Αναμόρφωση Οικογενειακού Δικαίου: Αλλαγή σελίδας στις σχέσεις γονέων – παιδιών μετά το διαζύγιο
Ανανεώθηκε:
Αλλαγή σελίδας στις σχέσεις γονέων και παιδιών μετά το διαζύγιο φέρνει το νομοσχέδιο για την αναμόρφωση του Οικογενειακού Δικαίου μετά από σχεδόν τέσσερις δεκαετίες, το οποίο παρουσιάζει σήμερα στο Υπουργικό Συμβούλιο ο Υπουργός Δικαιοσύνης, Κώστας Τσιάρας.
Οι καινοτόμες διατάξεις του νομοσχεδίου αποσκοπούν στην εξυπηρέτηση του συμφέροντος του παιδιού δια της ενεργής παρουσίας και των δύο γονέων κατά την ανατροφή του και την εκπλήρωση της ευθύνης του απέναντι του.
Σύμφωνα με το νομοσχέδιο, για πρώτη φορά καθιερώνεται το τεκμήριο επικοινωνίας και οι συνέπειες κακής άσκησης της γονικής μέριμνας.
Συγκεκριμένα προβλέπεται ο χρόνος επικοινωνίας του παιδιού με τον γονέα, με τον οποίο δεν διαμένει στο ίδιο σπίτι, να είναι τουλάχιστον στο ένα τρίτο του συνολικού χρόνου.
Για τον περιορισμό ή τον αποκλεισμό της επικοινωνίας αυτής απαιτείται να έχουν μεσολαβήσει σοβαροί λόγοι, όπως η αμετάκλητη καταδίκη του γονέα για ενδοοικογενειακή βία ή εγκλήματα κατά της γενετήσιας ελευθερίας.
Ιδιαίτερα σημαντική είναι και η διάταξη εκείνη που προβλέπει ότι το δικαστήριο αναθέτει τη γονική μέριμνα με γνώμονα το συμφέρον του παιδιού σεβόμενο την ισότητα μεταξύ των γονέων, ώστε να αποφεύγονται οι διακρίσεις εξαιτίας ιδίως του φύλου, του σεξουαλικού προσανατολισμού, της φυλής, της γλώσσας, της θρησκείας, της κοινωνικής προέλευσης ή της περιουσίας.
Επίσης, εισάγεται για πρώτη φορά η υποχρέωση των γονέων να προσφεύγουν αρχικά σε «οικογενειακό διαμεσολαβητή» σε περίπτωση που διαφωνούν για ζητήματα του ανήλικου παιδιού τους.
Αν δεν βρεθεί λύση με τον τρόπο αυτό, τότε θα επιλαμβάνεται η Δικαιοσύνη.
Παράλληλα, το νομοσχέδιο προβλέπει ότι πριν από κάθε απόφαση που θα αφορά τη γονική μέριμνα, το δικαστήριο μπορεί να ζητήσει την γνώμη του παιδιού ενώ οι υποθέσεις οικογενειακού δικαίου θα εκδικάζονται πλέον μόνο από δικαστές οι οποίοι θα έχουν περάσει από ειδικά σεμινάρια και προγράμματα επιμόρφωσης από την Εθνική Σχολή Δικαστικών Λειτουργών, με τη συμμετοχή παιδοψυχολόγων και κοινωνικών λειτουργών.