ΕΛΛΑΔΑ

«Vor V Zakone»: Εξαρθρώθηκε διεθνής εγκληματική οργάνωση με δράση και στην Ελλάδα

Ελληνική Αστυνομία

Μεγάλη εγκληματική οργάνωση, που διέπραττε κλοπές - διαρρήξεις σε σπίτια, σε διάφορες περιοχές της Αττικής κατάφερε να εξαρθρώσει το Τμήμα Εγκλημάτων Κατά Ιδιοκτησίας. Από τη μέχρι στιγμής έρευνα εξιχνιάστηκαν είκοσι οκτώ περιπτώσεις, με τη λεία να υπερβαίνει τις 200.000 ευρώ.

Σύμφωνα με ενημέρωση της Αστυνομίας, το κύριο χαρακτηριστικό του εγκληματικού αυτού δικτύου ήταν η δόμησή του, στο πλαίσιο των Διεθνικών Εγκληματικών Ομάδων και Οργανώσεων του Ευρασιατικού Οργανωμένου Εγκλήματος, ανάμεσα στις οποίες εξέχουσα θέση έχουν οι "VOR V ZAKONE" ή "Thieves in Law". Κύριο χαρακτηριστικό των οργανώσεων αυτού του τύπου, αποτελεί η πίστη και η αφοσίωση στην «ομάδα», η οποία διασφαλίζεται από το γεγονός ότι τα μέλη της έχουν κοινή εθνική και οικογενειακή βάση.

Για τον εντοπισμό και τη σύλληψη των μελών της Οργάνωσης, σχεδιάστηκε και πραγματοποιήθηκε στις 13 Μάρτιου, στην ευρύτερη περιοχή του κέντρου των Αθηνών, μεγάλη αστυνομική επιχείρηση, την οποία, λόγω του διεθνικού χαρακτήρα της Οργάνωσης και της συμμετοχής σε αυτή υψηλόβαθμου στελέχους της Γεωργιανής Μαφίας, συνέδραμε το κινητό Γραφείο της EUROPOL.

Κατά τη διάρκεια της επιχείρησης, συνελήφθησαν τέσσερις αλλοδαποί, τρείς άνδρες και μία γυναίκα, μέλη της Οργάνωσης, ενώ ταυτοποιήθηκαν και αναζητούνται δύο επιπλέον μέλη της σπείρας.

Το 38χρονο στέλεχος της μαφίας είχε τον απόλυτο έλεγχο της οργάνωσης και από αυτόν λαμβάνονταν όλες οι σημαντικές αποφάσεις, σχετικά με την δράση της ομάδας, τη διάπραξη των διαρρήξεων, τους στόχους, τα αφαιρεθέντα αντικείμενα και την περαιτέρω διάθεση τους. Συγκεκριμένα, κατεύθυνε τα υπόλοιπα μέλη της ομάδας και μετά από κάθε διάρρηξη, του παραδιδόταν μέρος του χρηματικού ποσού που οι φυσικοί αυτουργοί των διαρρήξεων αποκόμιζαν.

Βρέθηκαν και κατασχέθηκαν μεταξύ άλλων, πλήθος κοσμημάτων και ηλεκτρονικών συσκευών, περίστροφα, πιστόλια, φυσίγγια, αλεξίσφαιρο γιλέκο, κουκούλα full face και πλήθος διαρρηκτικών εργαλείων.

Βασικό χαρακτηριστικό της εγκληματικής ομάδας ήταν η διασπορά της δράσης της σε διαφορές περιοχές της Αττικής καθώς εξιχνιάστηκαν διαρρήξεις οικιών σε Αθήνα, Πετράλωνα, Νέο Κόσμο, Ταύρο, Καλλιθέα, Πετρούπολη, Πατήσια, Νέα Σμύρνη, Περιστέρι, Βύρωνα, Παγκράτι, Σεπόλια και Χαλάνδρι.

Σε βάρος των συλληφθέντων, σχηματίσθηκε κακουργηματικού χαρακτήρα δικογραφία, για τα κατά περίπτωση αδικήματα της εγκληματικής οργάνωσης, του νόμου για την «Πρόληψη και καταστολή της νομιμοποίησης εσόδων από εγκληματικές δραστηριότητες και της χρηματοδότησης της τρομοκρατίας και άλλες διατάξεις», του νόμου περί όπλων και του νόμου περί αλλοδαπών.

Πώς δρούσε η οργάνωση

Στις διαρρήξεις, τα μέλη της οργάνωσης χρησιμοποιούσαν πάντα συγκεκριμένη μεθοδολογία. Προκειμένου να εντοπίσουν τους στόχους τους, μετέβαιναν στην επιλεγμένη περιοχή πρωινές ώρες, σε ημέρες κατά τις οποίες λειτουργούσε λαϊκή αγορά και επομένως οι ένοικοι απουσίαζαν από τις οικίες τους.

Πήγαιναν στην περιοχή με Ι.Χ.Ε. αυτοκίνητα, τα οποία ήταν καταχωρημένα είτε στα στοιχεία τους, είτε στα στοιχεία έτερων ομοεθνών τους και τα στάθμευαν πάντα πλησίον της οικίας στόχου, ώστε να είναι σε θέση να διαφύγουν άμεσα μετά την διάρρηξη. Σε ειδικά διαμορφωμένες κρυψώνες εντός των αυτοκινήτων, απέκρυπταν τα διαρρηκτικά εργαλεία και τα κλοπιμαία, έτσι ώστε να καθιστούν δυσχερή τον εντοπισμό τους από τις αστυνομικές αρχές, σε περίπτωση αστυνομικού ελέγχου.

Χρησιμοποιώντας διάφορα τεχνάσματα (για παράδειγμα μοίρασμα διαφημιστών φυλλαδίων, καρτών περιποίησης νυχιών κ.λπ.), αποκτούσαν πρόσβαση στην κεντρική είσοδο των πολυκατοικιών. Στη συνέχεια και αφού πρώτα βεβαιώνονταν ότι οι ένοικοι απουσιάζουν από το διαμέρισμα, παραβίαζαν την κλειδαριά, τις περισσότερες φορές χωρίς να αφήνουν ίχνη και εισέρχονταν σε αυτό. Κατείχαν ιδιαίτερη τεχνογνωσία και εξειδίκευση σχετικά με τις κλειδαριές ασφαλείας συγκεκριμένου τύπου και χρησιμοποιούσαν κλειδιά πασπαρτού, σπρέι και διάφορα άλλα αυτοσχέδια διαρρηκτικά εργαλεία, προκειμένου να τις παραβιάσουν.

Η συγκεκριμένη ομάδα είχε ως λεία από την εγκληματική της δραστηριότητα κυρίως χρήματα, κοσμήματα, ασημικά και ρολόγια, ενώ αφαιρούσαν και ηλεκτρονικές συσκευές, φορητούς ηλεκτρονικούς υπολογιστές καθώς και κινητά τηλέφωνα. Τα αντικείμενα που αφαιρούσαν από τις οικίες, τα πωλούσαν σχεδόν αμέσως σε ενεχυροδανειστήριο της Αθήνας, αποκομίζοντας μεγάλα οικονομικά οφέλη. Επίσης σε ορισμένες περιπτώσεις, μετέφεραν τα κλοπιμαία και εκτός χώρας και πιο συγκεκριμένα στη χώρα καταγωγής τους, όπου εκεί είχαν την δυνατότητα να πετύχουν το μεγαλύτερο για αυτούς δυνατό οικονομικό όφελος.

Στο πλαίσιο της οικονομικής έρευνας και ανάλυσης που διενεργήθηκε, προέκυψε ότι η εγκληματική οργάνωση επεδίωκε και διέπραττε συστηματικά τη νομιμοποίηση των εσόδων που αποκόμιζε από την εγκληματική της δραστηριότητα. Τα μέλη της ήταν άεργοι, δεν είχαν κανένα νόμιμο εισόδημα και μοναδική πηγή εσόδων τους αποτελούσαν οι εγκληματικές τους δραστηριότητες. Συναλλάσσονταν κυρίως με μετρητά, αποφεύγοντας να χρησιμοποιήσουν τον χρηματοπιστωτικό τομέα, ώστε να είναι αδύνατος ο εντοπισμός των οικονομικών τους «ιχνών». Επίσης, επεξεργάζονταν διάφορες τεχνικές, ώστε να αποκρύπτουν από τις φορολογικές Αρχές της Χώρας την προέλευση της περιουσίας τους.

Πιο συγκεκριμένα, προέβαιναν συστηματικά στην μετατροπή των προϊόντων που αποκόμιζαν (χρήματα, κοσμήματα κ.λπ.) από τις διαρρήξεις, προσκομίζοντάς τα και ανταλλάσσοντάς τα σε ενεχυροδανειστήρια του κέντρου των Αθηνών. Στη συνέχεια, μοιράζονταν τα χρήματα που εισέπρατταν, διατηρώντας παράλληλα ένα ποσό για το «ταμείο» της οργάνωσης.

Τα μέλη της οργάνωσης, μέχρι και τη σύλληψή τους, είχαν καθημερινή επαφή μεταξύ τους, είτε δια ζώσης είτε τηλεφωνικά, προβαίνοντας παράλληλα στο σχεδιασμό και υλοποίηση των αξιόποινων πράξεων καθώς και στη διανομή των κερδών. Σημείο συνάντησης της ομάδας αποτελούσαν καταστήματα και εστιατόρια στο κέντρο των Αθηνών, όπου σύχναζαν αποκλειστικά και μόνο ομοεθνείς τους. Τα καταστήματα αυτά ήταν δύσκολο να τα προσεγγίσουν οι Αστυνομικές Αρχές, χωρίς αυτό να γίνει αντιληπτό από τους δράστες ή από έτερους συνεργούς τους, προσφέροντας με αυτό τον τρόπο την ασφάλεια που τα μέλη της οργάνωσης επιζητούσαν.

Σε όλα τα στάδια των δραστηριοτήτων τους, λάμβαναν ιδιαίτερα μέτρα προφύλαξης, ενώ για τις μεταξύ τους επικοινωνίες χρησιμοποιούσαν κινητά τηλέφωνα και κάρτες SIM, καταχωρημένες σε ονόματα ανύπαρκτων αλλοδαπών, ελαχιστοποιώντας με αυτόν τον τρόπο κάθε κίνδυνο αποκάλυψης, εντοπισμού και σύλληψής τους.

Ενδεικτικό του επαγγελματισμού της ομάδας είναι το γεγονός ότι τα μέλη της οργάνωσης, για να πετύχουν τον σκοπό τους, σχεδίαζαν να προβούν μέχρι και σε πλαστικές επεμβάσεις στα δάχτυλά τους, με σκοπό να αλλοιώσουν τα δαχτυλικά τους αποτυπώματα για να είναι σε θέση να αποπροσανατολίσουν τις Αρχές σε περίπτωση σύλληψης τους, «αποκρύπτοντας» με αυτόν τον τρόπο το εγκληματικό τους παρελθόν.

Παράλληλα, προέβαιναν σε εικονικούς γάμους με Έλληνες ή Ευρωπαίους υπηκόους, προκειμένου να αποκτήσουν την νόμιμη διαμονή στην ελληνική επικράτεια ή στο έδαφος Schengen , καθώς και τα προνόμια που αυτή συνεπάγεται.

ΔΗΜΟΦΙΛΗ

× Αυτός ο ιστότοπος χρησιμοποιεί cookies. Με τη χρήση αυτού του ιστότοπου, αποδέχεστε τους Όρους Χρήσης