ΕΛΛΑΔΑ

Έρευνα: Πώς κρίνουν οι Έλληνες την εμβολιαστική εκστρατεία – Τι λένε για το ενδεχόμενο νέου lockdown

Έρευνα: Πώς κρίνουν οι Έλληνες την εμβολιαστική εκστρατεία – Τι λένε για το ενδεχόμενο νέου lockdown
AP Photo/Petros Giannakouris

Ανησυχητικά ως προς την αποτελεσματικότητα της εμβολιαστικής προσπάθειας είναι τα αποτελέσματα της έρευνας που δημοσιεύει σήμερα το Ινστιτούτο Εναλλακτικών Πολιτικών ΕΝΑ με στόχο τη σκιαγράφηση του προφίλ των εμβολιασμένων και μη εμβολιασμένων πολιτών. 

Η έρευνα της κοινής γνώμης που πραγματοποιήθηκε σε συνεργασία με την εταιρεία ερευνών Prorata, λαμβάνει υπόψη της τις εξελίξεις των τελευταίων εικοσιτετραώρων, με τη ραγδαία αύξηση των κρουσμάτων, τη μεγάλη πίεση στο ΕΣΥ και τον πολλαπλασιασμό των ημερήσιων θανάτων.

Υπό το φως, λοιπόν, των νέων κυβερνητικών μέτρων που ανακοινώθηκαν την Τρίτη 2 Νοεμβρίου, αποκτά ιδιαίτερη σημασία η καταγραφή των στάσεων των εμβολιασμένων και μη εμβολιασμένων πολιτών απέναντι σε θεσμούς και παρεμβάσεις που σχετίζονται με την πανδημία και τη διαχείρισή της.

Διαχείριση της πανδημίας

Στο 1ο μέρος της έρευνας, σε ό,τι αφορά το υγειονομικό σκέλος, το 47% των εμβολιασμένων κρίνει την κυβερνητική διαχείριση της πανδημίας από «αρκετά» ως «πολύ επιτυχημένη», ενώ το 52% από «λίγο» ως «καθόλου επιτυχημένη».

Στους μη εμβολιασμένους τα αντίστοιχα ποσοστά είναι στο 4% και στο 95%, δηλαδή υπάρχει μια συντριπτική, στα όρια της καθολικής, αρνητική αποτίμηση. Σε ό,τι αφορά το οικονομικό σκέλος της διαχείρισης, τα αντίστοιχα ποσοστά των εμβολιασμένων (47% και 54%) και των μη εμβολιασμένων (8% και 91%) είναι παραπλήσια των προηγούμενων.

Δεδομένου λοιπόν ότι μεταξύ των εμβολιασμένων πλειοψηφεί η αρνητική αποτίμηση της διαχείρισης, με μικρή όμως διαφορά από τη θετική, καθώς και ότι μεταξύ των μη εμβολιασμένων κυριαρχεί συντριπτικά η αρνητική αποτίμηση, ενδιαφέρον παρουσιάζει το πώς αποτιμάται η εμπλοκή συγκεκριμένων θεσμών στη διαχείριση της πανδημικής κρίσης.

Πόσο εμπιστεύονται οι Έλληνες τους θεσμούς απέναντι στην πανδημία

Από τη μία πλευρά, όπως φαίνεται, για τους εμβολιασμένους, η πλέον θετική συμβολή είναι αυτή του Συστήματος Υγείας (7,1 στη 10βάθμια κλίμακα).

Θετική (5,4) κρίνεται και η συμβολή της Επιτροπής Ειδικών ενώ οριακά θετική εκτιμάται πως ήταν η συμβολή Σωμάτων Ασφαλείας/Πολιτικής Προστασίας.

Ακολουθούν, με οριακά αρνητική αποτίμηση (4,9), η Κυβέρνηση και οι Επιχειρήσεις.

Αρνητικά αποτιμάται ο ρόλος των πολιτικών κομμάτων εν γένει (3,8) και των ΜΜΕ (3,2), ενώ τη μεγαλύτερη αποδοκιμασία έναντι όλων συγκεντρώνει η Εκκλησία (2,8).

Το δημόσιο σύστημα υγείας φαίνεται λοιπόν να απολαμβάνει οριζόντια υψηλά ποσοστά εμπιστοσύνης μεταξύ του συνόλου των εμβολιασμένων, ενώ ως μέτριες (πέριξ του 5) αξιολογούν οι εμβολιασμένοι τις επιδόσεις Επιτροπής Ειδικών, Κυβέρνησης και Σωμάτων Ασφαλείας/Πολιτικής Προστασίας.

Η συνολικά χαμηλή αποτίμηση της Εκκλησίας υποδηλώνει μια διάχυτη δυσπιστία σε σχέση με τη στάση της στην πανδημία, ενώ και η χαμηλή αποτίμηση της συμβολής των ΜΜΕ, τα οποία κατά κανόνα τάχθηκαν υπέρ του εμβολιασμού, αποτελεί στοιχείο που αξίζει να ληφθεί σοβαρά υπόψη.

Από την άλλη πλευρά, και στους μη εμβολιασμένους επαληθεύεται η αρνητική αποτίμηση της κυβερνητικής διαχείρισης και αναδεικνύεται ένα σημαντικό στοιχείο ελλειμματικής εμπιστοσύνης, γενικευμένης δυσπιστίας ή και απόρριψης όλων των θεσμών, καθώς άπαντες αξιολογούνται αρκετά «κάτω από τη βάση» του 5.

Κι εδώ, πάλι, το Σύστημα Υγείας συγκεντρώνει τη συγκριτικά θετικότερη αποτίμηση, καθώς φαίνεται να είναι ο δέκτης της λιγότερης δυσπιστίας. Η Κυβέρνηση, η Επιτροπή Ειδικών και τα ΜΜΕ λαμβάνουν τις πλέον αρνητικές αξιολογήσεις, κάτω του 2, με τα ΜΜΕ ειδικά να εμφανίζονται στο 0,6. Πολύ χαμηλή (1,5) είναι και η αξιολόγηση των πολιτικών κομμάτων, που παρουσιάζεται οριακά πιο θετική από τις αντίστοιχες της Κυβέρνησης και της Επιτροπής Ειδικών.

Οι πολύ αρνητικές αυτές επιδόσεις απηχούν και τα βασικά γνωρίσματα της αντιεμβολιαστικής στάσης (αντικυβερνητισμός, αντιτεχνοκρατισμός, αντι-ΜΜΕ ρητορική) που ενυπάρχει εντός του συνολικού πληθυσμού των μη εμβολιασμένων.

Εντούτοις, είναι κρίσιμο να σημειωθεί ότι η δυσπιστία των μη εμβολιασμένων πολιτών κατευθύνεται κυρίως προς τους θεσμούς που παράγουν τις κύριες εκφωνήσεις για την αναγκαιότητα του εμβολιασμού, κάτι που φανερώνει την ελάχιστη διείσδυση της εμβολιαστικής ρητορικής και της σχετικής επικοινωνιακής καμπάνιας.

Η κοινή γνώμη για τα lockdown

Ως προς την πρακτική των lockdown κατά τις προηγούμενες φάσεις της πανδημίας, το 69% των εμβολιασμένων κρίνει ότι «καλώς έγιναν» και το 29% ότι δεν θα έπρεπε να έχουν γίνει. Από την άλλη, μεταξύ των μη εμβολιασμένων τα ποσοστά αντιστρέφονται, με το 74% να θεωρεί ότι δεν θα έπρεπε να είχαν επιβληθεί lockdown και το 22% να επιδοκιμάζει την επιβολή τους. Σε ό,τι δε αφορά το ενδεχόμενο ενός νέου lockdown, το 44% των εμβολιασμένων τοποθετείται θετικά και το 53% αρνητικά. Μεταξύ των μη εμβολιασμένων μόλις το 13% διάκειται θετικά, ενώ το 84% αρνητικά.

Τα παραπάνω ευρήματα καταδεικνύουν και πάλι ότι ο πληθυσμός των εμβολιασμένων φαίνεται να αναγνωρίζει διαχρονικά την κρισιμότητα του πανδημικού κινδύνου και των έκτακτων μέτρων για την αντιμετώπισή του, ενώ οι μη εμβολιασμένοι απορρίπτουν την πιο δραστική πρακτική αντιμετώπισης της κρίσης πριν από την κυκλοφορία των εμβολίων, το lockdown.

To Ινστιτούτο επισημαίνει αφενός ότι το ποσοστό των εμβολιασμένων που αποτιμά θετικά τα lockdown, μειώνεται σημαντικά όταν διερευνάται το ενδεχόμενο επιβολής ενός ακόμη, αφετέρου ότι αθροιστικά, στο σύνολο εμβολιασμένων και μη εμβολιασμένων, η αρνητική τοποθέτηση απέναντι σε ένα νέο lockdown είναι σαφώς πλειοψηφική.

Συνολικά, στο πλαίσιο της εν λόγω έρευνας, είναι σαφώς πλειοψηφική η εναντίωση τόσο σε (περισσότερα) εν γένει περιοριστικά μέτρα όσο και συγκεκριμένα σε ένα νέο lockdown, έστω κι αν αυτή μπορεί να απορρέει από διαφορετικές αφετηριακές τοποθετήσεις.

Υποχρεωτικός εμβολιασμός και μέτρα

Ως προς την αποτίμηση συγκεκριμένων μέτρων που έχουν προταθεί είτε ως κίνητρα για τον εμβολιασμό είτε ως αντικίνητρα για τον μη εμβολιασμό, προκύπτουν οι ακόλουθες διαπιστώσεις: από τη μία, οι μη εμβολιασμένοι διαφωνούν –αναμενόμενα– σε πολύ μεγάλο ποσοστό με τον υποχρεωτικό εμβολιασμό (94%), τον αποκλεισμό τους από δραστηριότητες (95%), την κάλυψη του κόστους των τεστ με ίδιους πόρους (87%) και την αναστολή εργασίας άνευ αποδοχών (96%).

Από την άλλη, μεταξύ των εμβολιασμένων παρατηρείται μία ισχυρή πλειοψηφία υπέρ του υποχρεωτικού εμβολιασμού (65%), του αποκλεισμού των μη εμβολιασμένων από δραστηριότητες (67%) και της καταβολής της απαιτούμενης για τα τεστ δαπάνης από τους μη εμβολιασμένους. Παράλληλα όμως διαπιστώνεται και μία σταθερή μειοψηφία του 1/3 που διαφωνεί με τον υποχρεωτικό εμβολιασμό (33%), την περιορισμένη πρόσβαση των μη εμβολιασμένων σε ένα φάσμα δραστηριοτήτων (32%) και την κάλυψη εξόδων των τεστ των μη εμβολιασμένων με ιδιωτικούς πόρους (33%).

Φαίνεται, επομένως, ότι και σημαντική μερίδα του εμβολιασμένου πληθυσμού αντίκειται σε παρεμβάσεις που κινούνται στη λογική μιας αυστηρότερης/τιμωρητικής στάσης απέναντι στους μη εμβολιασμένους.

Αναστολή εργασίας στους μη εμβολιασμένους

Ειδικό ενδιαφέρον παρουσιάζουν οι απαντήσεις εμβολιασμένων και μη εμβολιασμένων σε ό,τι αφορά την αναστολή εργασίας άνευ αποδοχών όσων δεν εμβολιάζονται. Εδώ παρατηρείται μια αξιοπρόσεκτη μετατόπιση, καθώς το συγκεκριμένο μέτρο συγκεντρώνει μεταξύ των εμβολιασμένων το χαμηλότερο ποσοστό επιδοκιμασίας (54%) από όλα, ενώ το 45% των εμβολιασμένων που διάκειται αρνητικά απέναντι σε αυτό είναι, αντίστοιχα, το υψηλότερο όλων.