Θεσσαλονίκη: 50χρονος Έλληνας διώκεται από τη γερμανική δικαιοσύνη για απάτη «μαμούθ»
Απάτη «μαμούθ» -ύψους 15,3 εκατ. ευρώ- με μετοχές εταιρειών «φαντάσματα» που πουλούσε σε ανυποψίαστους επενδυτές καταλογίζουν οι Γερμανικές διωκτικές αρχές σε 50χρονο Έλληνα που συνελήφθη στη Θεσσαλονίκη.
Η σύλληψή του έγινε το μεσημέρι της Τρίτης στο σπίτι του στο Πανόραμα, σε εκτέλεση ευρωπαϊκού εντάλματος σύλληψης και ήδη οδηγήθηκε στην Εισαγγελία Εφετών Θεσσαλονίκης προκειμένου να δρομολογηθούν οι διαδικασίες εξέτασης του αιτήματος έκδοσής του στη Γερμανία.
Σύμφωνα με τα διωκτικά έγγραφα που έστειλε η Εισαγγελία του Ντίσελντορφ (πρωτεύουσα του κρατιδίου της Βόρειας Ρηνανίας-Βεστφαλίας), ο χαρακτηριζόμενος ως διεθνώς διωκόμενος, κατηγορείται ότι μαζί με δύο Γερμανούς δημιουργούσαν "εικονικές εταιρείες" και πουλούσαν "μετοχές" τους σε επενδυτές. Οι μετοχές φαίνεται να προωθούνταν μέσω τηλεφωνικών κέντρων, η έδρα των οποίων ήταν σε Γερμανία και Ισπανία.
Σύμφωνα με τα ίδια διωκτικά έγγραφα, η φερόμενη απάτη τελέστηκε με "όχημα" δύο εταιρείες που χαρακτηρίζονται "ανύπαρκτες" και εμφανίζονται να λειτουργούσαν εικονικά σε δύο διαφορετικές χρονικές περιόδους: η πρώτη από τις αρχές του 2015 έως το φθινόπωρο του 2017 με την απάτη να υπολογίζεται σε 2,1 εκατ. ευρώ και η δεύτερη από τον Οκτώβριο του 2017 έως τον Απρίλιο του 2019 με καταλογιζόμενη απάτη το ποσό των 13,2 εκατ. ευρώ.
Επιπλέον η Γερμανική Δικαιοσύνη αποδίδει στον πενηντάχρονο συμμετοχή σε ανταλλαγή κρυπτονομισμάτων τα οποία απέκτησε καταβάλλοντας μικρό χρηματικό αντίτιμο και πούλησε έναντι πολλαπλάσιας αξίας (σε ευρώ).
Ο εκζητούμενος αρνείται τις εις βάρος του αποδιδόμενες πράξεις δηλώνοντας ότι είναι αθώος κι ότι δεν επιθυμεί να εκδοθεί στη Γερμανία.
Το αίτημα έκδοσης θα εξεταστεί το επόμενο διάστημα από το αρμόδιο Συμβούλιο Εφετών Θεσσαλονίκης σε δημόσια επ' ακροατηρίω συνεδρίαση και μέχρι τότε ο ίδιος παραμένει υπό κράτηση.
Στο μεταξύ, σε συνέχεια της σύλληψής του αστυνομικοί της Ασφάλειας Θεσσαλονίκης, δυνάμει σχετικής εντολής έρευνας, διενήργησαν έρευνες σε σπίτια, επιχειρήσεις και οχήματα, κατάσχοντας πλήθος εγγράφων, ψηφιακά μέσα αποθήκευσης και συσκευές κινητής τηλεφωνίας για να συσχετιστούν με την υπό έρευνα υπόθεση των Γερμανικών αρχών.