Πατέρας της 6χρονης Στέλλας: Ζητώ συγγνώμη, θόλωσε το μυαλό μου
Την ετυμηγορία του Μικτού Ορκωτού Δικαστηρίου αναμένει ο 62χρονος συνταξιούχος αστυνομικός Ιωάννης Εικοσπεντάκης που δικάζεται από το πρωί για τον θάνατο της 6χρονης κόρης του Στέλλας τον Απρίλιο του 2017 μέσα στο σπίτι τους στην Αγία Βαρβάρα.
Το σώμα της μικρής Στέλλας είχε βρεθεί σε κάδο απορριμμάτων μέσα σε πλαστικές σακούλες, λίγα μόλις μέτρα μακριά από το σπίτι της στην Αγία Βαρβάρα.
Αρχικά ο 62χρονος είχε δηλώσει εξαφάνιση της 6χρονης, υποστηρίζοντας ότι άγνωστοι είχαν εισβάλει στο σπίτι τους και την απήγαγαν, κλέβοντας μάλιστα και χρυσαφικά τους.
Ωστόσο, λίγο αργότερα ο συνταξιούχος αστυνομικός, ομολόγησε ότι ο ίδιος είχε βάλει τέλος στη ζωή της κόρης του κατά λάθος όταν εκείνη αντιδρούσε και αρνιόταν να την κάνει μπάνιο.
Σύμφωνα με το παραπεμπτικό βούλευμα, το μικρό κορίτσι που αντιμετώπιζε κινητικό πρόβλημα, πέθανε από ασφυξία όταν ο πατέρας της πατέρας της, τής έκλεισε το στόμα και τη μύτη της.
Ο πρώην αστυνομικός δικάζεται για ανθρωποκτονία από πρόθεση αλλά και για περιύβριση νεκρού, καθώς πέταξε το σώμα του παιδιού σε κάδο απορριμμάτων της γειτονιάς του, αφού πρώτα το τύλιξε σε σακούλες σκουπιδιών.
Σύμφωνα με την υπεράσπιση του, έχει μειωμένο καταλογισμό λόγω ψυχικής ασθένειας που αντιμετωπίζει.
Απολογούμενος σήμερα ο 62χρονος υποστήριξε πως ήταν ατύχημα ότι συνέβη καθώς όπως είπε φοβούμενος ότι με τα κλάματα της θα ξυπνούσε ο δίδυμος αδελφός «της έκλεισα το στόμα .. Χωρίς να το καταλάβω το παιδάκι έχασε την αναπνοή του. Μου έμεινε στα χέρια. Έκανα προσπάθεια να το επαναφέρω αλλά δεν τα κατάφερα. Θόλωσε το μυαλό μου και έκανα ότι έκανα. Ζητώ ένα μεγάλο συγγνώμη και από την σύζυγό μου και από την κοινωνία».
Ο συνταξιούχος αστυνομικός, που κρατείται στο ψυχιατρείο των φυλακών, παραδέχθηκε κατά την εξέταση του από Έδρας ότι αφού είχε πετάξει τη σωρό «ανακάτεψα το σπίτι για να φανεί σαν διάρρηξη και με πήρε ο ύπνος».
Όπως είπε ο κατηγορούμενος: «Δεν ήθελα να κάνω κακό στο παιδί μου, στις φυλακές αποπειράθηκα δυο φορές να αυτοκτονήσω... Εκείνο το βράδυ είχα πάρει χάπια και είχα πιει κρασί».
Η μητέρα του παιδιού, που πλέον ζει εκτός Αθηνών με τον αδελφό της Στέλλας, στην κατάθεση της ζήτησε την παραδειγματική τιμωρία του συζύγου της και δείχνοντας στους δικαστές φωτογραφία της 6χρονης, κλαίγοντας είπε:
«Δεν μπορεί ο ίδιος ο πατέρας να αφαιρεί τη ζωή του παιδιού του... Αυτό είναι το κοριτσάκι μου, κοιτάξτε το, δεν έπρεπε να καταλήξει στα σκουπίδια».
Η μάρτυρας είπε ότι ο κατηγορούμενος έπαιρνε αγχολυτικά και αντιψυχωσικά, κάτι που επιβεβαίωσε αργότερα πραγματογνώμονας ψυχίατρος που κατέθεσε, ότι τα λάμβανε λόγω άγχους, τα οποία όμως όπως ανέφερε του δημιουργούσαν καταστολή.
Ανάμεσα σε άλλα, αναφέρθηκε επίσης στο γεγονός ότι την ημέρα της κηδείας της 6χρονης, ο κατηγορούμενος -που ήταν κρατούμενος στην ΓΑΔΑ- έκανε μεταφορά χρημάτων από τον κοινό τους λογαριασμό, αφήνοντας της ένα μικρό ποσό. Το γεγονός επιβεβαίωσε και ο ίδιος ο 62χρονος αναφέροντας πως άφησε 20 χιλιάδες ευρώ για να τα πάρει η σύζυγος του «να τη βοηθήσω για το παιδάκι μου το μικρό».
Στο δικαστήριο κατέθεσε και ο αστυνομικός που συμμετείχε στην ομάδα που εξιχνίασε το έγκλημα. Με δακρυσμένα μάτια ο μάρτυρας είπε «Έχω δει δεκάδες πτώματα, η σκηνή που ανοίξαμε τον κάδο και έβγαλα μια σακούλα στην οποία μέσα είδα ένα παιδί σαν να κοιμάται με έχει στιγματίσει».