Spiegel: Την λένε Ερντογάν και επαναπροωθήθηκε παράνομα στην Τουρκία
Το όνομά της είναι Αϊσέ Ερντογάν και ίδια είχε διωχθεί ποινικά στην Τουρκία, φερόμενη ως υποστηρίκτρια του κινήματος Γκιουλέν. Σύμφωνα με το γερμανικό περιοδικό Der Spiegel, η νεαρή δασκάλα διέφυγε στην Ελλάδα, αναζητώντας άσυλο, για να καταλήξει, έπειτα από μια πρωτοφανή περιπέτεια, πίσω από τα κάγκελα μιας τουρκικής φυλακής.
Καθώς η Αϊσέ έπιανε στα χέρια της το κινητό της τηλέφωνο για να βιντεοσκοπήσει τον εαυτό της, γνώριζε ήδη τον κίνδυνο που αντιμετώπιζε. Είχε κατορθώσει να περάσει από την Τουρκία απέναντι, στην Ελλάδα, γεγονός που σήμαινε πως είχε καταφέρει να περάσει σε ευρωπαϊκό έδαφος. Ωστόσο, η ίδια δεν ήταν ακόμη ελεύθερη.
Το πρωί της 4ης Μαρτίου 2019, η 28χρονη δασκάλα μαθηματικών κρύφτηκε στη Νέα Βύσσα, ένα ελληνικό χωριό στον Έβρο. Συνοδευόμενη από άλλους δύο Τούρκους, κατόρθωσε να περάσει τον ποταμό Έβρο, μια αποκοτιά ιδιαίτερα παράτολμη.
Το επίθετό της είναι Ερντογάν, ωστόσο η ίδια δεν έχει καμία απολύτως σχέση με τον πρόεδρο της Τουρκίας, Ρετζέπ Ταγίπ Ερντογάν. Σε βάρος της εκκρεμούσε ποινή κάθειρξης άνω των έξι ετών. Οι τουρκικές αρχές την είχαν κατηγορήσει ότι ανήκε στη σέχτα του Ισλαμιστή κληρικού, Φετουλάχ Γκιουλέν, την οποία η Άγκυρα χαρακτηρίζει τρομοκρατική οργάνωση.
Στην Ερντογάν επετράπη να μείνει εκτός φυλακής μέχρι και την έναρξη της δίκης της, αλλά μόνο υπό την προϋπόθεση ότι θα παρέμενε στην Τουρκία.
Λίγο μετά την απελευθέρωσή της, διέφυγε. Ταξίδεψε προς βορρά για να φτάσει στην Ευρώπη, όπως ακριβώς είχαν κάνει κι άλλοι Τούρκοι, που είχαν κατηγορηθεί ως γκιουλενιστές.
Η ίδια θέλησε να καταθέσει αίτηση για πολιτικό άσυλο, ασκώντας ένα δικαίωμα που η Ε.Ε. παρέχει σε κάθε άτομο που καταφθάνει επί ευρωπαϊκού εδάφους – τουλάχιστον στη θεωρία.
«Είμαστε Τούρκοι και αιτούμαστε πολιτικό άσυλο», είπε η Ερντογάν σε ένα βίντεο που κατέγραψε με το κινητό της τηλέφωνο. «Διαφύγαμε από τη δίωξή μας στην Τουρκία. Κρυβόμαστε κοντά στη Νέα Βύσσα υπό το φόβο της επαναπροώθησης». Έστειλε τα βίντεο στον αδερφό της, τον Ιχσάν, ο οποίος ήταν ήδη στην Αθήνα. Ένας δημοσιογράφος δημοσίευσε το βίντεο στο twitter, ενώ και η εφημερίδα Καθημερινή αναφέρθηκε μέσω άρθρου στην υπόθεσή της.
Χρησιμοποιώντας την εφαρμογή WhatsApp, η Ερντογάν έστειλε την ακριβή τοποθεσία, όπου βρισκόταν στον αδερφό της. Παράλληλα, έστειλε email σε δικηγόρους ειδικευμένους στα ανθρώπινα δικαιώματα καθώς και στον επικεφαλής της Ύπατης Αρμοστείας του ΟΗΕ.
«Εάν μας επαναπροωθήσουν στην Τουρκία, η ζωή μας θα βρεθεί σε κίνδυνο», έγραψε.
Την ίδια ημέρα, η Αϊσέ Ερντογάν οδηγήθηκε πίσω στην Τουρκία διαμέσου του Έβρου. Αξιωματικοί της τουρκικής συνοριοφυλακής τη συνέλαβαν μαζί με τους άλλους δύο Τούρκους υπηκόους, την επόμενη ημέρα στις 08:10 το πρωί και τους έβαλαν στη φυλακή.
Στη συνέχεια, δικαστήριο καταδίκασε την Ερντογάν για παραβίαση των όρων της αποφυλάκισης της, με γνώμονα το γεγονός ότι διέφυγε από τη χώρα.
Για πρώτη φορά, μελέτη που διεξήγε η υπηρεσία Forensic Architecture, μια ερευνητική ομάδα με έδρα το Κολέγιο Goldsmiths στο Πανεπιστήμιο του Λονδίνου καθώς και μια σειρά συνεντεύξεων που πραγματοποίησε το γερμανικό περιοδικό Der Spiegel με τον αδερφό της Αϊσέ και τους δικηγόρους της, σε συνδυασμό με μια αντιστοίχιση εγγράφων και ημερομηνιών, καταλήγουν σε ένα απίστευτο συμπέρασμα: η 28χρονη δασκάλα είχε κατορθώσει να φτάσει στην Ελλάδα και ήταν στα χέρια των ελληνικών Αρχών προτού επιστρέψει στην Τουρκία.
Αυτοί που τη συνέλαβαν ήταν, κατά πάσα πιθανότητα, Έλληνες συνοριοφύλακες ή αστυνομικοί. Η ίδια ισχυρίζεται ότι είχε οδηγηθεί σε ελληνικό αστυνομικό τμήμα από ανθρώπους που είχαν καλυμμένα τα χαρακτηριστικά των προσώπων τους.
Σύμφωνα με το Spiegel, οι Γερμανοί δημοσιογράφοι ζήτησαν από την Ελληνική Αστυνομία να σχολιάσει το περιστατικό. H ΕΛ.ΑΣ. αρνήθηκε να τοποθετηθεί επ’ αυτού, αρκούμενη απλώς να αναφέρει ότι «οι ελληνικές αρχές συμμορφώνονται πάντοτε με τον ελληνικό και ευρωπαϊκό δίκαιο κατά τη διαδικασία της εκτέλεσης των καθηκόντων τους».
Το Δεκέμβριο του 2019, το Spiegel και το Forensic Architecture ανέλυσαν μια σειρά από βίντεο που έδειχναν πώς γίνονται οι παράνομες επαναπροωθήσεις κατά μήκος του Έβρου: Άνδρες με καλυμμένα χαρακτηριστικά των προσώπων τους, μιλώντας με ελληνική προφορά, απεικονίζονται να μεταφέρουν ανθρώπους που διέφυγαν στην Ελλάδα απέναντι στην Τουρκία, με μηχανοκίνητες βάρκες.
Οι πρόσφυγες που υποστηρίζουν ότι επαναπροωθήθηκαν στην Τουρκία, καταγγέλλουν ότι κακοποιήθηκαν και ότι οι τουρκικές αρχές αχρήστευσαν τα κινητά τους τηλέφωνα.
Όλα τα αποδεικτικά στοιχεία που αναφέρει το γερμανικό περιοδικό ότι έχει στη διάθεσή του, δείχνουν ότι οι ελληνικές Αρχές διενεργούν συστηματικές επαναπροωθήσεις. Το Spiegel είχε αναφερθεί και παλαιότερα σε σειρά τουρκικών εγγράφων, βάσει των οποίων η Ελλάδα φαίνεται να απελαύνει παράνομα δεκάδες χιλιάδες μετανάστες και πρόσφυγες. Στον απόηχο των αποκαλύψεων αυτών, η Ευρωπαϊκή Επιτροπή απαίτησε τη διεξαγωγή έρευνας, ώστε να διερευνηθούν οι κατηγορίες αυτές. Ωστόσο, κάτι τέτοιο δεν έχει συμβεί, μέχρι στιγμής.
Οι επαναπροωθήσεις παραβιάζουν το διεθνές δίκαιο, το δίκαιο της Ε.Ε. καθώς και την ελληνική νομοθεσία, από τη στιγμή που κάθε πρόσφυγας έχει το δικαίωμα σε δίκαιες διαδικασίες αίτησης ασύλου.
Κατ’ επέκταση όσοι αιτούνται άσυλο, δεν μπορούν να επαναπροωθηθούν σε χώρες, όπου η ζωή τους θα τίθετο σε κίνδυνο ή θα απειλούνταν με διώξεις. Ωστόσο, κάτι τέτοιο δεν φαίνεται να ίσχυσε στην περίπτωση της Αϊσέ Ερντογάν.
Το γεγονός ότι η ίδια είχε επανειλημμένως κοινοποιήσει την ακριβή τοποθεσία της, όταν είχε συνομιλήσει με τον αδερφό της μέσω WhatsApp, αποδείχτηκε ιδιαίτερα χρήσιμο στην προσπάθεια να γίνει μια αναπαράσταση των πραγματικών γεγονότων.
Ένας από τους δικηγόρους, ο Νικόλαος Ουζουνίδης, ο οποίος μετέβη στη Νέα Βύσσα και συναντήθηκε με την Αϊσέ και τους δύο συνταξιδιώτες της, είχε βγάλει μια φωτογραφία μαζί τους εκεί.
Σε συνεργασία με την ελληνική ΜΚΟ HumanRights360, η ομάδα Forensic Architecture ανέλυσε τις φωτογραφίες, τα βίντεο, τα μηνύματα στο WhatsApp, τα email καθώς και τα έγγραφα και της αναφορές της αστυνομίας αλλά και του δικαστηρίου.
Μεταξύ άλλων, η ομάδα συνέκρινε τις φωτογραφίες με εικόνες από την εφαρμογή Google Earth. Με αυτό τον τρόπο κατέστη δυνατό να επαληθευτεί ότι η Αϊσέ Ερντογάν είχε, στην πραγματικότητα, εισέλθει στην Ελλάδα πριν από τη σύλληψή της.
«Δεν υπάρχει καμία αμφιβολία ότι η Αϊσέ και οι δύο συνοδοί της ήταν στη Νέα Βύσσα εκείνη την ημέρα. Τους είδα με τα μάτια μου», δήλωσε ο Ουζουνίδης στο Spiegel.
Οι δραματικές στιγμές πριν και μετά τη σύλληψη
Η 28χρονη δασκάλα επικοινώνησε με το αστυνομικό τμήμα στη Νέα Βύσσα, κοντά στα ελληνοτουρκικά σύνορα, αιτούμενη άσυλο. Ωστόσο, η Ελληνική Αστυνομία μετέφερε την ίδια σε ένα αστυνομικό τμήμα στο Νέο Χειμώνιο, μια κωμόπολη 18 χλμ. νοτίως της Νέας Βύσσας. Σύμφωνα με το Spiegel, αυτό επιβεβαιώνεται από την καταγραφή τοποθεσίας που έγινε στο WhatsApp αλλά και την κατάθεσή της στο δικαστήριο.
Ο Ουζουνίδης επιχείρησε να μιλήσει δύο φορές με την Αϊσέ στο αστυνομικό τμήμα, την πρώτη φορά από μόνος τους και τη δεύτερη μαζί με τον αδερφό της, τον Ιχσάν, που είχε έρθει από την Αθήνα. Και τις δύο φορές η Αστυνομία ενημέρωσε τη δικηγόρο ότι κανένα άτομο με το όνομα αυτό δεν κρατείτο στο αστυνομικό τμήμα. Επισήμως, τουλάχιστον, δεν υπήρξε ποτέ καταγραφή οποιασδήποτε σύλληψης ή απαγγελίας κατηγοριών.
Στις 18:53, η Ερντογάν για ακόμη μία φορά κοινοποιεί την τοποθεσία που βρίσκεται μέσω WhatsApp, με την ακίδα γεωγραφικού εντοπισμού να δείχνει το αστυνομικό τμήμα. Αυτό ήταν το τελευταίο μήνυμα που η 28χρονη δασκάλα θα έστελνε από την Ελλάδα.
«Νόμισα ότι η Αϊσέ ήταν ασφαλής. Όμως μας έδιωξαν απλά από το αστυνομικό τμήμα», δήλωσε ο Ιχσάν Ερντογάν. Το επόμενο πρωί ο ίδιος θα μάθαινε από τους δικούς του ότι η αδερφή είχε απελαθεί στην Τουρκία κι ότι είχε συλληφθεί εκεί.
Η απέλαση στην Τουρκία και η δίκη
Σύμφωνα, πάντα, με το Spiegel, τα έγγραφα του τουρκικού δικαστηρίου παρέχουν λεπτομέρειες για τις συνθήκες, υπό τις οποίες η Αϊσέ Ερντογάν επαναπροωθήθηκε στην Τουρκία. Περιγράφουν τον τρόπο με τον οποίο κουκουλοφόροι τους έβαλαν σε ένα αυτοκίνητο και τους οδήγησαν στον ποταμό Έβρο.
«Μας έβαλαν μέσα σε ένα αυτοκίνητο, μας οδήγησαν στον ποταμό Meriç (σ.σ. η τουρκική ονομασία του Έβρου), μας έβαλαν σε μια φουσκωτή βάρκα και μας οδήγησαν πίσω στις τουρκικές ακτές. Έτσι, δεν μπορούσαμε να αιτηθούμε άσυλο».
Το επόμενο πρωί, αξιωματικοί της τουρκικής αστυνομίας συνέλαβαν την Ερντογάν. Δικαστήριο της Αδριανούπολης την καταδίκασε μία ημέρα αργότερα με την κατηγορία της παράνομης διαφυγής από τη χώρα. Στα πρακτικά του δικαστηρίου αναφέρεται ότι «η κατηγορουμένη παραβίασε τους κανόνες της αποφυλάκισής της και εγκατέλειψε τη χώρα μέσω παράνομων οδών, αλλά απελάθηκε και επέστρεψε στην Τουρκία».
Η Ερντογάν υποστήριξε ενώπιον του δικαστηρίου ότι ένιωσε απομονωμένη μετά την αποφυλάκισή της, ότι δεν μπορούσε πλέον να βρει δουλειά και πως ούτε οι φίλοι της δεν της μιλούσαν πλέον. Είπε στους δικαστές ότι μετάνιωσε για τη διαφυγή της στην Ελλάδα.
«Εγώ είμαι το θύμα», δήλωσε η Αϊσέ, σύμφωνα με τα πρακτικά του δικαστηρίου.
Τόσο η ίδια όσο και ο αδερφός της, ο Ιχσάν, αρνήθηκαν στο Spiegel ότι υπήρξαν μέλη της σέχτας του Γκιουλέν.
Όπως αναφέρει το γερμανικό περιοδικό, η ελληνική δικαιοσύνη έχει ήδη απορρίψει μια αγωγή που κατέθεσαν οι δικηγόροι της Αϊσέ. Η Μαρία Παπαμηνά, συνήγορος της 28χρονης δασκάλας και μέλος του Ελληνικού Συμβουλίου για τους Πρόσφυγες, αναφέρει πως το μόνο που έκανε η πολιτική αγωγή ήταν να αποκτήσει διαβεβαιώσεις από την Ελληνική Αστυνομία ότι η Αϊσέ Ερντογάν δεν είχε καταγραφεί ποτέ από τις ελληνικές Αρχές.
Υποστηρίζει ότι το αποδεικτικό υλικό από την επαναπροώθησή της δεν ελήφθη ποτέ υπ’ όψιν. Η ίδια δήλωσε ότι θέλει να ασκήσει έφεση και να οδηγήσει την υπόθεση, ακόμη και μέχρι τον Άρειο Πάγο αλλά και το Ευρωπαϊκό Δικαστήριο Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων.
Ωστόσο, η μοναδική περίπτωση που η Αϊσέ θα μπορούσε να αποφυλακιστεί, θα ήταν με απόφαση του Ανωτάτου Δικαστηρίου της Τουρκίας, όμως οι πιθανότητες για κάτι τέτοιο είναι πολύ μικρές.
Αυτό συνεπάγεται ότι η Αϊσέ Ερντογάν ενδεχομένως θα περάσει πολλά χρόνια στις τουρκικές φυλακές.