Δολοφονία 7χρονου Ανδρέα: Τι κατέθεσαν η μητέρα και ο σύντροφός της- «Δεν ρώτησα, δεν ήθελα να ξέρω»
Για δυο ολόκληρα χρόνια η μητέρα του δολοφονημένου 7χρονου Ανδρέα, γνώριζε ότι ο σύντροφος της, που του στέρησε και τη ζωή, είχε εξαφανίσει το πτώμα του παιδιού της, κρύβοντας το στην ταράτσα, πάνω από το σπίτι στην Κυψέλη, όπου διέμεναν.
Η γυναίκα παραδέχεται, σε όσα είπε στους αστυνομικούς, ότι ο σύντροφός της, της είπε να φύγει από το σπίτι, αμέσως μετά τη δολοφονία του Ανδρέα, καθώς και ότι θα έκρυβε το πτώμα του στην ταράτσα του σπιτιού. Ο 35χρονος περιέγραψε με κάθε λεπτομέρεια πώς έβαλε στο στόμα του παιδιού την μονωτική ταινία, που είχε μαζί του λόγο της δουλειάς του, αλλά και πώς έσπασε με κομπρεσέρ τον τσιμεντένιο τάφο, για να μεταφέρει το πτώμα στην εργαλειοθήκη του.
Συγκεκριμένα ανέφερε:
«….Έσπασα τον τάφο με ένα κομπρεσέρ και στη συνέχεια τον έβαλα σε μία εργαλειοθήκη. Δεν μπόρεσα να δω, σε τι κατάσταση ήταν ο Ανδρέας, γιατί το σώμα του το είχα τυλίξει σε υφάσματα. Την εργαλειοθήκη αυτή την είχα κλειδωμένη με μία κλειδαριά και τον έπαιρνα μαζί μου, όπου και να πήγαινα. Όσο ήμουν άστεγος, πάλι το είχα μαζί μου…»
Η περιγραφή του 35χρονου ήταν ποταμός και περιέγραψε στους αξιωματικούς του τμήματος ανθρωποκτονιών της ασφάλειας όλα όσα έγιναν εκείνη τη μέρα μέσα στο σπίτι. Όπως είπε η μητέρα έπαιζε βιντεοπαιχνίδια και ξαφνικά ο Αντρέας άρχισε να φωνάζει κάτι το οποίο έγινε πολύ δυσάρεστο στον 35χρονο, ο οποίος αποφάσισε να τον τιμωρήσει.
«…..Τότε, εγώ επειδή ήθελα να τον τιμωρήσω, για να καταλάβει πως δεν πρέπει να συμπεριφέρεται έτσι, του έκλεισα απότομα με μία μονωτική ταινία το στόμα. Μονωτική ταινία χρησιμοποιώ στη δουλειά, μου γι’ αυτό και είχα τα εργαλεία. Του εξήγησα μάλιστα, πως όταν ηρεμήσει, τότε θα τη βγάλω. Αμέσως μετά πήγα στο δεύτερο υπολογιστή που έχουμε, για να εκτυπώσω κάτι εργασίες της αδερφής, ενώ είδα τον Ανδρέα καθιστό στο πάτωμα. Δεν θεώρησα ότι έπαθε κάτι και συνέχισα, να μην δίνω σημασία. Λίγο αργότερα που συνειδητοποίησα ότι ο μικρός είχε ώρα να κουνηθεί γύρισα, να δω, αν είναι καλά. Τότε κατάλαβα, ότι δεν αναπνέει».
Όμως, και η ίδια η μητέρα δεν δίστασε να παραδεχτεί στους αστυνομικούς ότι γνώριζε για τον τσιμεντένιο τάφο στην ταράτσα, όπου έκρυβε το πτώμα του παιδιού της.
«...Μετά από όλο αυτό που έζησα, ήμουν σε απόγνωση. Είχα κατάθλιψη και ήθελα να δώσω τέλος στη ζωή μου. Δεν ρώτησα ποτέ τίποτα τον Μάριο για τον Αντρέα. Δεν ήθελα να ξέρω, θα γινόμουν χειρότερα. Αφού πέρασε λίγο ο καιρός, πήγα στο σχολείο του και δήλωσα, ότι το παιδί έφυγε στην Πολωνία με τον πατέρα του, γι’ αυτό και σταμάτησε να πηγαίνει. Μετά από περίπου δύο χρόνια, αλλάξαμε σπίτι. Ο Μάριος μου είπε, ότι θα έβγαζε τον Αντρέα από τον τάφο, που είχε φτιάξει. Εγώ αυτό το πράγμα δεν το είχα δει ποτέ, ούτε την κατασκευή ούτε πως και πότε τον έβγαλε από εκεί. Αυτό που μου είπε ήταν ότι μετά θα έβαζε τον Αντρέα μέσα σε μία εργαλειοθήκη. Την εργαλειοθήκη αυτή, την είδα όταν είχαμε μαζέψει όλα τα πράγματα από το σπίτι και φύγαμε. Μετά όμως δεν την ξαναείδα. Δεν ξέρω που την είχε βάλει…»
Υπενθυμίζεται, ότι οι αρχές άρχισαν να ξετυλίγουν το κουβάρι της υπόθεσης «εξαφάνισης» από το 2017 -και μέχρι το Σάββατο- του μικρού Ανδρέα, κατά τη διάρκεια έρευνας υπόθεσης ναρκωτικών. Στο πλαίσιο αυτής της έρευνας, έλαβαν πληροφορία από γνωστό του 35 χρόνου, ότι είχε εμπλακεί σε δολοφονία.
Οι αστυνομικοί έβαλαν σε στενή παρακολούθηση το ζευγάρι και έμαθαν για τον μικρό Ανδρέα, ο οποίος όπως έλεγαν στους γείτονες, είχε πάει να ζήσει με τον βιολογικό του πατέρα, κάτι που δεν ανταποκρινόταν στην πραγματικότητα, καθώς ο πατέρας του παιδιού δεν εντοπίστηκε ούτε από τις ελληνικές ούτε από τις πολωνικές Αρχές.