ΕΛΛΑΔΑ

Γιατί μελαγχολούμε τα Χριστούγεννα; Μία ειδικός εξηγεί

Γιατί μελαγχολούμε τα Χριστούγεννα; Μία ειδικός εξηγεί
REUTERS/Stoyan Nenov

Η λέξη «Χριστούγεννα» φέρνει στο μυαλό των περισσότερων εικόνες από δώρα, πολύχρωμα λαμπιόνια και αστραφτερές γιρλάντες, φαντασμαγορικά ρεβεγιόν, ταξίδια, βόλτες, οικογενειακά τραπέζια, όπου όλοι είναι χαρούμενοι και ξεφαντώνουν… Τι γίνεται όμως όταν αυτές οι εικόνες τελικά δε συνάδουν με τον εσωτερικό, συναισθηματικό μας κόσμο; 

Πόσο αληθινές είναι αυτές εικόνες; Τι είναι αυτό που κάνει κάποιους ανθρώπους αντί να χαίρονται να μελαγχολούν; Τι προτείνεται να κάνουμε για να αντιμετωπίσουμε την μελαγχολία στη διάρκεια των γιορτών; Τι να κάνουμε αν τα αρνητικά συναισθήματα συνεχίζονται και μετά το τέλος των γιορτών; Απαντήσεις σε αυτά τα ερωτήματα που σχετίζονται με την "μελαγχολία των Χριστουγέννων" δίνει η ψυχολόγος-ψυχοθεραπεύτρια, Άννα Καλυμνιού.

«Η αλήθεια είναι ότι πολλοί άνθρωποι τις γιορτές βιώνουν συναισθήματα θλίψης σε μικρό ή μεγάλο βαθμό, τα οποία κάποιες φορές προσομοιάζουν με αυτά της κατάθλιψης: πεσμένη διάθεση, αρνητικές σκέψεις για τον εαυτό και τους άλλους, ευερεθιστότητα, τάση να απομονωθούμε, δυσκολίες στον ύπνο, αλλαγές στις διατροφική μας ρουτίνα (αυξημένη/μειωμένη όρεξη για φαγητό), είναι κάποια από τα συμπτώματα. Τις περισσότερες φορές τα συμπτώματα αυτά είναι παροδικά και φυσιολογικά» λέει στο ΑΠΕ-ΜΠΕ η κα. Καλυμνιού.

«Ένας σημαντικός παράγοντας που συμβάλλει στη μελαγχολία τις ημέρες των εορτών είναι αυτή η αντίθεση, το χάσμα που βιώνει κάποιος μεταξύ της ατμόσφαιρας που μας "επιβάλλεται" κοινωνικά και μέσα από τα ΜΜΕ - στην οποία όλοι πρέπει να είμαστε χαρούμενοι και αγαπημένοι, με πολύ κόσμο, να ξεφαντώνουμε, να αγοράζουμε δώρα, να διασκεδάζουμε στα οικογενειακά τραπέζια - και στην πραγματική μας κατάσταση, η οποία μπορεί να είναι πολύ διαφορετική», εξηγεί η κα.Καλυμνιού, προσθέτοντας: «Έχουμε την πεποίθηση ότι όλοι περνούν καλά, είναι χαρούμενοι, αγαπιούνται και διασκεδάζουν, άρα αφού εμείς δε νιώθουμε αντίστοιχα συναισθήματα, ίσως να μην αξίζουμε, ίσως έχουμε κάποιο έλλειμμα. Αντίστοιχα μπορεί να αισθανόμαστε και λόγω οικονομικών δυσκολιών που ενδεχομένως να έχουμε, ενώ το γενικότερο κλίμα των εορτών υπαγορεύει την υπερκατανάλωση».

Όπως παρατηρεί η ψυχολόγος, άλλος παράγοντας, που μπορεί να πυροδοτεί αρνητικά συναισθήματα, είναι οι οικογενειακές συγκρούσεις: «Στην καθημερινότητά μας έχουμε μάθει να κινούμαστε σε μια έντονη ρουτίνα, η οποία μπορεί μεν να μας κουράζει, αλλά μας κρατάει σε μια εγρήγορση και δε σκεφτόμαστε πιθανά προβλήματα στη σχέση με τον/την σύντροφο ή και την οικογένειά μας, με τα οποία ερχόμαστε αντιμέτωποι τις μέρες αυτές, που κινούμαστε σε πιο χαλαρούς ρυθμούς. Συχνή είναι και η δυσφορία που μπορεί να προκαλούν τα μεγάλα χριστουγεννιάτικα οικογενειακά τραπέζια, όταν έχουν έναν χαρακτήρα καταναγκαστικό, όταν δηλαδή «πρέπει» κανείς να συμμετέχει σε αυτά («Γιορτές είναι! Δεν θα φάμε όλοι μαζί;»), όπου σε συνδυασμό με ανεπίλυτα ζητήματα στις σχέσεις των μελών της οικογένειας μπορεί να αναζωπυρώσουν εντάσεις»

Οι αναμνήσεις που είχαμε ως παιδιά από τις ημέρες των Χριστουγέννων, διαδραματίζουν επίσης σημαντικό ρόλο στο πώς βιώνουμε αυτές τις μέρες στο παρόν. Αν οι γιορτές ήταν φορτισμένες αρνητικά (π.χ. λόγω τραυματικών γεγονότων, απώλειας γονέα, κακοποίησης κλπ), πιθανόν να τις ανα-βιώνουμε κάπως έτσι. Από την άλλη πλευρά, κατά την πορεία της ζωής μας, βιώνουμε ολοένα και περισσότερες απώλειες: ο θάνατος αγαπημένων ανθρώπων με τους οποίους θυμόμαστε γιορτές που περνούσαμε μαζί, ένας χωρισμός (ειδικά όταν είναι πρόσφατος), η συνειδητοποίηση του χρόνου που περνάει και η αίσθηση της απώλειας που προκύπτει από τις μεταβάσεις στον κύκλο της ζωής μας, πυροδοτούν συναισθήματα θλίψης.

Ένας ακόμη παράγοντας που συνδέεται με τη μελαγχολία των εορτών είναι αυτό που ονομάζουμε Εποχιακή Συναισθηματική Διαταραχή, ή αλλιώς "Εποχιακή Κατάθλιψη", η οποία παρατηρείται την περίοδο του χειμώνα, όπου εκτιθέμεθα λιγότερο στο ηλιακό φως, λόγω καιρικών συνθηκών, ενώ ταυτόχρονα οι νύχτες (σκοτάδι) έχουν μεγαλύτερη διάρκεια .

Να σημειώσουμε, τέλος, ότι εκτός από τους παραπάνω παράγοντες, οι οποίοι επηρεάζουν τους περισσότερους από εμάς, ιδιαίτερα επιρρεπείς στη θλίψη των γιορτών είναι και άνθρωποι ηλικιωμένοι, ασθενείς και φροντιστές ασθενών, άνεργοι, καθώς και άνθρωποι που ζουν μόνοι.

Ως προς το τι προτείνεται για την αντιμετώπιση αυτής της μελαγχολίας, η κα. Καλυμνιού συστήνει όχι πανικό και αποδοχή της θλίψης ως φυσιολογικής κι ανθρώπινης: «Ας επιτρέψουμε στον εαυτό μας να το βιώσει ώσπου να κάνει τον κύκλο του, όπως τα υπόλοιπα συναισθήματα. Να θυμόμαστε ότι κάτι έχει να μας πει, να μας μάθει. Πολλές φορές, για να βιώσω τη χαρά, χρειάζεται να βιώσω τη θλίψη, ώστε να συγκεντρωθώ στον εαυτό μου και στις ανάγκες μου, να σκεφτώ τι πήγε καλά και τι όχι, να «παράγω» νέες λύσεις, να θέσω νέους στόχους.

-Ας επιλέξουμε εμείς, όσο μπορούμε, τον τρόπο που επιθυμούμε να περάσουμε τις ημέρες αυτές

-Ας φροντίσουμε τον εαυτό μας και ας του δώσουμε το χρόνο να χαλαρώσει

-Ας μοιραστούμε τους προβληματισμούς μας με ανθρώπους που νιώθουμε πιο κοντά».

Και στην περίπτωση που τα αρνητικά συναισθήματα εξακολουθήσουν και μετά τις γιορτές «είναι σημαντικό να αναζητήσουμε βοήθεια από κάποιον επαγγελματία ψυχικής υγείας. Ας μην ξεχνάμε ότι τις μέρες των γιορτών δεν "αλλάζουμε εαυτό", αλλά είμαστε εμείς οι ίδιοι άνθρωποι που υπήρξαμε και όλη την προηγούμενη χρονιά. Επομένως η χαρά, η ζεστασιά και η αγάπη, δεν μπορούν να μας επιβληθούν, όταν τη συγκεκριμένη χρονική στιγμή δεν αισθανόμαστε έτσι. Προκύπτουν σταδιακά μέσα από την επαφή με τους άλλους και με τον εαυτό μας. Ας μην ξεχνάμε επίσης ότι έχουμε δικαίωμα να αισθανόμαστε και αρνητικά συναισθήματα και ότι πολλοί άλλοι νιώθουν αντίστοιχα με εμάς αυτή την περίοδο, χωρίς αυτό να σημαίνει ότι δεν αξίζουν ή ότι υστερούν σε σχέση με τους υπόλοιπους».