ΕΛΛΑΔΑ

Στον «αέρα» κινδυνεύει να μείνει ο μοναδικός ξενώνας επείγουσας φιλοξενίας παιδιών στη Β. Ελλάδα

Στον «αέρα» κινδυνεύει να μείνει ο μοναδικός ξενώνας επείγουσας φιλοξενίας παιδιών στη Β. Ελλάδα
ΑΠΕ-ΜΠΕ/ΑΡΣΙΣ

Χωρίς στέγη κινδυνεύουν να μείνουν κακοποιημένα παιδιά, καθώς ο μοναδικός ξενώνας επείγουσας φιλοξενίας παιδιών στη βόρεια Ελλάδα, «Το Σπίτι της ΑΡΣΙΣ» στο Ωραιόκαστρο Θεσσαλονίκης, δεν έχει λάβει την απαιτούμενη χρηματοδότηση για το κόστος λειτουργίας του από το αρμόδιο υπουργείο Εργασίας και Κοινωνικών Υποθέσεων.

Σύμφωνα με σχετικό δελτίο Τύπου της οργάνωσης, «εδώ και περίπου έναν μήνα, παιδιά που έχουν πέσει θύματα κακοποίησης, έχουν εγκαταλειφθεί ή οι γονείς τους αδυνατούν να τα φροντίσουν, παραμένουν στο σπίτι τους ή σε δημόσια νοσοκομεία, αν και είναι επείγουσα ανάγκη η μεταφορά τους σε ασφαλές περιβάλλον».

Κι αυτό γιατί, όπως εξηγεί η ΑΡΣΙΣ, το υπουργείο Εργασίας και Κοινωνικών Υποθέσεων δεν έχει δώσει καμία σαφή απάντηση για το κόστος λειτουργίας -για το 2019- του ξενώνα.

Την ίδια στιγμή, βρίσκονται σε εκκρεμότητα οκτώ αιτήματα για μεταφορά 15 παιδιών από όλη τη Βόρεια Ελλάδα στον ξενώνα, ενώ υποβάλλονται καθημερινά νέα αιτήματα στην κοινωνική υπηρεσία του ξενώνα.

Σύμφωνα με την «ΑΡΣΙΣ», ο φετινός προϋπολογισμός λειτουργίας του ξενώνα ανέρχεται σε 265.000 ευρώ κι έχει δεσμευθεί ποσό μόλις 32.700 ευρώ.

Στο «Σπίτι της ΑΡΣΙΣ» φιλοξενούνται σήμερα 15 παιδιά, άλλα 11 έχουν επιστρέψει στην οικογένειά τους, αλλά ο ξενώνας έχει με δικαστικές αποφάσεις την επιμέλεια και τη φροντίδα τους, δύο παιδιά βρίσκονται σε πρόγραμμα ένταξης υπό την εποπτεία του επιστημονικού προσωπικού της ΑΡΣΙΣ–Κοινωνική Οργάνωση Υποστήριξης Νέων, ενώ πολλά ακόμα υποστηρίζονται στη διαδικασία αυτονόμησής τους.

Τα παιδιά του ξενώνα είναι κατά κανόνα Ελληνόπουλα, από πέντε έως 17 ετών, ο μέσος χρόνος παραμονής τους στη δομή είναι τα τρία χρόνια, αλλά υπάρχουν και περιπτώσεις παιδιών που έχουν μείνει στο «Σπίτι της ΑΡΣΙΣ» επί επτά χρόνια.

Όπως αναφέρεται στην ανακοίνωση, το «Σπίτι της ΑΡΣΙΣ» λειτουργεί από το 2007 και χρηματοδοτείται από το υπουργείο Εργασίας για την κάλυψη των δαπανών μισθοδοσίας του ελάχιστου απαραίτητου προσωπικού, μέρους του κόστους θέρμανσης, του κόστους της ΔΕΗ και των τηλεπικοινωνιών.

Για τις υπόλοιπες λειτουργικές ανάγκες του ο ξενώνας υποστηρίζεται από την ιδιωτική πρωτοβουλία, μέσω δωρεών και χορηγιών σε είδος και χρήματα. Στον ξενώνα εργάζονται δώδεκα άνθρωποι, με καθεστώς πλήρους ή μερικής απασχόλησης και το κενό στη μισθοδοσία τους καθώς και στις ασφαλιστικές τους εισφορές αγγίζει τους οκτώ μήνες.