«Εγώ τεμάχισα την κόρη μου»: Σοκαριστική ομολογία του πατέρα της μικρής Άννυ
Οι φρικιαστικές σκηνές της άγριας δολοφονίας και του τεμαχισμού του πτώματος της 4χρονης Άννυ που είχαν συνταράξει το πανελλήνιο τον Απρίλιο του 2015 αναβιώνουν ενώπιον του Μικτού Ορκωτού Εφετείου της Αθήνας, όπου εκδικάζεται η υπόθεση σε δεύτερο βαθμό.
Με την έναρξη της διαδικασίας και οι τρεις κατηγορούμενοι, οι γονείς της 4χρονης Άννυ και ο φίλος του πατέρα της αρνήθηκαν τις κατηγορίες. Ο πατέρας της Άννυ, Σάββας, αρνήθηκε ότι τη δολοφόνησε, παραδέχτηκε ωστόσο ότι τεμάχισε το πτώμα. Ο συνήγορός του, μάλιστα, δήλωσε ότι θα ζητήσει την μετατροπή της κατηγορίας από ανθρωποκτονία σε ήρεμη ψυχική κατάσταση που αντιμετωπίζει, σε θανατηφόρα έκθεση ανηλίκου.
Πρωτόδικα, ο πατέρας της Άννυ και ο φίλος του Νικολάι καταδικάστηκαν σε ισόβια κάθειρξη και επιπλέον 3 χρόνια, ενώ η μητέρα της η οποία κατηγορείται για έκθεση ανηλίκου σε κίνδυνο, σε 6 χρόνια κάθειρξη με αναστολή στην έφεση.
Σήμερα Τρίτη (13/11), στο δικαστήριο κατέθεσαν η γιαγιά και ο παππούς της Άννυ που την μεγάλωσαν μέχρι την ηλικία των 3,5 χρόνων. Όπως είπαν έμαθαν για την εξαφάνιση της μικρής από τη μητέρα του παιδιού και τη δολοφονία της από την τηλεόραση. Το ζευγάρι που είχε έρθει στην Ελλάδα για να βρει δουλειά επισκεπτόταν τη μικρή στη Βουλγαρία κάθε τρεις μήνες και όπως υποστήριξε δεν είχε αντιληφθεί πως ο πατέρας της 4χρονης ήταν χρήστης ναρκωτικών ουσιών.
Μητέρα Σάββα: «Ο γιος μου είναι ένα πολύ καλό παιδί»
Τη βεβαιότητα ότι ο πατέρας της Άννυ δεν δολοφόνησε το παιδί, εξέφρασε από την πλευρά της η μητέρα του Σάββα, τον οποίο χαρακτήρισε «καλό παιδί που εμπλέκεται με κακές παρέες».
«Δεν τον θεωρώ ικανό να σκοτώσει το παιδί του. Το πρώτο πράγμα που μου είπε ήταν ότι το παιδί χάθηκε. Δεν πιστεύω ότι ο Σάββας έκανε κάτι», είπε η μάρτυρας, λέγοντας στην πρόεδρο: «ο γιος μου είναι ένα πολύ καλό παιδί, σας παρακαλώ...».
Στο δικαστήριο κατέθεσε και ο ψυχίατρος Δημήτρης Σούρας, ο οποίος αναφέρθηκε στην κατάσταση που βρισκόταν η μητέρα της Άννυ και κατηγορούμενη στην υπόθεση, όταν έμαθε για τη δολοφονία του παιδιού της.
«Η κατηγορούμενη ήταν εξαντλημένη, ήθελε να αυτοκτονήσει. Είδα μια γυναίκα διαλυμένη, καταρρακωμένη. Εξέφρασε τον πόνο της με το κλάμα και την απελπισία της. "Φέρτε μου το παιδί πίσω, πείτε μου ότι δεν είναι αλήθεια", μου έλεγε. Αυτοκατηγορείτο γιατί δεν μπόρεσε να καταλάβει ότι το παιδί της μπορούσε να έχει αυτή την κατάληξη με τον πατέρα της».
Το δικαστήριο διέκοψε για τις 6 Δεκεμβρίου.