά το ξέσπασμα των δημοσίων κατηγοριών εναντίον του.
Οι δύο πολυσέλιδες αγωγές του Γιώργου Κιμούλη, ο οποίος αρνείται κατηγορηματικά ότι άσκησε οποιαδήποτε βία, σωματική, λεκτική ή ψυχολογική, κατατέθηκαν ενώπιον του Πολυμελούς Πρωτοδικείου της Αθήνας και στρέφονται κατά των ηθοποιών Ζέτας Δούκα, Δώρας Χρυσικού, Νίκου Ψαρρά, Πασχάλη Τσαρούχα και δύο ακόμη μελών του πειθαρχικού οργάνου του ΣΕΗ.
«Ο κ. Κιμούλης επί έναν ολόκληρο χρόνο συκοφαντείται, καθυβρίζεται και πλήττεται δημοσίως λόγω, ιδίως, μιας «καταγγελίας» σε μια τηλεοπτική εκπομπή για μια υποτιθέμενη βίαιη πράξη του, καθώς και για την «απομάκρυνση ενός ποτηριού» από την σκηνή κατά την διάρκεια μιας θεατρικής παράστασης προ δεκατριών ετών, πράξεις για τις οποίες ουδέποτε υπεβλήθη επίσημη καταγγελία ενώπιον εισαγγελικής, δικαστικής, αστυνομικής ή πειθαρχικής Αρχής», αναφέρει ο δικηγόρος του κ. Κιμούλη, Βασίλειος Καπερνάρος και προσθέτει:
«Καθυβρίζεται, δηλαδή, και συκοφαντείται, για δύο γεγονότα, τα οποία απέκτησαν σημαντικότητα, επειδή εντάχθηκαν σκοπίμως και συνειδητά μέσα σ’ ένα τοπίο κατηγοριών και καταγγελιών κατά άλλων ομοτέχνων του κ. Κιμούλη, οι οποίες έλαβαν χώρα την ίδια περίοδο, περί παιδοφιλίας, βιασμών, απόπειρας βιασμών και σεξουαλικών παρενοχλήσεων. Ένα ζοφερό τοπίο, το οποίο δικαίως είχε εγείρει τον κοινωνικό θυμό και την κοινωνική αγανάκτηση. Ωστόσο, οι, ως άνω, «καταγγελίες» σε βάρος του κ. Κιμούλη, είναι αόριστες, ανεπέρειστες, αναπόδεικτες αβάσιμες και απαράδεκτες».
Η πρώτη αγωγή
Με την πρώτη αγωγή ο κ. Κιμούλης στρέφεται κατά της Ζέτας Δούκα, της Δώρας Χρυσικού και του Νίκου Ψαρρά. Και οι τρεις συμπρωταγωνιστούσαν μαζί του στη παράσταση «Πιο κοντά». Η κ. Χρυσικού και ο κ. Ψαρράς με ανακοίνωση τους την επόμενη ημέρα της δημόσιας καταγγελίας της κ. Δούκα ανέφεραν ότι ήταν μπροστά σε πολλά από τα περιστατικά που εκείνη κατήγγειλε και δήλωναν πρόθυμοι να καταθέσουν στις αρμόδιες αρχές εφόσον κληθούν.
Με την αγωγή του ο κ. Κιμούλης ζητεί να καταδικαστούν οι τρεις ηθοποιοί και να του καταβάλλουν «αλληλέγγύως και εις ολόκληρον» για τη περιουσιακή ζημία που έχει υποστεί το συνολικό ποσό των 231.227, 80 ευρώ. Επιπλέον, ζητεί για την ηθική βλάβη που έχει υποστεί να του καταβάλει η κ. Δούκα 250.000 ευρώ, η κ. Χρυσικού 125.000 ευρώ και ο κ. Ψαρράς 125.000 ευρώ.
Στο δικόγραφο της αγωγής ο Γιώργος Κιμούλης αναφέρει:
«Η ως άνω παράσταση ανέβηκε στο θέατρο Αθηνών, κατά τη θεατρική περίοδο 2008-2009, δηλαδή, 13 χρόνια πριν από την ως άνω «καταγγελία». Την λέξη «καταγγελία» θέτω εντός εισαγωγικών, διότι ουδέποτε έγινε επίσημη καταγγελία εις βάρος μου από την ά των εναγομένων (σ.σ. την κυρία Δούκα), σε ουδεμία αρμόδια Αρχή, ουδεμία διαμαρτυρία, υπό οιανδήποτε μορφή, εκδηλώθηκε ποτέ από την ά των εναγομένων εναντίον μου και ουδεμία εξώδικη ή δικαστική όχληση είχα ποτέ εκ μέρους της για οποιοδήποτε ζήτημα και για οποιοδήποτε λόγο».
Ακόμη υποστηρίζει: «Η συντριπτική πλειονότης των ανθρώπων με τους οποίους έχω συνεργαστεί, παρά την απρόσμενη και τεράστια διάσταση που έλαβε το κατωτέρω, αναλυτικά περιγραφόμενο, ζήτημα της δήθεν αντισυναδελφικής μου συμπεριφοράς, μετά την ανωτέρω «καταγγελία», σε ουδεμία περίπτωση υποστήριξαν την επίθεση, που αναιτίως δέχθηκα εκ μέρους της α’ των εναγομένων. Είναι δε αξιοσημείωτο ότι απέναντι στους συναδέλφους μου, που προέβησαν σε δημόσιες δηλώσεις σε βάρος μου, ήδη ισάριθμοι αυτόπτες μάρτυρες έσπευσαν να καταθέσουν υπέρ μου, καταρρίπτοντας έναν προς έναν όλους τους ισχυρισμούς περί καταχρηστικών εκτός ορίων, μη ανεκτών ή μη νόμιμων δήθεν συμπεριφορών μου».
Ο κ. Κιμούλης αρνείται κατηγορηματικά ότι κλώτσησε την κ. Δούκα στα παρασκήνια της παράστασης, αναφέροντας χαρακτηριστικά:
«Ουδείς λόγος υπήρχε για να βρίσω τόσο χυδαία και να χτυπήσω μια γυναίκα μια συνάδελφο και μάλιστα με κλωτσιά στο στέρνο, ενώπιον μάλιστα τρίτον, μετά από την φράση «είσαι ο θιασάρχης, είσαι ο επικεφαλής της παράστασης». Και τούτο αφενός γιατί πράγματι ήμουν και αφετέρου διότι τούτο δε συνιστά μειωτικό της τιμής μου χαρακτηρισμό, ώστε να δικαιολογεί τέτοιο μένος και τέτοιο εκρηκτικό θυμό!»
Επιπλέον, ο ηθοποιός αρνείται ότι της άσκησε οποιαδήποτε λεκτική ή ψυχολογική βία. «Ουδέποτε έχω δημιουργήσει κλίμα φόβου και απαξίωση σε βάρος της πρώτης των εναγομένων, ουδέποτε έχω βρίσει την πρώτη των εναγομένων, ουδέποτε έχω σκίσει σωματική, λεκτική ή ψυχολογική βία κατά αυτής, ουδέποτε έχω επιδείξει εις βάρος της απάνθρωπη, αντισυναδελφική ή καταχρηστική συμπεριφορά επί σκηνής, ούτε της έχω προκαλέσει οιανδήποτε βλάβη η ζημιά, όπως ψευδώς ισχυρίζεται» αναφέρει και προσθέτει:
«Η οποιαδήποτε, δε, στιγμιαία ένταση στη σχέση μας στο πλαίσιο της δουλειάς μας, ουδέποτε υπερέβη τα ανεκτά από τον μέσο άνθρωπο όρια του και ουδέποτε ανέπτυξα ο ίδιος καταχρηστικές, παρενοχλητικές και συμπεριφορές εκτός των ορίων του νομού».
Μάλιστα, ο Γιώργος Κιμούλης επικαλείται την κατάθεση του φροντιστή της παράστασης, ο οποίος σε σχετική κατάθεσή του είχε αναφέρει: «Δεν έχω καμία γνώση για τα περιστατικά που διηγήθηκε η κυρία Δούκα σχετικά με τον κύριο Κιμούλη. Αυτό που μπορώ να πω, είναι πως δε θυμάμαι ποτέ να ήρθε να μου εκφράσει κάποιο παράπονο. Η συνεργασία μου με το Γιώργο Κιμούλη και τους εργαζόμενους – ηθοποιούς, τεχνικούς και τα λοιπά – ήταν πάρα πολύ καλή».
Η αγωγή κατά του ΣΕΗ
Με τη δεύτερη αγωγή του ο κ. Κιμούλης στρέφεται κατά του ΣΕΗ του προέδρου του Πασχάλη Τσαρούχα, καθώς και δυο ακόμη μελών του πειθαρχικού του συμβουλίου. Με την αγωγή αυτή διεκδικεί αποζημίωση ύψους 100.000 ευρώ από το ΣΕΗ και 50.000 ευρώ από το καθένα από τα τρία μέλη του. Επιπλέον, διεκδικεί αποζημίωση ύψους 231.227, 80 ευρώ. για την περιουσιακή ζημία, την οποία όπως υποστηρίζει ότι υπέστη.
Όπως αναφέρει στην αγωγή του, ο ΣΕΗ παρά το γεγονός ότι η κυρία Δούκα δεν έκανε πότε καταγγελία ενώπιον του για τα όσα ανέφερε εις βάρος του, εντούτοις στις 29.1.2021 το Διοικητικό Συμβούλιό του αποφάσισε «εσπευσμένα (τρεις μόλις ημέρες μετά την εμφάνιση της Ζέτας Δούκα στη τηλεόραση) δίκην εισαγγελίας» να τον καταγγείλει αυτεπάγγελτα και να τον παραπέμψει στο πειθαρχικό όργανο του Σωματείου. Μάλιστα, όπως αναφέρει, η παραπομπή του έγινε μαζί με άλλον ηθοποιό, ο οποίος είχε καταγγελθεί για σεξουαλικές παρενοχλήσεις.
Στην αγωγή του αυτή, ο ηθοποιός και σκηνοθέτης κάνει λόγο για μεροληψία του ΣΕΗ προς το πρόσωπο του καθώς, όπως επισημαίνει, ο εισηγητής της υπόθεσης στο πειθαρχικό συμβούλιο κ. Ζάχαρης ελάμβανε «ξεκάθαρα θέση» με αναρτήσεις του σε μέσο κοινωνικής δικτύωσης υπέρ της «καταγγέλλουσας» Ζέτας Δούκα. Και αυτό συνέβη – όπως επισημαίνει - πριν καν ο ίδιος κληθεί σε απολογία από το ΣΕΗ και πριν εκδοθεί απόφαση για εκείνον.
Σε ό,τι αφορά στον πρόεδρο του ΣΕΗ Σπύρο Μπιμπίλα ο κ. Κιμούλης αναφέρει στην αγωγή του ότι: «Σε δεκάδες συνεντεύξεις, για το σχηματισμό εις βάρος μου εντυπώσεων, ξέθαψε δημοσίως την πληροφορία, ότι το 1998, δηλαδή πριν από 23 χρόνια, με είχαν διαγράψει από το Σωματείο. Παρέλειψε όμως να αναφέρει ότι ο λόγος της διαγραφής μου ήταν η παράταση της διάρκειας μιας πρόβας κατά ένα τέταρτο της ώρας (!), απόφαση η οποία ήταν άκυρη καθώς δεν λήφθηκε, με την νόμιμη, σύμφωνα με το καταστατικό του ΣΕΗ απαρτία. .. »
Επιπρόσθετα ο Γιώργος Κιμούλης αναφέρει ότι ο ΣΕΗ εκτός του ότι δεν του χορηγούσε αντίγραφα των πρακτικών και της διαδικασίας που ακολουθήθηκε για το πρόσωπό του, όταν τα έλαβε διαπίστωσε όπως λέει, ότι:
«.. δεν κλήθηκαν να καταθέσουν ενώπιον, του ως άνω, πειθαρχικού συμβουλίου μόνο μάρτυρες, όπως το τελευταίο με είχε ενημερώσει αλλά επρόκειτο για κλήση για προσωπική εμφάνιση και «συνομιλία» με τα μέλη του ως άνω πειθαρχικού συμβουλίου με την «καταγγέλλουσα» κ. Ζέτα Δούκα. …Από τις ερωτήσεις των μελών του προς τους καταθέσαντες ενώπιον του και από το γενικότερο πνεύμα των απομαγνητοφωνημένων διαλόγων προκύπτει με βεβαιότητα ότι ο πραγματικός λόγος για τον οποίο κλήθηκαν τα ως άνω πρόσωπα να καταθέσου εκ νέου ενώπιον του ΣΕΗ ήταν η διόρθωση των αρχικών τους «καταγγελιών» καθ΄ υπόδειξη των ίδιων των μελών του, ως άνω, πειθαρχικού συμβουλίου». Το ίδιο ακριβώς συνέβη, υποστηρίζει ο ηθοποιός και με άλλη συνάδελφό του, η οποία είχε καταθέσει γραπτή καταγγελία εναντίον του στο ΣΕΗ.
«Προκύπτει επιπροσθέτως η σκοπιμότητα και η μεθοδευμένη ενέργεια των εναγομένων, να με διαβάλουν, να με εξευτελίσουν, να με εξοντώσουν επαγγελματικά και κυρίως ηθικά, προκειμένου να διασώσουν το αμφίβολο κύρος και να διαφημίσουν στα μέσα μαζικής ενημέρωσης τη δήθεν αποτελεσματικότητα και εγκυρότητα της πραγματικά αίολης πειθαρχικής διαδικασίας, ενώπιον του Πειθαρχικού Συμβουλίου το ΣΕΗ, προς ίδιον όφελος των εναγομένων και πάντως εις βάρος μου», αναφέρει μεταξύ άλλων ο κ. Κιμούλης στην αγωγή του και σε άλλο σημείο αυτής υπογραμμίζει ότι «το κλίμα» μέσα στο οποίο εξετάστηκε η υπόθεση του ενώπιον του πειθαρχικού συμβουλίου «θυμίζει περισσότερο κλίμα συνοικιακού καφενείου παρά οργάνου απονομής δικαιοσύνης».
Συνέπεια όλων αυτών, καταλήγει ο Γιώργος Κιμούλης ήταν να πληγεί επαγγελματικά καθώς διεκόπη κάθε συνεργασία του και ο ίδιος να αντιμετωπίσει οικονομικό και βιοποριστικό πρόβλημα. «Μέχρι τότε», όπως επισημαίνει οι «καταγγελίες» σε βάρος του λειτουργούσαν μόνο στο επίπεδο της «αναπόδεικτης φήμης». Όμως, η καταγγελία σε βάρος του από το ΣΕΗ «λειτούργησε στην δημόσια σφαίρα στην πραγματικότητα ως έμμεση επιβεβαίωση των φημών αυτών».
Υποστηρίζει ότι έτσι υπέστην περιουσιακή ζημία ύψους 231.1227, 80 ευρώ και του αφαιρέθηκε η δυνατότητα να εργαστεί. «Είναι απολύτως βέβαιο, ότι οι, ως άνω, άδικοι, συκοφαντικοί και υβριστικοί χαρακτηρισμοί που μου αποδόθηκαν από τους «καταγγέλλοντες» και οι οποίοι δεν έχουν εισέτι οδηγήσει σε απαλλακτική απόφαση του πειθαρχικού συμβουλίου του ΣΕΗ έχουν εισχωρήσει τόσο βαθιά στον ψυχισμό του θεατρικού κοινού, που θα συνεχίζουν επί μακρόν να πλήττουν την εικόνα μου και το αίσθημα εμπιστοσύνης των θεατών, των συναδέλφων μου ηθοποιών και σκηνοθετών, των τεχνικών, των θεατρικών και κινηματογραφικών παραγωγών προς το πρόσωπό μου που με τόσο κόπο κατάφερα να κερδίσω κατά τη διάρκεια της μακρόχρονης και επιτυχημένης, έως τώρα, πορείας μου στο χώρο ιδίως του θεάτρου και στο απώτερο μέλλον», καταλήγει.