Κορωνοϊός: Ο χάρτης της πανδημίας στη χώρα μας
Ο κορωνοϊός συνεχίζει να εξαπλώνεται στην Ελλάδα. Σύμφωνα με τα επίσημα στοιχεία που έχουν δηλωθεί στον ΕΟΔΥ έως και το μεσημέρι της Τρίτης, έχουν επιβεβαιωθεί εργαστηριακά 743 κρούσματα, εκ των οποίων 51 το τελευταίο 24ωρο.
Από το σύνολο των ανθρώπων που έχει χτυπήσει ο κορονοϊός, οι 406 (55.5%) είναι άνδρες ενώ οι 325 είναι γυναίκες (44.5%). Όσον αφορά την ηλικιακή κατανομή είναι η εξής:
- 65 ετών και άνω 140/677 (20.7%)
- 40-64 ετών 329/677 (48.6%)
- 18-39 ετών 181/677 (26.7%)
- 0-17 ετών 27/677 (4.0%)
Παράλληλα, έχουν καταγραφεί 191 (25.7%) κρούσματα με νοσηλεία σε νοσοκομείο, εκ των οποίων 59 (30.9%) διασωληνώθηκαν, και 20 (10.5%) έχουν καταλήξει.
Σύμφωνα με τα στοιχεία που έχουν δηλωθεί στον ΕΟΔΥ, στις 24 Μαρτίου 2020 συνεχίζουν να νοσηλεύονται 134 ασθενείς, εκ των οποίων 45 (33.6%) έχουν διασωληνωθεί.
Υπενθυμίζεται πως τα στοιχεία περιλαμβάνουν και ασθενείς που νοσηλεύτηκαν ή διασωληνώθηκαν τις προηγούμενες ημέρες, αλλά δηλώθηκαν και καταγράφηκαν στον ΕΟΔΥ το τελευταίο 24ωρο.
Ο κορωνοϊός «χτυπά» την περιφερειακή ενότητα Αθηνών όπου έχουμε 366 κρούσματα, ενώ ακολουθεί η Ηλεία με 43, η Θεσσαλονίκη με 31 η ανατολική Αττική με 29, ο Πειραιάς με 28 και η Καστοριά με 19.
Νωρίτερα, ο εκπρόσωπος του υπουργείου Υγείας Σωτήρης Τσιόδρας δέχτηκε, κατά τη διάρκεια της καθιερωμένης ενημέρωσης, αρκετές ερωτήσεις που αφορούν όσους νοσούν στο σπίτι και λαμβάνουν οδηγίες από τους θεράποντες γιατρούς τους.
«Σε όσους εμφανίζουν επιδείνωση των συμπτωμάτων, συνιστούμε να επικοινωνούν άμεσα με το γιατρό τους, αλλά κι αυτοί που έχουν ήπια συμπτώματα και απομονώνονται στο σπίτι τους είναι σημαντικό να έχουν κάθε μέρα επικοινωνία με το γιατρό και να λαμβάνουν οδηγίες» τόνισε και κατέληξε:
«Είναι μία ήπια νόσος στους περισσότερους, αλλά χρειάζεται επαγρύπνηση».
Πρόσθεσε επίσης ότι με τα μέχρι τώρα στοιχεία, φαίνεται ότι όσοι νοσούν μέτρια προς σοβαρά, βοηθούνται περισσότερο από την έγκαιρη έναρξη της θεραπείας, αλλά εξήγησε ότι είναι πρώιμο να πει κάποιος με βεβαιότητα ότι μπορεί να δώσει τα φάρμακα στις πρώτες 48 ώρες για να προλάβει μια επιδείνωση.
«Αυτή τη στιγμή γίνονται κλινικές μελέτες για να αποδειχθεί ποιος και πότε ωφελείται από την υπάρχουσα θεραπεία» επισήμανε.
Στη συνέχεια, αναφέρθηκε στο θάνατο μίας νεαρής γυναίκας η οποία κατέληξε στο σπίτι της. Είπε ότι αναμένει περαιτέρω ενημέρωση για το αν είχε σοβαρό υποκείμενο νόσημα και εξήγησε ότι αυτοί που μένουν σπίτι, ιδίως όταν έχουν χρόνιο αναπνευστικών νόσημα θα πρέπει να είναι πιο προσεκτικοί και να βρίσκονται σε ανοιχτή γραμμή με τον θεράποντα γιατρό τους.
Όπως εξήγησε είναι αναμενόμενο όχι μόνο με αυτόν τον ιό, αλλά και με τη γρίπη να συμβεί ένας θάνατος ακόμα και σε νέους ανθρώπους και πρόσθεσε για μία ακόμη φορά ότι πρόκειται για ένα νέο ιό στον οποίο δεν έχουμε ακόμα ανοσία.
«Ο ιός δεν σέβεται καμία ηλικία μπορεί να έχουμε σοβαρά κρούσματα και σε νέες ηλικίες» κατέληξε.
Κάνοντας μία σύγκριση με το τι συμβαίνει σε άλλες χώρες και στη χώρα μας είπε ότι δεν διαφέρουμε από τα διεθνή ποσοστά, όσον ελαφρά και βαριά νόσηση αλλά και στους θανάτους.
15% και στη χώρα μας νοσούν από μέτρια έως πιο σοβαρά, 5% νοσούν πιο σοβαρά και χρειάζεται να νοσηλευθούν ή και να διασωληνωθούν. Επίσης ο αριθμός των θανάτων δεν διαφέρει αναλογικά από ότι στις περισσότερες χώρες του κόσμου.
Αναφερόμενος στους υγειονομικούς που νοσούν εξήγησε ότι προς το παρόν αυτό δεν έχει δημιουργήσει πρόβλημα στη λειτουργία των μονάδων υγείας καθώς υπάρχει επάρκεια προσωπικού.
Στο σημείο αυτό το λόγο πήρε ο υφυπουργός Υγείας Βασίλης Κοντοζαμάνης και εξήγησε ότι στο σχεδιασμό του υπουργείου υπάρχει μέριμνα για να αντιμετωπιστεί μια πιθανή αύξηση των μολύνσεων σε υγειονομικούς που θα πρέπει να τεθούν προσωρινά εκτός συστήματος.
Ο κύριος Τσιόδρας αναφερόμενος στις ελαφριές περιπτώσεις της νόσου από κορωνοϊό και την άτυπη συμπτωματολογία, εξήγησε ότι υπάρχουν νέα δεδομένα καθώς έχει παρατηρηθεί ότι κάποιοι νοσούν εμφανίζοντας διάρροια ή διαταραχή της γεύσης ή της όσφρησης.
«Γνωρίζουμε ότι συνήθως το 40% των ασθενών μετά από μία αναπνευστική λοίμωξη εμφανίζει απώλεια όσφρησης» τόνισε ο κύριος Τσιόδρας και συμπλήρωσε ότι στην Βρετανία και την Γερμανία έχουν καταγραφεί όλο και περισσότερες περιπτώσεις ανοσμίας.