Ψευτογιατρός: Νέα κατάθεση «καίει» τον δρ. Κόντο- Συστηνόταν ως πιλότος, «κρυβόταν από τον Ερντογάν»
«Να ευχαριστείτε το Θεό που πέσατε πάνω μου…», έλεγε στα ανυποψίαστα θύματα του ο «ψευτογιατρός», η δίκη του οποίου συνεχίζεται σήμερα στο Μικτό Ορκωτό Δικαστήριο της Αθήνας με καταθέσεις μαρτύρων.
Σύμφωνα με την κατάθεση μάρτυρα, που έχασε τον καρκινοπαθή πατέρα του σε ηλικία 65 ετών, ενώ είχε προσδόκιμο ζωής 8 με 10 χρόνια ακόμη, ο κατηγορούμενος κατάφερε να τους αποσπάσει συνολικά 39.000 ευρώ, πείθοντας τους ότι με τα βότανα του ο ασθενής θα γινόταν καλά.
«Αυτό που με ενοχλεί όμως είναι ότι ταλαιπωρήθηκε πολύ, έλιωνε. Μου έλεγε “παιδί μου δε μπορώ” και εγώ του έλεγα “κάνε υπομονή”. Αυτό το “φέρνω βαρέως”..,», ανέφερε εμφανώς συγκινημένος ο μάρτυρας και συμπλήρωσε ότι ο «ψευτογιατρός» μέχρι και την τελευταία στιγμή έδινε ελπίδες στην οικογένεια για ίαση του ασθενούς.
«Ο πατέρας μου απεβίωσε στις 5 Νοεμβρίου 2015. Ο πατέρας μου την εβδομάδα που απεβίωσε ήταν πραγματικά σε κώμα. Ερχόταν ο Κοντοστάθης και μου έλεγε «μη χάνεις την ελπίδα, μη φοβού»» περιέγραψε ο γιος του θύματος.
«Τον γνώρισα ως πιλότο»
Ο επόμενος μάρτυρας κατέθεσε ότι γνώρισε τον κατηγορούμενο σε μοναστήρι τον Απρίλιο του 2012.
«Μου τον σύστησε ο κουμπάρος μου, ήταν ιδιαίτερα ευφυής, κοινωνικός και πολύ προσιτός. Μου συστήθηκε με την ιδιότητα του πιλότου, μας έδειχνε βίντεο με πτήσεις αεροπλάνου, πιστεύαμε ότι ήταν άσος πιλότος της πολεμικής αεροπορίας», είπε και πρόσθεσε ότι ο κατηγορούμενος, που το συστήθηκε ως Κόντος και όχι ως Κοντοστάθης, έμενε στο Κορωπί και άρχισαν να κάνουν παρέα επειδή τα παιδιά τους ήταν στην ίδια ηλικία.
«Κάποια στιγμή νοσηλεύτηκε στο νοσοκομείο και τον αναζήτησα. Δεν υπήρχε Κόντος στο νοσοκομείο, μου είπαν ότι εκεί νοσηλεύεται ένας Κοντοστάθης», κατέθεσε στη συνέχεια και είπε ότι αυτό τον προβλημάτισε και τον ρώτησε για την αλλαγή του ονόματος. «Μου είπε ότι είχε γίνει κάτι με τον Ερντογάν και τους Τούρκους και έπρεπε να αλλάξει το όνομά του, για να μην τον βρουν οι Τούρκοι».
Σύμφωνα με τον μάρτυρα, ο κατηγορούμενος τον έπεισε να αγοράσει μια μετοχή έναντι 200.000 ευρώ και του υποσχέθηκε ότι θα του αποφέρει διπλάσιο κέρδος. «Του έδωσα στο χέρι μετρητά 100.000 ευρώ και στη συνέχεια, ύστερα από πίεση, άλλα 90.000 ευρώ σε μετρητά. Στην τράπεζα σε λογαριασμό του κατέθεσα άλλα 5.300 ευρώ».
Περιέγραψε τον κατηγορούμενο ως «πολύ χειριστικό» και πρόσθεσε ότι «εκτός από χρήματα, μου ζήτησε κάρτες SIM για να τα δώσουμε σε γεροντάκια στον Άγιο Όρος. Μάλιστα μου είπε ότι θα κρατήσει αυτός τη μία κάρτα SIM για να μπορεί να επικοινωνεί χωρίς να τον βρίσκουν οι Τούρκοι».
Οι μήνες περνούσαν και ο μάρτυρας, όπως κατέθεσε, περίμενε πίσω τα χρήματά του και μάλιστα διπλασιασμένα (400.000 ευρώ). «Είχε περάσει ενάμιση χρόνος και ακόμα περίμενα... Του ζητούσα τα χρήματα και άρχισε να αραιώνει τις επαφές: μια μου έλεγε ότι ήταν στη Ρόδο, μία στην Κύπρο, μία στο Ισραήλ... Προσπαθούσα να πάρω τα χρήματά μου πίσω και λίγα λίγα μου επέστρεψε 30.000 ευρώ. Τα υπόλοιπα τα έχασα. Ήμουν χάλια οικονομικά. Το 2020 έμαθα από τα κανάλια γιατί κατηγορείται. Όλοι όσοι τον γνωρίζαμε στην Παιανία χάσαμε τη γη κάτω από τα πόδια μας. Πού να το φανταστούμε; Ζούσε ανάμεσά μας, όλοι για πιλότο τον ξέραμε».
Η πρόεδρος του δικαστηρίου ρώτησε τον μάρτυρα αν όλα αυτά τα χρόνια, από το 2013 έως το 2020, πίστευε ότι είχε χάσει τα χρήματά του επειδή δεν τελεσφόρησε η επένδυση ή επειδή εξαπατήθηκε από τον κατηγορούμενο. «Ότι εξαπατήθηκα αλλά τι μπορούσα να κάνω; Αν τον πήγαινα στα δικαστήρια, δεν θα μου επέστρεφε τίποτα... Προσπαθούσα να πάρω κάποια χρήματα πίσω. Μπόρεσα μόνο αυτά τα 30.000 ευρώ», απάντησε ο μάρτυρας.