Μενδώνη: Η γενναία στάση της Μπεκατώρου αποτελεί παράδειγμα για όσες έχουν υποστεί κακοποίηση
«Η αποκάλυψη της Σοφίας Μπεκατώρου καταδεικνύει ότι το συγκλονιστικό γεγονός της κακοποίησης είναι μια πληγή που δεν κλείνει με τον χρόνο και οπωσδήποτε δεν απαλύνεται όταν τα στόματα παραμένουν κλειστά.
Η σεξουαλική παρενόχληση είναι μια μορφή βίας κατά των γυναικών και η πιο ακραία αλλά και επίμονη μορφή έμφυλης διάκρισης», αναφέρει στη δήλωσή της σχετικά με την καταγγελία της Σοφίας Μπεκατώρου η υπουργός Πολιτισμού και Αθλητισμού, Λίνα Μενδώνη.
«Το φαινόμενο είναι δυστυχώς διαδεδομένο σε όλο τον κόσμο και τα κρούσματα, όπως έχει αποδειχθεί, σε μεγάλο βαθμό δεν καταγγέλλονται. Ο κοινωνικός στιγματισμός των θυμάτων και η ατιμωρησία των θυτών είναι οι βασικές αιτίες της ανεπαρκούς καταγγελίας του φαινομένου», συνεχίζει η κ. Μενδώνη. Και καταλήγει:
«Η γενναία στάση της Σοφίας Μπεκατώρου αποτελεί παράδειγμα για όσες γυναίκες έχουν υποστεί κακοποίηση και διστάζουν ή φοβούνται να μιλήσουν. Η πρόληψη και η καταπολέμηση της βίας κατά των γυναικών είναι ευθύνη όλων μας, γυναικών και ανδρών. Ως κοινωνία οφείλουμε να καταδικάζουμε απερίφραστα όλες τις μορφές βίας και να επιδεικνύουμε μηδενική ανοχή απέναντι σε εγκληματικές πράξεις, που προσβάλλουν το σώμα, την προσωπικότητα, την ψυχή».
H μαρτυρία
Μια συγκλονιστική μαρτυρία κατέθεσε η χρυσή ολυμπιονίκης στην Ιστιοπλοΐα Σοφία Μπεκατώρου για σεξουαλική κακοποίηση που δέχθηκε, κατά τη διάρκεια της διαδικτυακής ημερίδας με θέμα «Start to Talk/Σπάσε τη Σιωπή - Μίλησε, Μην Ανέχεσαι».
Τη Διαδικτυακή Ημερίδα διοργάνωσε το υφυπουργείο Αθλητισμού την Πέμπτη 14 Ιανουαρίου 2021, στο πλαίσιο του προγράμματος του Συμβουλίου της Ευρώπης για την «Προστασία των Παιδιών στον Αθλητισμό».
«Κάποια στιγμή όπως μιλάγαμε με τον Χ γύρισα και με φίλησε. Εγώ πάγωσα, δεν ήξερα πώς να αντιδράσω, δεν περίμενα ποτέ να κάνει μία τέτοια κίνηση. Για μένα ο Χ αντιπροσώπευε το πατρικό πρότυπο, ήταν ένας άνθρωπος που επιτέλους δε μας πολεμούσε μέσα στην Ομοσπονδία και ήθελε το καλό μας, σκέφτηκα. Συνέχισα να προχωράω με ταχύτερο ρυθμό κάνοντας πως δεν κατάλαβα ό,τι συνέβη, αν και του το ανέφερα λέγοντας του ότι δεν περίμενα ποτέ μία τέτοια κίνηση του», είπε η κ. Μπεκατώρου και συνέχισε:
«Φτάνοντας στο ξενοδοχείο μας, στο ασανσέρ πριν πάει στο δωμάτιο του, μου ζήτησε να τον ακολουθήσω. Εγώ αρνήθηκα και πήγα να κλείσω την πόρτα.
Εκείνος πάντα ευγενικά και με χαμόγελο με ρώτησε αν τον φοβάμαι και τότε του απάντησα πως όχι, αλλά ότι δεν υπήρχε λόγος να πάω μαζί στο δωμάτιο του.
Εκείνος προσπαθώντας να με πείσει, με διαβεβαίωσε ότι δεν πρόκειται να κάνει κάτι ερωτικό απλά να συζητήσουμε. Ήξερε όμως πώς να μου μιλήσει και πώς να με ηρεμήσει και να με κάνει να ρίξω τις άμυνες μου.
Και όταν αυτό έγινε, τότε άρχισε να ασελγεί εις βάρος μου. Προσπάθησα να τον απωθήσω, να του δείξω ότι δεν υπάρχει αμοιβαία επιθυμία, θεωρώντας ότι θα το σεβαστεί».
«Του είπα όχι, του επανέλαβα ότι δεν θέλω να προχωρήσω και εκείνος με ψεύτικα γλυκόλογα έλεγε ότι δεν είναι τίποτα κάνοντας χιούμορ. Έλεγε ότι θα σταματήσει αν δεν το θέλω, όμως δε σταμάτησε ότι κι αν του έλεγα. Κλαμένη και ντροπιασμένη έφυγα από το δωμάτιο όταν αυτός ολοκλήρωσε και σηκώθηκε από πάνω μου. Γύρισα στο δωμάτιο μου όπου η συναθλήτρια μου κοιμόταν ανυποψίαστη.
Έκανα μπάνιο, ένιωθα βρώμικη, εξαντλημένη, ταπεινωμένη και ανίκανη να υπερασπιστώ τα δικαιώματα μου. Ενώ είχαμε μόλις αποκτήσει το δικαίωμα στο όνειρο με την Αιμιλία, αν εγώ μιλούσα για ότι μου συνέβη, μπορεί αυτό να κατέρρεε», είπε και συνέχισε:
«Δεν μπορούσα να διαχειριστώ αυτό το συναίσθημα και δεν μπορούσα να το μοιραστώ με την ομάδα μου γιατί μπορεί να μας δίχαζε.
Η ομάδα μας, που συμπεριλάμβανε και την ανδρική, βρισκόταν πάντα σε ένα λεπτό σχοινί ισορροπίας και δεν υπήρχαν δυνατοί δεσμοί που θα μπορούσαν να με κάνουν να μιλήσω ανοιχτά.
Ο δε προπονητής μας ήταν 25 χρονών, αρκετά συναισθηματικός και άπειρος σε θέματα διαχείρισης κρίσεων. Επίσης, τότε, δεν είχαμε κάποια συνεργασία με αθλητική ψυχολόγο και φυσικά δεν θα μιλούσα ποτέ στους γονείς μου, γιατί θα με σταμάταγαν από την ιστιοπλοΐα. Στο μικρό και αθώο μυαλό μου η μόνη λύση ήταν να σιωπήσω και να κάνω ότι δε συνέβη τίποτα.
Έκλαψα πολύ και όταν ξύπνησα άρχισα μία παράσταση που έληξε μέχρι και πριν από λίγο καιρό. Με πολλή δουλειά, θεραπεία και ανάλυση κατάφερα να αναλάβω το βάρος της ευθύνης μου, το να μην μιλήσω τότε, ώστε να απομακρυνθεί αυτός ο παράγοντας εκτός αθλητικών χωρών. Αυτός ο μισάνθρωπος που δεν είχε όρια, εκμεταλλεύτηκε καταστάσεις, την συναισθηματική μου ευφορία και την προσήλωση στο στόχο μου. Εκμεταλλεύτηκε την αδυναμία της ομάδας μας, γνωρίζοντας ότι δεν υπήρχε μεγάλη συνοχή και δύναμη, την θεσμική του θέση, ώστε να ικανοποιήσει το αρρωστημένο του ένστικτο. Ο μόνος στον οποίο κατάφερα να ανοιχτώ ήταν ο δεσμός που διατηρούσα τότε, από τον οποίο επίσης ζήτησα να μην αντιδράσει, καθώς ήταν κι αυτός αθλητής.
Ο Χ ουδέποτε δήλωσε μετάνοια ή άλλαξε τον τρόπο που λειτουργούσε. Με την αλλαγή της στάσης μου και την ψυχρότητα μου έγινε ειρωνικός και σε γενικές γραμμές αμφισβήτησε τις ικανότητες και τις επιδόσεις μου, σε κάθε δυνατή ευκαιρία, λέγοντας ότι οι νεότεροι αθλητές πρέπει να έχουνε πλέον ευκαιρίες και όχι αυτοί των οποίων η καριέρα τους βρίσκεται στη δύση της.
Τη νοοτροπία αυτή υιοθέτησε από το 1999 μέχρι το 2019. Στο διάστημα αυτό έχω πετύχει τις περισσότερες διακρίσεις για την χώρα μας στην ιστιοπλοΐα, έχοντας όμως χάσει το σημαντικότερο αγαθό ως προσωπικότητα: την αγάπη προς τον εαυτό μου».