ΕΛΛΑΔΑ

Δικαίωση εργαζόμενης σε αλυσίδα σούπερ μάρκετ που απολύθηκε λίγο πριν τη συνταξιοδότησή της

Δικαίωση εργαζόμενης σε αλυσίδα σούπερ μάρκετ που απολύθηκε λίγο πριν τη συνταξιοδότησή της
ΙΝΤΙΜΕ

Στη δικαίωση εργαζόμενης σε αλυσίδα σουπερ μάρκετ, η οποία ύστερα από 24 χρόνια προϋπηρεσία και λίγο πριν την συνταξιοδότησή της, απολύθηκε χωρίς αποζημίωση με το πρόσχημα ότι έκλεψε ευτελούς αξίας προϊόν προχώρησαν τα πολιτικά και ποινικά δικαστήρια.

Η απόλυσή της κρίθηκε άκυρη και καταχρηστική, ενώ της επιδικάστηκε αποζημίωση λόγω παράνομης απόλυσης, αποζημίωση για ηθική βλάβη, μισθοί, επιδόματα, κ.λπ., συνολικού ύψους 16.580 ευρώ.

Σύμφωνα με το ιστορικό της δικαστικής απόφασης τον Ιούλιο του 2019 η εργαζόμενη προσήλθε στο υποκατάστημα και πήρε από τα ράφια του σούπερ μάρκετ ένα εντομοαπωθητικό για τα κουνούπια.

Αφού το χρησιμοποίησε στη συνέχεια το έβαλε στην τσάντα της, με σκοπό να το πληρώσει κατά την αποχώρησή της, όπως γίνεται σε ανάλογες περιπτώσεις με τα προϊόντα που χρησιμοποιεί το προσωπικό κατά τη διάρκεια του ωραρίου του.

Ο υπεύθυνος ασφαλείας του υποκαταστήματος από τις κάμερες είδε το περιστατικό, ενημέρωσε τη διεύθυνση του καταστήματος και ακολούθως ειδοποιήθηκε η Αστυνομία.

Κατόπιν έδωσαν στην εργαζόμενη ένα προδιατυπωμένο έγγραφο οικειοθελούς αποχώρησης από την εργασία της και της ζήτησαν να το υπογράψει.

Ωστόσο, όπως σημειώνεται στην απόφαση, «η υπογραφή αυτή ήταν προϊόν απειλής κατά τα άρθρα 150 και 151 του Αστικού Κώδικα, καθώς ήταν προϊόν ψυχολογικής πίεσης που της ασκήθηκε» από τους υπευθύνους του καταστήματος οι οποίοι «ζήτησαν με φορτικό τρόπο να υπογράψει λέγοντάς της ότι έτσι «θα αποφύγει τα χειρότερα» και της παρουσίασαν τον αστυνομικό».

Δηλαδή, η εν λόγω πωλήτρια, «εξαναγκάστηκε σε παραίτηση ενώ ουδέποτε είχε την πραγματική πρόθεση να παραιτηθεί και υπέγραψε μόνο επειδή της δημιουργήθηκε η εντύπωση ότι σε διαφορετική περίπτωση, η εργοδότρια εταιρεία της θα επιδίωκε και θα καθιστούσε πιθανή την ποινική της καταδίκη και δη με αθέμιτο ή παράνομο τρόπο, αφού η ίδια ουδέποτε είχε σκοπό να τελέσει κλοπή».

Ενδεικτικό των προθέσεων της εργοδότριας εταιρείας, δηλαδή να «την εξαναγκάσει αθέμιτα σε παραίτηση με την άσκηση ψυχολογικής βίας» ήταν, όπως αναφέρει η δικαστική απόφαση, ότι «η δήλωση παραίτησης είχε ετοιμαστεί προς υπογραφή και η Αστυνομία είχε κληθεί ήδη εσπευσμένα πριν ενημερωθεί η υπάλληλος» προκειμένου να τη συλλάβει για κλοπή ευτελούς αξίας.

Κατόπιν αυτών, το Μονομελές Πρωτοδικείο Αθηνών (Πρόεδρος ο Μιχαήλ Φίλιππας) έκρινε ότι ο εξαναγκασμός της υπαλλήλου σε παραίτηση είναι άκυρη λόγω απειλής «η οποία εξομοιώνεται με μονομερή καταγγελία της σύμβασης εργασίας» από την πλευρά της εργοδότριας εταιρείας.

Και αυτό, γιατί είναι σαφές ότι η εργοδότρια εταιρεία «είχε σε κάθε περίπτωση πρόθεση τερματισμού της εργασιακής σχέσης» και μεθόδευσε την «οικιοθελή παραίτηση», με συνέπεια η καταγγελία της σύμβασης εργασίας από την πλευρά της να είναι «άκυρη ως καταχρηστική», ενώ παράλληλα παραβιάζει τα χρηστά ήθη (άρθρο 281 Αστικού Κώδικα).

Μάλιστα στη δικαστική απόφαση, διευκρινίζεται ότι εργαζόμενοι στην εν λόγω εταιρεία χρησιμοποιούσαν-αγόραζαν προϊόντα κατά την διάρκεια του ωραρίου τους και τα πλήρωναν κατά την αποχώρησή τους.