ΕΛΛΑΔΑ

Αποχή δικηγόρων από πλειστηριασμούς ευάλωτων οφειλετών - Τι λένε για το εργασιακό νομοσχέδιο

Αποχή δικηγόρων από πλειστηριασμούς ευάλωτων οφειλετών - Τι λένε για το εργασιακό νομοσχέδιο
Pixabay

Την αντίθεσή τους στους πλειστηριασμούς πρώτης κατοικίας ευάλωτων δανειοληπτών, οι οποίες, όπως λένε, επίκεινται το επόμενο διάστημα, εκφράζει η Ολομέλεια των Προέδρων των Δικηγορικών Συλλόγων Ελλάδος, ενώ ζητά την άμεση επαναλειτουργία των ποινικών δικαστηρίων με την εκδίκαση όλων των υποθέσεων. 

Αφού εκφράζουν την έντονη διαφωνία της στις ρυθμίσεις του Νέου Πτωχευτικού Κώδικα επισημαίνουν ότι έχει συσταθεί ακόμη «Ο Φορέας Απόκτησης και Επαναμίσθωσης» ενώ η σχετική πλατφόρμα του εξωδικαστικού συμβιβασμού είναι σήμερα «αδειανό πουκάμισο».

«Οι άνω εξελίξεις στερούν πλέον κάθε προστασία των ευάλωτων
δανειοληπτών και τους αφήνουν παντελώς εκτεθειμένους στα συμφέροντα
των Τραπεζών και των Εταιρειών Διαχείρισης Απαιτήσεων (funds)» αναφέρουν στην ανακοίνωσή τους οι δικηγόροι, ενώ προσθέτουν ότι «η Ολομέλεια κρίνει ως απόλυτα αναγκαία την αναστολή των πλειστηριασμών πρώτης κατοικίας των ευάλωτων οφειλετών νομοθετικώς και τη θέσπιση δεοντολογικού κανονισμού λειτουργίας των εταιρειών διαχείρισης απαιτήσεων δια νόμου».

Παράλληλα, στην ανακοίνωσή τους, οι δικηγόροι ζητούν την άμεση επαναλειτουργία των ποινικών δικαστηρίων με την εκδίκαση όλων των υποθέσεων. Όπως λένε χαρακτηριστικά: «Δεν υφίσταται κανένας δικαιολογητικός λόγος για την περαιτέρω συνέχιση της αναστολής λειτουργίας των ποινικών δικαστηρίων, με δεδομένο ότι,
πλέον το σύνολο των οικονομικών και επαγγελματικών δραστηριοτήτων
επαναλειτουργεί».

Τέλος, όσον αφορά στο εργασιακό νομοσχέδιο, οι δικηγόροι εκφράζουν την «έντονη διαφωνία» τους απέναντι στις κεντρικές διατάξεις του σχεδίου, «ιδίως όσον
αφορά στις απολύσεις, στην ενίσχυση της ατομικής διαπραγμάτευσης για
την ελαστικοποίηση της εργασίας, στην κατάργηση του σταθερού 8ώρου και
στην επέκταση σε σειρά κλάδων της επιτρεπόμενης κυριακάτικης εργασίας,
στη συρρίκνωση και υπονόμευση των συλλογικών εργασιακών δικαιωμάτων
(συλλογικής διαπραγμάτευσης και δικαιώματος απεργίας) και της
προστασίας της συνδικαλιστικής δράσης, στη μείωση του κόστους της
πρόσθετης εργασίας και στη διευθέτηση του χρόνου εργασίας με ατομική
συμφωνία εργοδότη - εργαζομένου».

Αντίθετα, συνεχίζει η ανακοίνωση: «Στη σωστή κατεύθυνση κινούνται διατάξεις, όπως η κατάργηση της διάκρισης εργάτη - υπαλλήλου, η οιονεί αντιστροφή του βάρους απόδειξης λόγου ακυρότητας της απόλυσης σε ορισμένες περιοριστικά αναφερόμενες
περιπτώσεις, ο έλεγχος της υπερωριακής απασχόλησης, το "δικαίωμα
αποσύνδεσης" στην τηλεργασία, η πρόνοια για τα ζητήματα βίας και
παρενόχλησης στην εργασία και η συμφιλίωση οικογενειακής ζωής και
εργασίας (άδεια πατρότητας, άδεια φροντιστών, επέκταση της άδειας
μητρότητας, ψηφιακή κάρτα κλπ).

Ολόκληρη η ανακοίνωση των δικηγόρων

Η Ολομέλεια των Προέδρων των Δικηγορικών Συλλόγων Ελλάδος, η οποία συνεδρίασε στις 9.6.2021, μέσω τηλεδιάσκεψης, εξέδωσε την ακόλουθη
ανακοίνωση:

1. ΑΠΟΧΗ ΔΙΚΗΓΟΡΩΝ ΑΠΟ ΔΙΑΔΙΚΑΣΙΕΣ ΠΛΕΙΣΤΗΡΙΑΣΜΩΝ ΕΥΑΛΩΤΩΝ ΔΑΝΕΙΟΛΗΠΤΩΝ

Η Ολομέλεια, από την πρώτη στιγμή, εξέφρασε την έντονη διαφωνία της
στις ρυθμίσεις του Νέου Πτωχευτικού Κώδικα, διότι δεν εξασφαλίζουν την
λυσιτελή προστασία των ευάλωτων οφειλετών, και δη της πρώτης κατοικίας
τους, στο πλαίσιο της διευθέτησης των οφειλών τους και της παροχής
δεύτερης ευκαιρίας, λαμβάνοντας υπόψη και τη δυσμενή οικονομική και
κοινωνική πραγματικότητα που έχει διαμορφωθεί. Με την εφαρμογή του
Πτωχευτικού νόμου, επίκεινται στο επόμενο χρονικό διάστημα
πλειστηριασμοί πρώτης κατοικίας καθώς μέχρι σήμερα δεν έχουν εκδοθεί
οι προβλεπόμενες εφαρμοστικές του νόμου υπουργικές αποφάσεις, αλλά
κυρίως, δεν έχει συσταθεί «Ο Φορέας Απόκτησης και Επαναμίσθωσης» και η
σχετική πλατφόρμα του εξωδικαστικού συμβιβασμού είναι σήμερα «αδειανό
πουκάμισο».

Οι άνω εξελίξεις στερούν πλέον κάθε προστασία των ευάλωτων
δανειοληπτών και τους αφήνουν παντελώς εκτεθειμένους στα συμφέροντα
των Τραπεζών και των Εταιρειών Διαχείρισης Απαιτήσεων (funds).

Η Ολομέλεια κρίνει ως απόλυτα αναγκαία την αναστολή των πλειστηριασμών
πρώτης κατοικίας των ευάλωτων οφειλετών νομοθετικώς και τη θέσπιση
δεοντολογικού κανονισμού λειτουργίας των εταιρειών διαχείρισης
απαιτήσεων δια νόμου.

Υπό τις συνθήκες αυτές, και λαμβάνοντας υπόψη τους κινδύνους που
δημιουργούνται, η Ολομέλεια καλεί τα Διοικητικά Συμβούλια των
Δικηγορικών Συλλόγων της Χώρας να αποφασίσουν την αποχή των
δικηγόρων-μελών τους από διαδικασίες αναγκαστικής εκτέλεσης για
επίσπευση πλειστηριασμών, με εντολείς Τράπεζες ή εταιρείες διαχείρισης
απαιτήσεων κατά της πρώτης κατοικίας των ευάλωτων νοικοκυριών, όπως
ορίζονται με το ν. 4738/2020, σύμφωνα με το ειδικότερο πλαίσιο που θα
καθορίσει η Συντονιστική Επιτροπή.

2. ΛΕΙΤΟΥΡΓΙΑ ΠΟΙΝΙΚΩΝ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΩΝ

Η Ολομέλεια θεωρεί επιβεβλημένη την άμεση επαναλειτουργία των ποινικών
δικαστηρίων με την εκδίκαση όλων των υποθέσεων, αδιακρίτως χρόνου
παραγραφής των πράξεων, με υποχρεωτικό χρονικό επιμερισμό των
υποθέσεων από την Εισαγγελία της έδρας και δυνατότητα του Προέδρου του
Δικαστηρίου να εκδικάζει ή διακόπτει τη συζήτηση της υπόθεσης,
συνεκτιμημένων των επικρατουσών υγειονομικών συνθηκών.

Δεν υφίσταται κανένας δικαιολογητικός λόγος για την περαιτέρω συνέχιση
της αναστολής λειτουργίας των ποινικών δικαστηρίων, με δεδομένο ότι,
πλέον το σύνολο των οικονομικών και επαγγελματικών δραστηριοτήτων
επαναλειτουργεί.

Η Ολομέλεια επισημαίνει ότι, η μακρόχρονη αναστολή λειτουργίας των
Ποινικών Δικαστηρίων έχει οδηγήσει ήδη στη συσσώρευση υπερβολικού
αριθμού εκκρεμών υποθέσεων, παραβιάζει το συνταγματικά κατοχυρωμένο
δικαίωμα της δικαστικής προστασίας του πολίτη και εγκυμονεί σοβαρούς
κινδύνους για περαιτέρω εμβαλωματικές (αποσπασματικές) και μη ανεκτές
από ένα Κράτος Δικαίου νομοθετικές ρυθμίσεις που γίνονται εκάστοτε υπό
το πρόσχημα της εύρυθμης λειτουργίας της Δικαιοσύνης.

3. ΕΡΓΑΣΙΑΚΟ ΝΟΜΟΣΧΕΔΙΟ

Η Ολομέλεια εκφράζει την έντονη διαφωνία της σχετικά με την κατεύθυνση
των κεντρικών διατάξεων του σχεδίου νόμου για τα εργασιακά, ιδίως όσον
αφορά στις απολύσεις, στην ενίσχυση της ατομικής διαπραγμάτευσης για
την ελαστικοποίηση της εργασίας, στην κατάργηση του σταθερού 8ώρου και
στην επέκταση σε σειρά κλάδων της επιτρεπόμενης κυριακάτικης εργασίας,
στη συρρίκνωση και υπονόμευση των συλλογικών εργασιακών δικαιωμάτων
(συλλογικής διαπραγμάτευσης και δικαιώματος απεργίας) και της
προστασίας της συνδικαλιστικής δράσης, στη μείωση του κόστους της
πρόσθετης εργασίας και στη διευθέτηση του χρόνου εργασίας με ατομική
συμφωνία εργοδότη - εργαζομένου.

Στη σωστή κατεύθυνση κινούνται διατάξεις, όπως η κατάργηση της
διάκρισης εργάτη - υπαλλήλου, η οιονεί αντιστροφή του βάρους απόδειξης
λόγου ακυρότητας της απόλυσης σε ορισμένες περιοριστικά αναφερόμενες
περιπτώσεις, ο έλεγχος της υπερωριακής απασχόλησης, το «δικαίωμα
αποσύνδεσης» στην τηλεργασία, η πρόνοια για τα ζητήματα βίας και
παρενόχλησης στην εργασία και η συμφιλίωση οικογενειακής ζωής και
εργασίας (άδεια πατρότητας, άδεια φροντιστών, επέκταση της άδειας
μητρότητας, ψηφιακή κάρτα κλπ).

Οι άνω ρυθμίσεις όμως, δεν αναιρούν τον ετεροβαρή εις βάρος του
εργαζομένου χαρακτήρα του σχεδίου νόμου, ούτε το γεγονός ότι στον
πυρήνα του σχεδίου νόμου ευρίσκεται η απορρύθμιση των ατομικών και
συλλογικών εργασιακών σχέσεων, και μάλιστα ενόψει του ότι η όποια
δικαστικά προβλεπόμενη προστασία πρόκειται να παρασχεθεί εντός της
δραματικής από άποψη βραδύτητος απονομής της Δικαιοσύνης στις
εργατικές διαφορές στα Δικαστήρια της χώρας, αλλά και της
περιορισμένης παροχής προσωρινής δικαστικής προστασίας.

Μεταξύ άλλων:

Καταργείται το ισχύον καθεστώς προστασίας έναντι της άκυρης απόλυσης
και δημιουργείται το πλαίσιο για την ενθάρρυνση των απολύσεων με
ταυτόχρονη άμβλυνση των συνεπειών της υπερημερίας του εργοδότη αφού το
θεμελιώδες δικαίωμα της επαναπασχόλησης του εργαζομένου λόγω της
υπερημερίας του εργοδότη από άκυρη απόλυση απομειώνεται και
αντικαθίσταται από το δικαίωμα του σε πρόσθετη δικαστικώς επιδιώξιμη
αποζημίωση χωρίς καμία αποδεικτική διευκόλυνση και χωρίς δικαίωμα
σώρευσης στο αγωγικό δικόγραφο

. Ενθαρρύνεται ο εργοδότης να μην καταβάλει το σύνολο της αποζημίωσης
απόλυσης και μειώνεται αυτή. Δύναται ο εργοδότης να ισχυροποιήσει την
απόλυση εντός 4 μηνών σε περίπτωση βασικών ελλείψεων (έγγραφο –
αποζημίωση).

Ελαστικοποιείται ο χρόνος εργασίας μέσω της διευθέτησης του ωραρίου
την οποία νομιμοποιεί με τη σύμφωνη γνώμη του ο αδύναμος
διαπραγματευτικά εργαζόμενος. Υπονομεύεται η συλλογική διαπραγμάτευση.

Δυσχεραίνεται η ενάσκηση του δικαιώματος απεργίας και μειώνεται η
προστασία των προστατευόμενων συνδικαλιστικών στελεχών.

Οι διατάξεις του σχεδίου νόμου ενισχύουν αντί να αμβλύνουν την
διαπραγματευτική ανισότητα των μερών εις βάρος του εργαζομένου και
αναγορεύουν σε κανόνα την ατομική διαπραγμάτευση, σε ένα περιβάλλον
βραδείας απονομής της Δικαιοσύνης, επαυξάνοντας τις δεδομένες
δικονομικές δυσκολίες του ασθενέστερου μέρους, δηλαδή του εργαζομένου.
Υπό το πρίσμα αυτό, καλεί την κυβέρνηση να αποσύρει το νομοσχέδιο.