Αισιόδοξοι για επιστροφή στην κανονικότητα δηλώνουν τα διευθυντικά στελέχη
Ανανεώθηκε:
Καλύτερο θα είναι το επόμενο έτος εκτιμά το 70% των διευθυντικών στελεχών που συμμετείχαν στην τελευταία έρευνα της Εταιρεία Ανωτάτων Στελεχών Επιχειρήσεων (ΕΑΣΕ).
Συγκεκριμένα, ο γενικός δείκτης οικονομικού κλίματος (ΕΑΣΕ/ICAP-CEO General Index) αυξήθηκε στις 147 μονάδες κατά το α’ τρίμηνο του 2021. Η έρευνα διεξάγεται σε δείγμα 2.540 διευθύνοντων συμβούλων/γενικών διευθυντών των μεγαλυτέρων ελληνικών επιχειρήσεων και πραγματοποιήθηκε την περίοδο 30/3/2021 – 13/4/2021.
Όπως επισημαίνεται στη σχετική ανακοίνωση, η βελτίωση του δείκτη οφείλεται στην σταδιακή άρση των περιορισμών στην λειτουργία κρίσιμων τομέων της οικονομίας όπως το λιανικό εμπόριο και ο τουρισμός και παράλληλα στην αύξηση του ποσοστού του πληθυσμού που έχει εμβολιαστεί γεγονός που θα περιορίσει την εξάπλωση της πανδημίας που προκλήθηκε από τον κορωνοϊό και οδηγεί σταδιακά σε επαναφορά της οικονομίας στην κανονικότητα. Η αισιοδοξία ωστόσο που εκφράζεται είναι συγκρατημένη λόγω της αδυναμίας να εκτιμηθεί ο χρόνος που απομένει μέχρι την εξάλειψη της πανδημίας. Η ανάλυση των αποτελεσμάτων ανά κατηγορία μεγέθους δείχνει αύξηση του δείκτη στις μικρές και μεσαίες επιχειρήσεις ενώ για τις μεγάλες και πολύ μεγάλες σημειώθηκε στασιμότητα. Ο δείκτης τρέχουσας οικονομικής κατάστασης (ΕΑΣΕ-CEO Current status Index) σημείωσε άνοδο στις 117 μονάδες, ενώ ο δείκτης προσδοκιών (ΕΑΣΕ-CEO Expectation Index) παρέμεινε στάσιμος στις 179 μονάδες.
Αναλυτικά, οι επιμέρους δείκτες καταγράφουν τις παρακάτω εξελίξεις για το 1ο τρίμηνο του 2021:
Ο δείκτης τρέχουσας οικονομικής κατάστασης της χώρας παρουσίασε σημαντική αύξηση στις 147 μονάδες έναντι 111 το προηγούμενο τρίμηνο. Το ποσοστό των στελεχών που δηλώνουν ότι βελτιώθηκε η τρέχουσα οικονομική κατάσταση της χώρας συγκρινόμενη με 1 έτος πριν τριπλασιάστηκε σε 15% έναντι 5% το προηγούμενο τρίμηνο. Παράλληλα το ποσοστό των στελεχών που δηλώνει ότι επιδεινώθηκε η τρέχουσα οικονομική κατάσταση της χώρας μειώθηκε σε 60% έναντι 85% το προηγούμενο τρίμηνο. Ο δείκτης πρόβλεψης της οικονομικής κατάστασης της χώρας ένα έτος μετά παρουσίασε μικρή άνοδο στις 230 μονάδες έναντι 225 μονάδων το προηγούμενο τρίμηνο. Το ποσοστό των στελεχών που εκτιμά ότι η οικονομική κατάσταση της χώρας θα είναι καλύτερη στο επόμενο έτος διαμορφώθηκε σε 70%, ποσοστό που αυξάνεται σε 77% για τα στελέχη των μεγάλων και πολύ μεγάλων επιχειρήσεων.
Ο δείκτης της τρέχουσας οικονομικής κατάστασης του κλάδου στον οποίο δραστηριοποιούνται οι επιχειρήσεις αυξήθηκε στις 147 μονάδες έναντι 131 το προηγούμενο τρίμηνο. Το ποσοστό των στελεχών που δηλώνουν ότι η τρέχουσα κατάσταση του κλάδου τους είναι καλύτερη σε σχέση με 1 έτος πριν αυξήθηκε σε 23% έναντι 17% το προηγούμενο τρίμηνο, ποσοστό που αυξάνεται σε 31% για τους στελέχη των πολύ μεγάλων επιχειρήσεων. Ο δείκτης προσδοκιών για την οικονομική κατάσταση του κλάδου δραστηριοποίησης παρουσίασε στασιμότητα. Το ποσοστό των στελεχών που θεωρούν ότι σε ένα χρόνο οι κλάδοι που δραστηριοποιούνται θα είναι σε καλύτερη οικονομική κατάσταση σε σχέση με την τωρινή διαμορφώθηκε σε 62%, ποσοστό που αυξάνεται σε 68% για τα υψηλόβαθμα στελέχη των επιχειρήσεων παροχής υπηρεσιών.
Ο δείκτης τρέχουσας οικονομικής κατάστασης των εταιρειών συνέχισε την ανοδική του πορεία και αυξήθηκε στις 90 μονάδες έναντι 85 μονάδων το προηγούμενο τρίμηνο. Το ποσοστό των στελεχών που δηλώνουν ότι η τρέχουσα οικονομική κατάσταση των εταιρειών τους έχει βελτιωθεί σε σχέση με ένα έτος πριν διαμορφώθηκε σε 35%, ποσοστό που αυξάνεται σε 46% για τα στελέχη των πολύ μεγάλων επιχειρήσεων. Ο δείκτης προσδοκιών για την οικονομική κατάσταση της εταιρείας τους το επόμενο έτος παρέμεινε στάσιμος στις 167 μονάδες. Το ποσοστό των στελεχών που αναμένει βελτίωση στο επόμενο έτος διαμορφώθηκε σε 69% ποσοστό που αυξάνεται σε 76% για αυτά των βιομηχανικών επιχειρήσεων.
Ο δείκτης τρεχουσών δαπανών για επενδύσεις παγίου κεφαλαίου παρουσίασε οριακή κάμψη στις 108 μονάδες έναντι 109 το προηγούμενο τρίμηνο. Το ποσοστό των στελεχών που δηλώνουν ότι η τρέχουσα επενδυτική δαπάνη των επιχειρήσεων που διοικούν είναι υψηλότερη σε σχέση με το προηγούμενο έτος διαμορφώθηκε σε 22% ποσοστό που αυξάνεται σε 31% για τα στελέχη των βιομηχανιών και των πολύ μεγάλων επιχειρήσεων. Ο δείκτης επενδυτικών προσδοκιών παρουσίασε και αυτός κάμψη κατά 1 μονάδα σε σύγκριση με το προηγούμενο τρίμηνο. Ωστόσο το ποσοστό των στελεχών που δηλώνουν ότι οι επενδυτική δαπάνη στις επιχειρήσεις τους θα είναι υψηλότερη κατά τον επόμενο χρόνο, είναι αξιόλογο και διαμορφώθηκε σε 40%, μερίδιο που αυξάνεται σε 48% για τα στελέχη CEOs των βιομηχανικών επιχειρήσεων.
Ο δείκτης τρέχουσας απασχόλησης παρουσίασε στασιμότητα στις 94 μονάδες. Το ποσοστό των στελεχών που δηλώνουν ότι ο αριθμός των εργαζομένων στις επιχειρήσεις που διοικούν είναι μεγαλύτερος σε σύγκριση με ένα έτος πριν διαμορφώθηκε σε 29%, ποσοστό το οποίο είναι αυξημένο σε 38% για τις πολύ μεγάλες επιχειρήσεις και 41% για τις βιομηχανικές επιχειρήσεις. Ο δείκτης προσδοκιών απασχόλησης μειώθηκε κατά μία μονάδα έναντι του προηγούμενου τριμήνου στις 145 μονάδες. Το μερίδιο των στελεχών που δηλώνουν ότι η απασχόληση στις εταιρείες που διοικούν θα είναι αυξημένη 1 έτος μετά ανήλθε σε 39%, ποσοστό που αυξάνεται σε 46% για τις πολύ μεγάλες επιχειρήσεις.
Εκτός των βασικών ερωτήσεων που υποβάλλονται κάθε τρίμηνο στα υψηλόβαθμα στελέχη, ζητήθηκε επιπλέον η γνώμη τους αν για την ανάληψη από μέρους τους μιας ανώτερης διοικητικής θέσης θα αξιολογούσαν κατά πόσο η εταιρία λειτουργεί με τους κανόνες της Εταιρικής Διακυβέρνησης. Το 52% των στελεχών, δήλωσε ότι είναι απαραίτητη προϋπόθεση ποσοστό που αυξάνεται σε 62% για τα στελέχη των πολύ μεγάλων επιχειρήσεων, περίπου 4 στους 10 θεωρούν ότι είναι σημαντικό αλλά όχι αναγκαίο, ενώ ένας στους δέκα δήλωσε ότι δεν θα επηρέαζε την απόφαση του.
Τα στελέχη ερωτήθηκαν επιπλέον για την επίδραση των μορφών εργασίας που υιοθετήθηκαν από τις επιχειρήσεις την περίοδο της πανδημίας στην παραγωγικότητα της εργασίας. Το 54% των στελεχών δήλωσε ότι η επίδραση τους ήταν θετική, ποσοστό που αυξάνεται σε 69% σε εκείνα των πολύ μεγάλων επιχειρήσεων. Παράλληλα το 22% θεωρεί ως ουδέτερη της επίδραση, ενώ ένας στους τέσσερις δήλωσε ότι η επίδραση ήταν αρνητική.
Στην ερώτηση σχετικά με την αναθεώρηση της μακροπρόθεσμης στρατηγικής των επιχειρήσεων λόγω της πανδημίας, το 51% των στελεχών απάντησε ότι η εμφάνιση της πανδημίας οδήγησε σε υψηλό βαθμό σε αναθεώρηση της μακροπρόθεσμης στρατηγικής, ποσοστό που μειώνεται σε 38% για τα στελέχη των πολύ μεγάλων επιχειρήσεων, ενώ τέσσερις στους δέκα συμμετέχοντες δήλωσαν ότι η πανδημία οδήγησε σε μέτριο βαθμό σε αναθεώρηση της στρατηγικής και τέλος ένας στους δέκα απάντησε ότι ο βαθμός ήταν χαμηλός.