Μικρές οι απώλειες των φαρμακείων: Τι δείχνει έρευνα της ICAP
Οι Έλληνες φαρμακοποιοί θα λέγαμε χωρίς υπερβολή, ότι είναι μάλλον ευτυχισμένοι εργαζόμενοι στην εποχή μας, αν εξαιρέσει κανείς το πρόβλημα ρευστότητας που αντιμετωπίζουν αρκετοί από αυτούς.
Είναι επιστήμονες, ταυτόχρονα όμως είναι και επιχειρηματίες, βρίσκονται διαρκώς στην αγορά, γνωρίζουν ανά πάσα στιγμή, ό,τι πιο καινούριο και καινοτόμο κυκλοφορεί από πλευράς θεραπειών, επιτελούν κοινωνικό έργο, ενώ την προηγούμενη χρονιά, κατέγραψαν μικρές μόνο απώλειες στα οικονομικά τους αποτελέσματα.
Επιπλέον, το 2017 οι συσκευασίες φαρμάκων αυξήθηκαν (κατά 2,9%), ενώ διαρκώς σημαντική άνοδο, εμφανίζουν και οι πωλήσεις των Μη Συνταγογραφούμενων φαρμάκων. Αυξήθηκαν επίσης και τα φαρμακεία.
Ειδικότερα, σύμφωνα με την ICAP:
- Το 55% των εγχώριων φαρμακείων είναι ομόρρυθμες εταιρείες, το 37% ατομικές επιχειρήσεις, ενώ το υπόλοιπο 8% αφορά ετερόρρυθμες εταιρείες.
- Η λειτουργία 10.432 φαρμακείων στην Ελλάδα, έχει ως αποτέλεσμα κάθε φαρμακείο να αντιστοιχεί κατά μέσο όρο σε 1.032 κατοίκους.
- Οι πωλήσεις φαρμάκων (σε τιμές λιανικής) από τα φαρμακεία διαμορφώθηκαν σε €3.976,7 εκατ. το 2017 από €4.051,1 εκατ. το προηγούμενο έτος.
Σύμφωνα με το Μάρκο Κοντοέ, Senior Consultant Οικονομικών Μελετών της ICAP, ο οποίος επιμελήθηκε της παρούσας μελέτης, η ύπαρξη πληθώρας σημείων πώλησης, διάσπαρτων σε όλη τη χώρα, έχει ως αποτέλεσμα η αγορά να είναι «κατακερματισμένη». Κατακερματισμένη μεν, πολύ εξυπηρετική δε, για τους κατοίκους σε όλη τη χώρα.
Η συντριπτική πλειοψηφία των φαρμακείων αφορά μεμονωμένα/ανεξάρτητα καταστήματα. Σύμφωνα με στοιχεία της ICAP Databank, το 55% εξ’ αυτών είναι ομόρρυθμες εταιρείες, το 37% ατομικές επιχειρήσεις, ενώ το 8% αφορά ετερόρρυθμες εταιρείες.
O νόμος 4509/2017 επέφερε αλλαγές στο ιδιοκτησιακό καθεστώς των φαρμακείων, επαναφέροντας παλαιότερη Υπουργική Απόφαση, η οποία επέτρεπε την ίδρυση φαρμακείου σε μη φαρμακοποιούς και είχε κριθεί από το Συμβούλιο της Επικρατείας (ΣτΕ) ως αντισυνταγματική.
Ο αριθμός των φαρμακείων εμφάνισε διαχρονική αύξηση την περίοδο 2004-2014 (10.506 το 2014 από 9.182 το 2004). Η συρρίκνωση του περιθωρίου κέρδους των φαρμακοποιών και τα έντονα προβλήματα ρευστότητας τα τελευταία χρόνια, οδήγησαν σε αναστολή της λειτουργίας αρκετών φαρμακείων, με αποτέλεσμα να ανακοπεί η ανοδική πορεία των προηγούμενων ετών.
Σύμφωνα με στοιχεία του Πανελληνίου Φαρμακευτικού Συλλόγου (Π.Φ.Σ.), ο αριθμός των φαρμακείων δείχνει μικρή ενίσχυση την τελευταία τριετία, καθώς αυτά εκτιμώνται σε 10.432 περίπου το 2017 από 10.386 το προηγούμενο έτος και 10.362 το 2015.
Τα περισσότερα φαρμακεία, όπως είναι φυσικό, συναντώνται στον νομό Αττικής, καθώς το 2017 καταλαμβάνουν ποσοστό 35,7% επί του συνόλου. Ακολουθεί η διοικητική περιφέρεια Κεντρικής Μακεδονίας (ποσοστό 18,9%), ενώ σημαντικό αριθμό φαρμακείων διαθέτει τόσο η Θεσσαλία όσο και η περιφέρεια Δυτικής Ελλάδας.
Η ραγδαία αύξηση της χρήσης του διαδικτύου για την πραγματοποίηση αγορών, οδήγησε ορισμένα φαρμακεία στη σύσταση “ηλεκτρονικού” καταστήματος (ηλεκτρονικά φαρμακεία) προκειμένου να ενισχύσουν τα έσοδά τους. Οι εν λόγω επιχειρήσεις έχουν πολλαπλασιαστεί τα τελευταία χρόνια, καθώς εμφανίζουν σημαντική ενίσχυση των πωλήσεών τους, ως αποτέλεσμα τόσο της αυξανόμενης τάσης για αγορές μέσω διαδικτύου όσο και των σημαντικών εκπτώσεων/προσφορών που πραγματοποιούν.
Η Σταματίνα Παντελαίου, Διευθύντρια Οικονομικών Μελετών της ICAP, σχολίασε σχετικά την εξέλιξη της συγκεκριμένης αγοράς: Οι συνολικές πωλήσεις φαρμάκων (σε τιμές λιανικής) παρουσίασαν ανοδική πορεία την περίοδο 2004-2009, με μέσο ετήσιο ρυθμό αύξησης 11% περίπου. Οι διαδοχικές μειώσεις στις τιμές των φαρμάκων, καθώς και η εφαρμογή ελέγχων στη συνταγογράφηση, είχαν ως αποτέλεσμα η αξία των συνολικών πωλήσεων φαρμάκων να συρρικνωθεί την περίοδο 2009-2017. Το 2017 οι εν λόγω πωλήσεις διαμορφώθηκαν σε €3.976,7 εκατ. από €4.051,1 εκατ. το προηγούμενο έτος (μείωση 1,8%).
Αντίστοιχα, οι συνολικές πωλήσεις των φαρμακείων, κατόπιν θεσμικών παρεμβάσεων (αλλαγή ασφαλιστικής τιμής, διεύρυνση λίστας Μη Συνταγογραφούμενων και Μη Αποζημιούμενων Φαρμάκων, επέκταση ηλεκτρονικής συνταγογράφησης, κ.ά.), σημείωσαν πτώση και δείχνουν ηπιότερη πτώση από το 2013 και έπειτα.
Η πτώση των πωλήσεων δεν οφείλεται σε χαμηλότερη επισκεψιμότητα στα φαρμακεία, αλλά κυρίως στη μείωση της μέσης δαπάνης ανά απόδειξη, ως αποτέλεσμα της επιβολής των μειώσεων στις τιμές φαρμάκων και της αυξανόμενης τάσης διάθεσης φαρμάκων χαμηλότερου κόστους (γενόσημα). Tο 2017 διατέθηκαν μέσω φαρμακείων 466,4 εκατ. συσκευασίες από 453,1 εκατ. συσκευασίες το προηγούμενο έτος (αύξηση 2,9%).
Η κυρία Παντελαίου αναφέρει σχετικά με τη διάρθρωση των πωλήσεων, ότι τα έσοδα από τα φάρμακα καλύπτουν το μεγαλύτερο ποσοστό επί του συνόλου (περίπου 84%), ενώ ακολουθούν τα παραφαρμακευτικά προϊόντα (βιταμίνες, σιρόπια, αντιαλλεργικά, παιδικές τροφές, συμπληρώματα, κτλ) με 11% και τα καλλυντικά με 5%. Τα συνταγογραφούμενα φάρμακα εκτιμάται ότι κάλυψαν ποσοστό 70% περίπου της αξίας των συνολικών πωλήσεων των φαρμακείων και ακολούθησαν τα μη συνταγογραφούμενα φάρμακα και τα φάρμακα υψηλού κόστους, το μερίδιο των οποίων εκτιμάται σε 9% και 5% αντίστοιχα.
Η πλειοψηφία των εγχώριων φαρμακείων δίνουν βάρος στην προώθηση και διάθεση παραφαρμάκων (ιδιαίτερα συμπληρωμάτων διατροφής, κτλ) και καλλυντικών, με στόχο την αύξηση του ποσοστού των κατηγοριών αυτών επί των συνολικών πωλήσεών τους, επιδιώκοντας αφενός αύξηση πωλήσεων, αφετέρου δε ενίσχυση της κερδοφορίας.
Οι συνεχείς θεσμικές παρεμβάσεις στον κλάδο του φαρμάκου επηρεάζουν και επιφέρουν αλυσιδωτές εξελίξεις στον τομέα των φαρμακείων. Η υλοποίηση της απόφασης της Πολιτείας που παραμένει σε εκκρεμότητα και αφορά τη διάθεση των ΓΕΔΙΦΑ, δηλαδή μέρους των Μη Συνταγογραφούμενων Φαρμάκων (ΜΗΣΥΦΑ) και από άλλα κανάλια διανομής (πχ. super market) αναμένεται να οδηγήσει σε μερική απώλεια εσόδων από μια κατηγορία φαρμάκων με ιδιαίτερα ικανοποιητικό περιθώριο κέρδους για τα φαρμακεία.