Ποιοι και γιατί παίζουν με την τύχη των εργαζομένων και της διαδικτυακής ενημέρωσης;
«Και την πίτα και το σκύλο χορτάτο». Η φράση αυτή αποτυπώνει πλήρως τις διαθέσεις των υπευθύνων του ΕΔΟΕΑΠ και του υπουργείου Εργασίας που με την θεσμοθέτηση της εισφοράς του 2% επί του κύκλου εργασιών στο internet επιχειρούν να φορτώσουν το ήδη βεβαρημένο κόστος εργασίας στον κλάδο της ενημέρωσης και στο ελληνικό επιχειρείν.
Το βασικό επιχείρημα των «εγκεφάλων» που σχεδίασαν την εν λόγω οικονομική επιβάρυνση, είναι ότι την εισφορά θα την καταβάλλουν τα μέσα ενημέρωσης που εντάσσονται στον ΕΔΟΕΑΠ, προκειμένου με αυτό τον τρόπο να διασωθεί το ταμείο επικουρικής ασφάλισης και περίθαλψης των δημοσιογράφων που για ολόκληρες δεκαετίες υπήρξε «ευγενές» και μέσα σε χρόνο μηδέν κάποιοι κατάφεραν να το καταστήσουν μη βιώσιμο, φορτώνοντάς το με δυσθεώρητα χρέη.
Η ειδική εισφορά αυτή προστέθηκε ως νομοτεχνική βελτίωση στην τροπολογία του Υπ.Εργασίας στο νομοσχέδιο «Εναρμόνιση του ελληνικού δικαίου με την Ευρωπαϊκή Οδηγία 2003/88/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου που ψηφίστηκε πρόσφατα στη βουλή, προκαλώντας την αντίδραση της Ένωσης Εκδοτών Διαδικτύου (ΕΝΕΔ) η οποία ανακοίνωση ότι θα επιδιώξει άμεσα την ακύρωση των σχετικών διατάξεων της νέας ρύθμισης.
Στην τροπολογία που κατατέθηκε προστέθηκε το εξής κείμενο:
«(στ) Ειδική εισφορά ποσοστού 2% επί των αμοιβών των υπηρεσιών διαφήμισης ή προβολής ή εν γένει προώθησης πωλήσεων προϊόντων ή διάθεσης υπηρεσιών που τελούνται αποκλειστικά ή κατά κύριο λόγο μέσω διαδικτύου (internet), εφόσον ο λήπτης των εν λόγω υπηρεσιών έχει κατοικία ή έδρα στην Ελλάδα και ανεξαρτήτως του τόπου κατοικίας ή έδρας του παρόχου των υπηρεσιών και η οποία δεν βαρύνει τα πρόσωπα που καταβάλουν αυτή κατά την ως άνω περίπτωση β» (σ.σ. η περίπτωση Β αναφέρεται στην εισφορά 2% επί του τζίρου των ΜΜΕ που εντάσσονται στον ΕΔΟΕΑΠ).
«ε) Η ειδική εισφορά της περίπτ. στ’ της παρ. 1 παρακρατείται από το λήπτη των υπηρεσιών κατά την μερική ή ολική καταβολή της οικείας αμοιβής και αποδίδεται στον Ε.Δ.Ο.Ε.Α.Π. το αργότερο μέχρι το τέλος του μήνα που έπεται της ημερομηνίας εκδόσεως του οικείου παραστατικού. Με απόφαση του Δ.Σ. του Ε.Δ.Ο.Ε.Α.Π. ρυθμίζεται κάθε σχετικό θέμα».
Επειδή η υποκρισία σε αυτό τον τόπο περισσεύει ήρθε η ώρα να ειπωθούν αλήθειες για να γνωρίζει ο ελληνικός λαός τι συμβαίνει σε μια περίοδο που τα ελληνικά μέσα ενημέρωσης που δραστηριοποιούνται στο ίντερνετ δέχονται ανηλεή πόλεμο και εκ των… έσω και εκ των… έξω.
Ούτε λίγο ούτε πολύ, οι υπεύθυνοι του ΕΔΟΕΑΠ ζητούν από τα διαδικτυακά μέσα ενημέρωσης να πληρώσουν τα σπασμένα των προηγούμενων διοικήσεων που «τζόγαραν» τις ασφαλιστικές εισφορές των εργαζομένων και «έριξαν» το ευγενές ταμείο στα βράχια.
Και βεβαίως κανείς δεν μπορεί να διαφωνήσει με τη διάσωση του ΕΔΟΕΑΠ και με την εγγραφή σε αυτόν περισσότερων μελών ώστε να καταστεί βιώσιμο το ταμείο.
Όμως είναι άλλο πράγμα η βιωσιμότητα του ταμείου στο πλαίσιο της ισονομίας και άλλο πράγμα να πληρώσει ένας υγιής κλάδος (τα ιντερνετικά μέσα ενημέρωσης) τα σπασμένα προηγούμενων δεκαετιών.
Ζητούν από τα διαδικτυακά μέσα ενημέρωσης να πληρώσουν τις «μαύρες τρύπες» που άφησαν πίσω τους οι μεγαλόσχημοι επιχειρηματίες των παραδοσιακών μέσων ενημέρωσης (τηλεοράσεις, ραδιόφωνα, εφημερίδες), όταν τις εποχές των παχιών αγελάδων είχαν μετατρέψει την ενημέρωση σε πλυντήριο ξεπλύματος μαύρου χρήματος.
Η Ένωση Εκδοτών Διαδικτύου (ΕΝΕΔ) είναι ξεκάθαρη: «από την πρώτη στιγμή που ξεκίνησε ο διάλογος για τον ΕΔΟΕΑΠ, ξεκαθάρισε πως πάγια θέση της είναι μεν η ένταξη των δημοσιογράφων των διαδικτυακών επιχειρήσεων στο εν λόγω ταμείο (ή σε άλλο ταμείο αλλά πάντως μαζί με τους συναδέλφους τους των λοιπών «παραδοσιακών» μέσων ενημέρωσης) και βεβαίως η διάσωση αυτού στο πλαίσιο λογικών ρυθμίσεων, αλλά ότι σε καμία περίπτωση δε μπορεί να κληθούν αυτές να αναλάβουν τις αμαρτίες άλλων».
«Με τη νέα ρύθμιση», αναφέρει η ανακοίνωση της ΕΝΕΔ, «ευνοούνται για πολλοστή φορά οι γνωστές αλλοδαπές – πολυεθνικές διαδικτυακές πλατφόρμες που εισπράττουν πάνω από το 70% των εσόδων από τη διαδικτυακή διαφήμιση στην Ελλάδα, χωρίς να καταβάλλουν ούτε ένα Ευρώ σε φόρους και ασφαλιστικές εισφορές και χωρίς να απασχολούν ούτε ένα εργαζόμενο στην Ελλάδα. Βεβαίως, η νέα εισφορά 2%, ως διατυπώθηκε στην τροπολογία, δεν τις αφορά (ενώ θα μπορούσε, αν η ρύθμιση είχε θεσπισθεί με διαφορετικό τρόπο), κάτι που οδηγεί στην έτι περαιτέρω αύξηση του αθέμιτου ανταγωνισμού εις βάρος των ελληνικών διαδικτυακών επιχειρήσεων».
Για όσους έχουν ασθενή μνήμη, υπενθυμίζουμε ότι οι ελληνικές διαδικτυακές επιχειρήσεις ενημέρωσης δεν φτιάχτηκαν, ούτε στηρίχθηκαν στο στρεβλό μοντέλο των προηγούμενων δεκαετιών.
Δεν αποτελούσαν «παραμάγαζα» πολιτικών εξυπηρετήσεων (σε αντίθεση με πάμπολα παραδοσιακά ΜΜΕ) καταπατώντας δημόσιες συχνότητες, ούτε καταχράστηκαν τα κέρδη από το αγγελιόσημο και τις εισφορές προς τα ασφαλιστικά ταμεία.
Οι διαδικτυακές επιχειρήσεις στήθηκαν, αναπτύχθηκαν, λειτούργησαν και λειτουργούν ακόμα ως σοβαρές καινοτόμες επιχειρήσεις με βάση τα διεθνή standards του management και της χρηστής διοίκησης.
Τώρα, τα μέλη της ΕΝΕΔ καλούνται πρωτίστως να προστατεύσουν το δικαίωμα στην αξιοπρεπή εργασία των εργαζομένων στις επιχειρήσεις του ίντερνετ, αλλά και τις χιλιάδες θέσεις εργασίας που έχουν δημιουργηθεί.
Για όλους αυτούς που σήμερα θρηνούν με κροκοδείλια δάκρυα πάνω από το «σώμα» του ΕΔΟΕΑΠ που βρίσκεται στην «εντατική», θυμίζουμε ότι οι δημοσιογράφοι – εργαζόμενοι σε ελληνικές διαδικτυακές επιχειρήσεις όλα αυτά τα έτη δεν είχαν δικαίωμα εγγραφής ούτε στην ΕΣΗΕΑ, ούτε φυσικά στον ΕΔΟΕΑΠ. Κάποιοι τους θεωρούσαν «παρείσακτους» επί σειρά ετών και τώρα ξαφνικά κόπτονται για την ασφάλισή τους και για την εγγραφή τους στην ΕΣΗΕΑ.
Απύθμενη υποκρισία.
Και ενώ πράξεις και παραλείψεις των διοικούντων αυτών οδήγησαν στη δημιουργία ενός τεράστιου ελλείμματος στον ΕΔΟΕΑΠ, με το οποίο οι ελληνικές διαδικτυακές επιχειρήσεις δεν είχαν και δεν μπορούσαν να έχουν καμία σχέση, με την προτεινόμενη κατεπείγουσα τροπολογία θεσπίζεται ειδική εισφορά εις βάρος αυτών των επιχειρήσεων, ίση με το δύο τοις εκατό (2%) επί του κύκλου εργασιών τους (ούτε καν δηλαδή επί των κερδών που βεβαίως σε ελάχιστες περιπτώσεις υπάρχουν).
Για ποια ισονομία μιλάμε όταν την ώρα που χαρίζονται χρέη σε ιδιοκτήτες τηλεοράσεων και εφημερίδων που έχουν φεσώσει όλη την αγορά, επιβάλλεται οριζόντιος φόρος 2% επί του κύκλου εργασιών στο ίντερνετ;
Γεννάται λοιπόν το ερώτημα: Οι αρχιτέκτονες αυτής της συμφοράς για ποια εισφορά ομιλούν;
Δεν υπάρχει κανένα απολύτως αντισταθμιστικό όφελος για τους εργαζόμενους. Πρόκειται για καθαρή οριζόντια φορολογία και μάλιστα ατεκμηρίωτη, αφού δεν έχει προηγηθεί καμία οικονομοτεχνική ή αναλογιστική μελέτη βιωσιμότητας.
Πρόκειται για κατάφορη παραβίαση του άρθρου 78 του Συντάγματος, αφού δεν αφορά τέλος με ανταποδοτική εισφορά, αλλά άμεσο φόρο – γενική θυσία χωρίς κανένα όφελος υπέρ του γενικού συμφέροντος.
Γίνεται λοιπόν απολύτως αντιληπτό ότι η επιβολή της εν λόγω εργοδοτικής εισφοράς δεν «συνεπάγεται ανταπόδοση συγκεκριμένης δημόσιας υπηρεσίας προς τους βαρυνόμενους».
Και τούτο, διότι επιβάλλεται οριζόντια, σε όλους τους ιδιοκτήτες επιχειρήσεων ή εκμεταλλεύσεων Μέσων Μαζικής Ενημέρωσης και Ψυχαγωγίας που δραστηριοποιούνται στην Ελλάδα, ανεξαρτήτως εάν έχουν υπαχθεί, κατόπιν αίτησής τους, στην επικουρική ασφάλιση, υγεία και πρόνοια του Ε.Δ.Ο.Ε.Α.Π., και ανεξαρτήτως εάν απασχολείται σε αυτές προσωπικό.
Προσέξτε την προχειρότητα με την οποία κατατέθηκε η ωμή φορολογία:
Θα υποχρεωθούν να καταβάλλουν την υπό κρίση εισφορά και ασφαλισμένοι, οι οποίοι ουδέποτε θα χρησιμοποιήσουν τις υπηρεσίες του Ταμείου, λόγω του ότι η επιχείρησή τους έχει την έδρα της στην επαρχία, ενώ οι υποδομές (ιατρικά κέντρα, γραφεία) και υπηρεσίες (υγεία, πρόνοια, επικούρηση) του ΕΔΟΕΑΠ παρέχονται μόνο στην Αθήνα και τη Θεσσαλονίκη. Κατά συνέπεια, αν και από 01.01.2018 οι ιδιοκτήτες των περιφερειακών επιχειρήσεων καλούνται να καταβάλλουν ασφαλιστικές εισφορές υπέρ του ΕΔΟΕΑΠ ποσοστού 14.10% (εργοδότης 8,05% και εργαζόμενος 6,050%), δεν έχουν καταρτιστεί συμβάσεις με ιατρούς και ιατρικά κέντρα της επαρχίας, ούτε καν με τα κρατικά νοσοκομεία στις λοιπές περιοχές της χώρας, πέραν της Αθήνας και της Θεσσαλονίκης. Τούτο δε επιβεβαιώνεται με μία επίσκεψη στον διαδικτυακό τόπο του Ταμείου (https://www.edoeap.gr).
Κατάφορη παραβίαση του Συντάγματος
Η απόφαση του υπουργείου Εργασίας έχει σοβαρά νομικά ζητήματα που έρχονται σε αντίθεση με το Σύνταγμα:
• Η παράλειψη σύνταξης αναλογιστικής μελέτης προσκρούει στο άρθρο 22 παρ. 5 του Συντάγματος, παραβιάζει τις αρχές της ασφάλειας του δικαίου, της προστατευόμενης εμπιστοσύνης και της χρηστής διοίκησης, οι οποίες απορρέουν από την αρχή του κοινωνικού κράτους και συνιστά παράβαση νόμου.
• Όπως επισημαίνουν έγκριτοι νομικοί η νομοθετική εξουσιοδότηση έπρεπε να είχε παρασχεθεί στον Πρόεδρο της Δημοκρατίας και όχι στον Υπουργό Εργασίας, Κοινωνικής Ασφάλισης και Κοινωνικής Αλληλεγγύης και στο Διοικητικό Συμβούλιο του ΕΔΟΕΑΠ. Εδώ λοιπόν μιλάμε για παράβαση του άρθρου 43 παρ. 2 του Συντάγματος.