ΕΛΛΑΔΑ

Απάντηση του υπουργείου Μετανάστευσης στις αναφορές για επαναπροωθήσεις

Απάντηση του υπουργείου Μετανάστευσης στις αναφορές για επαναπροωθήσεις
Φωτογραφία αρχείου AP Photo/Ergin Yildiz

Απάντηση σε πρόσφατες αναφορές σε εκθέσεις και αναλύσεις που αφορούν «σε δήθεν οργανωμένες επαναπροωθήσεις μεταναστών από την ελληνική πλευρά» δίνει το υπουργείο Μετανάστευσης και Ασύλου.

Η πολιτική του υπουργείου, «είναι από την πρώτη ημέρα επανασύστασής του σύμφωνη με το Διεθνές Δίκαιο», επισημαίνει η ανακοίνωση. Μεταξύ άλλων αναφέρει πως «η Ελλάδα είναι μία σύγχρονη ευρωπαϊκή χώρα που υποδέχεται τους πρόσφυγες, που πραγματικά έχουν ανάγκη, τους παρέχει τη βοήθεια που χρειάζονται και την υποστήριξη ώστε να ενταχθούν στην κοινωνία και να μπορέσουν να λειτουργήσουν αυτόνομα και ανεξάρτητα. Ωστόσο, η παράνομη μετανάστευση αποτελεί ένα από τα πιο σοβαρά και ευαίσθητα ζητήματα που αντιμετωπίζουμε, ως ελληνικό κράτος και ως ελληνική κοινωνία την τελευταία πενταετία αλλά και ως χώρα - πύλη εισόδου για την Ευρωπαϊκή Ένωση».

Η μείωση των ροών αποτελεί προτεραιότητα της μεταναστευτικής πολιτικής, εξηγεί το υπουργείο και «συνεργάζεται με τα συναρμόδια υπουργεία, για το στόχο αυτό, με απόλυτη διαφάνεια».

«Στο πλαίσιο αυτό, προφανώς προχωρούμε σε αποχωρήσεις, δίνοντας έμφαση στις επιστροφές, εθελοντικές ή μη, όσων δεν δικαιούνται διεθνούς προστασίας», προσθέτει.

Το υπουργείο καταλήγει, ότι τελευταία παρατηρεί «μια συστηματική προσπάθεια διαστρέβλωσης των δεδομένων για την εξυπηρέτηση συγκεκριμένων στόχων και γι' αυτό απαιτείται μεγαλύτερη προσοχή στην αξιολόγηση των δεδομένων αυτών ως αληθών και αξιόπιστων».

Τι αναφέρει η Ύπατη Αρμοστεία του ΟΗΕ για τους Πρόσφυγες

«Βαθιά ανησυχία για τις αυξανόμενες αξιόπιστες αναφορές για παράτυπες επιστροφές ανδρών, γυναικών και παιδιών στην Τουρκία, αμέσως μετά την άφιξή τους σε ελληνικό έδαφος ή χωρικά ύδατα τους τελευταίους μήνες», εκφράζει σε ανακοίνωσή της η Ύπατη Αρμοστεία του ΟΗΕ για τους Πρόσφυγες (Υ.Α.).

Η Ύπατη Αρμοστεία κάνει λόγο για έναν αυξανόμενο αριθμό αναφορών, από τον Μάρτιο του 2020, για φερόμενες άτυπες επιστροφές μέσω θαλάσσης ανθρώπων οι οποίοι, σύμφωνα με δικές τους μαρτυρίες ή τρίτων προσώπων, αποβιβάστηκαν σε ελληνικές ακτές και κατόπιν οδηγήθηκαν πίσω στη θάλασσα. Αλλά και για «αναφορές και μαρτυρίες, που έχει λάβει το Γραφείο, σχετικά με ανθρώπους να εγκαταλείπονται στα ανοιχτά, σε βάρκες οι οποίες συχνά είναι μη αξιόπλοες και υπερπλήρεις, για πολλές ώρες προτού διασωθούν».

Σημειώνει ότι «σέβεται πλήρως το νόμιμο δικαίωμα των κρατών να ελέγχουν τα σύνορά τους και αναγνωρίζει τις προκλήσεις που προκύπτουν από τις μεικτές μεταναστευτικές μετακινήσεις στα εξωτερικά σύνορα της ΕΕ», προσθέτοντας παράλληλα ότι «τα κράτη πρέπει να εγγυώνται και να διασφαλίζουν τα δικαιώματα όσων αναζητούν διεθνή προστασία σύμφωνα με το εθνικό, το Ευρωπαϊκό και το διεθνές δίκαιο». «Κάθε άνθρωπος έχει το δικαίωμα να εξεταστεί η προσωπική του περίπτωση και να εκτιμηθούν οι ανάγκες του για προστασία» αναφέρει.

«Η διαφύλαξη των συνόρων της Ελλάδας και η προστασία των προσφύγων δεν αποκλείουν το ένα το άλλο. Και τα δύο μπορούν και πρέπει να γίνουν. Δεν πρόκειται για δίλημμα αλλά για μια ισορροπία που πρέπει να επιτευχθεί», τονίζει ο Φιλίπ Λεκλέρκ στην ανακοίνωση.

Η Ύπατη Αρμοστεία έχει, επίσης, καταλήγει η ανακοίνωση, απευθύνει έκκληση για τη λήψη περαιτέρω προληπτικών μέτρων ενάντια σε αυτές τις πρακτικές, για ξεκάθαρους κανόνες όσον αφορά τη διαδικασία που ακολουθείται στα σύνορα και για εσωτερικούς μηχανισμούς ελέγχου, μέσω και της ενδυνάμωσης του ρόλου του Συνηγόρου του Πολίτη.