Ελεγκτικό Συνέδριο: Καμία αποζημίωση στο Δημόσιο αν οι ΟΤΑ διαθέτουν κρατικό χρήμα σε άλλους σκοπούς
Ανανεώθηκε:
Δεν δικαιούται αποζημίωση τo ελληνικό Δημόσιο σε περίπτωση κατά την οποία οι Δήμοι ή οι Κοινότητες διαθέσουν την κρατική χρηματοδότηση που τους δόθηκε για άλλους σκοπούς από αυτούς που τους χορηγήθηκε.
Αυτό αποφάσισε τη Δευτέρα η Ολομέλεια του Ελεγκτικού Συνεδρίου απορρίπτοντας ως απαράδεκτη αγωγή του Δημοσίου κατά Δήμου, με το σκεπτικό ότι το συνταγματικό και νομικό πλαίσιο δεν παρέχει τη δυνατότητα στο Δημόσιο, να στραφεί κατά Δήμου.
Παράλληλα, σύμφωνα με την απόφαση, στις περιπτώσεις αυτές το Ελεγκτικό Συνέδριο, με τον καθιερωμένο έλεγχο που πραγματοποιεί, εκδίδει σε βάρος του Δήμου καταλογιστικές πράξεις ανάλογου ύψους με το ποσό της χρηματοδότησης, που διατέθηκε για άλλους σκοπούς και όχι για αυτούς που τους δόθηκε.
Το Ανώτατο Δημοσιονομικό Δικαστήριο απασχόλησε περίπτωση Δήμου που χρηματοδοτήθηκε από το Δημόσιο με το ποσό των 279.428 ευρώ προκειμένου να προβεί στην επισκευή υφιστάμενου κτηρίου καθώς και στην κατασκευή νέου προκειμένου να στεγασθεί το Τμήμα Συνοριακής Φύλαξης και Δίωξης παράτυπων μεταναστών της Ελληνικής Αστυνομίας. Όμως, ο Δήμος διέθεσε το επίμαχο ποσό για άλλους σκοπούς.
Έτσι, το Δημόσιο επικαλούμενο αστική ευθύνη του Δήμου για παράνομες ενέργειές του έναντι του Δημοσίου, στράφηκε κατά του Δήμου και ζητούσε να υποχρεωθεί να του καταβάλει, σύμφωνα με τα άρθρα 105 και 106 του Εισαγωγικού Νόμου του Αστικού Κώδικα (ΕισΝΑΚ), νομιμοτόκως, το ποσό των 279.428 ευρώ, για την αποκατάσταση ισόποσης ζημίας την οποία υπέστη από παράνομες πράξεις και παραλείψεις των οργάνων του Δήμου.
Αρχικά έγινε δεκτή η αγωγή του Δημοσίου, αλλά στη συνέχεια ο Δήμος άσκησε αναίρεση και η υπόθεση οδηγήθηκε στην Ολομέλεια του Ανωτάτου Ακυρωτικού Δικαστηρίου, η οποία τελικά έκανε δεκτή την αναίρεση του Δήμου.
Συγκεκριμένα, η Ολομέλεια του Ελεγκτικού Συνεδρίου (πρόεδρος ο Ιωάννης Σαρμάς και γενικός επίτροπος επικρατείας ο Μιχαήλ Ζυμής) με την υπ΄ αριθμ. 201/2021 απόφασή της, έκρινε ότι «αν και, πράγματι, το γράμμα της διάταξης του άρθρου 106 του Εισαγωγικού Νόμου του Αστικού Κώδικα δεν αποκλείει τη δυνατότητα του Δημοσίου να στραφεί κατά Δήμου για παράνομες ενέργειες αυτού που ζημίωσαν το Δημόσιο, εν τούτοις δεν επιτρέπει να αποδοθεί ότι με τα άρθρα 105 και 106 του ΕισΝΑΚ ρυθμίζονται και οι σχέσεις αποζημιωτικής ευθύνης μεταξύ φορέων δημόσιας εξουσίας και συνεχίζει το Ε.Σ.:
«Περαιτέρω, η ανάλογη εφαρμογή της διάταξης αυτής και στις σχέσεις μεταξύ φορέων δημόσιας εξουσίας δεν είναι επιτρεπτή δεδομένου ότι, κατά πάγια παράδοση του ελληνικού συνταγματικού και διοικητικού δικαίου, οι σχέσεις δημοσίου δικαίου υπάγονται σε ιδιαίτερο καθεστώς διεπόμενο από ειδικότερες γενικές αρχές και νομοθεσία, τέτοια δε σχέση εμφανίζεται ιδιαζόντως και στην κρινόμενη περίπτωση όπου ένας φορέας δημόσιας εξουσίας, το Δημόσιο, στρέφεται κατ’ άλλου, του Δήμου, επικαλούμενος παραβίαση από τον εν λόγω Δήμο, δημοσίου δικαίου υποχρέωσης αυτού».
«Συνεπώς», καταλήγει η Ολομέλεια του Ε.Σ., «δεν υφίσταται ταυτότητα του νομικού λόγου, που, κατά γενική ερμηνευτική αρχή, θα επέτρεπε την αναλογική εφαρμογή των εν λόγω διατάξεων», αλλά παράλληλα, «δεν είναι επιτρεπτή και για τον πρόσθετο λόγο ότι η τακτοποίηση δημόσιου λογαριασμού στον οποίο εντοπίσθηκε έλλειμμα ρυθμίζεται κατά πάγια νομοθετική πρακτική μέσω της έκδοσης ευθέως και μονομερώς καταλογιστικής απόφασης (σ.σ.: από το Ε.Σ.) εις βάρος του υπεύθυνου υπολόγου».