ΕΛΛΑΔΑ

Τι έφερε από την Ανταρκτική ο Έλληνας γεωλόγος Γ. Μπαζιώτης που βρέθηκε σε αποστολή της NASA

Τι έφερε από την Ανταρκτική ο Έλληνας γεωλόγος Γ. Μπαζιώτης που βρέθηκε σε αποστολή της NASA
ΑΠΕ -ΜΠΕ

Με γεμάτα χέρια γύρισε από την Ανταρκτική ο γεωλόγος Γιάννης Μπαζιώτης, επίκουρος καθηγητής του Γεωπονικού Πανεπιστημίου Αθηνών, ο οποίος, μαζί με τους άλλους επιστήμονες, ανακάλυψαν ούτε έναν, ούτε δύο, αλλά 263 μετεωρίτες στο πιο κρύο, ξηρό, ανεμoδαρμένο αλλά και πανέμορφο μέρος του πλανήτη.

Συμμετέχοντας σε οργανωμένη αποστολή της Αμερικανικής Διαστημικής Υπηρεσίας (NASA) για τον εντοπισμό μετεωριτών, ο Γ. Μπαζιώτης όχι μόνο βίωσε μια αξέχαστη εμπειρία, την οποία περιγράφει γλαφυρά σε συνέντευξή του στο Αθηναϊκό και Μακεδονικό Πρακτορείο Ειδήσεων, αλλά έκανε και παραγωγική έρευνα, τόσο πεζοπόρα, όσο και με τη χρήση χιονο-οχημάτων (snowmobiles) σε δύσκολες συνθήκες, ακόμη και πάνω από επικίνδυνες ρωγμές πάγου.

Ο Έλληνας γεωλόγος, ο οποίος μόλις επέστρεψε στη χώρα μας, από όπου είχε φύγει το Νοέμβριο, συμμετείχε στην 41η αποστολή Antarctic Search for Meteorites (ANSMET), την οποία η NASA έχει καθιερώσει από το 1976. Οι αποστολές αυτές έχουν ανακαλύψει έως τώρα πάνω από 22.000 μετεωρίτες.

Ο Γ. Μπαζιώτης, ο πρώτος Έλληνας που συμμετείχε σε τέτοια αποστολή, γεννήθηκε στην Αθήνα το 1980, αποφοίτησε από το Τμήμα Γεωλογίας του Πανεπιστημίου Αθηνών το 2002, πήρε το διδακτορικό του από τη Σχολή Μηχανικών Μεταλλείων και Μεταλλουργών του ΕΜΠ το 2008 και από το 2014 διδάσκει στο Γεωπονικό Πανεπιστήμιο Αθηνών.

Όπως λέει επιθυμεί να «δανειστεί» κάποιους μετεωρίτες για να τους φέρει στην Ελλάδα και να τους μελετήσει με τους φοιτητές του. Επίσης θέλει φέτος να δημιουργήσει την πρώτη Πλανητική Εταιρία στην Ελλάδα και να διοργανώσει στην Ημέρα των Αστεροειδών (30 Ιουνίου) μια έκθεση του μοναδικού μετεωρίτη με προέλευση την Ελλάδα, του Seres, κάτι για το οποίο αναζητά οικονομική υποστήριξη.

Μόνο ένας μετεωρίτης από τους περίπου 67.000 που έχουν καταγραφεί συνολικά σε παγκόσμιο επίπεδο, προέρχεται από την Ελλάδα και είναι ο μετεωρίτης Seres, ένας χονδρίτης που έπεσε στην περιοχή των Σερρών το 1818. Όπως λέει ο Γ. Μπαζιώτης, «θα ήταν κρίμα να χαθεί η ευκαιρία ενός τέτοιου γεγονότος μοναδικού για την Ελλάδα, καθώς την Ημέρα των Αστεροειδών συμπληρώνονται 200 χρόνια από την πτώση του Seres». Παράλληλα, έχει σχεδόν ολοκληρώσει τη συγγραφή ενός βιβλίου για την μοναδική εμπειρία του στην Ανταρκτική.

Ακολουθεί η συνέντευξη:

ΕΡ: Βρήκατε τελικά μετεωρίτες στην Ανταρκτική;

ΑΠ: Βεβαίως, ανακτήσαμε 263 μετεωρίτες από τα πεδία μπλε πάγου της Ανταρκτικής. Οι μετεωρίτες προσγειώνονται παντού στον πλανήτη μας, αλλά ειδικά στην Ανταρκτική είναι πολύ καλά διατηρημένοι. Αυτό οφείλεται στο ότι η παγωμένη ήπειρος αποτελεί μία περιοχή με το μικρότερο ποσοστό κατακρημνισμάτων ανά έτος. Είναι πιο ξηρή από οποιαδήποτε άλλη έρημο στη Γη.

ΕΡ: Γιατί είναι σημαντικοί οι μετεωρίτες;

ΑΠ: Η μελέτη των μετεωριτών μάς βοηθά να κατανοήσουμε πώς σχηματίστηκε αρχικά το ηλιακό μας σύστημα και πώς αυτό εξελίχθηκε. Οι μετεωρίτες προέρχονται από μία πληθώρα ουράνιων σωμάτων: δορυφόρους όπως η Σελήνη, πλανήτες όπως ο Άρης και αστεροειδείς όπως η Εστία. Είναι κομμάτια πετρώματος που έχουν αποκολληθεί από το μητρικό τους σώμα εξαιτίας προσκρούσεων αστεροειδών στην επιφάνειά τους. Όταν τα σώματα αυτά βρεθούν σε τροχιά τέτοια που να τέμνει την αντίστοιχη της Γης, τότε επέρχεται η πτώση τους, δημιουργώντας μοναδικές φλεγόμενες μπάλες, καθώς εισέρχονται στον ουρανό με ταχύτητα που ξεπερνά τα 15-20 χιλιόμετρα ανά ώρα.

Η μελέτη τους μας αποκαλύπτει τα μυστικά τους, όπως την ηλικία και τις διαδικασίες σχηματισμού τους, ενώ βρίσκονταν στο μητρικό τους σώμα προέλευσης. Πολλοί μετεωρίτες - αυτό αποτελεί και δικό μου κομμάτι έρευνας- μας δίνουν πληροφορίες σχετικά με τη θερμοκρασία και την πίεση που αναπτύχθηκε κατά την πρόσκρουση των αστεροειδών στο μητρικό σώμα.

Παράλληλα, ένα σημαντικό πεδίο έρευνας αποτελεί η κατανόηση του κρίσιμου ρόλου που έπαιξε το νερό κατά τα πρώϊμα στάδια εξέλιξης του ηλιακού μας συστήματος. Απο πού προήλθε το νερό ή γιατί ο πλανήτης μας είναι κατοικήσιμος, είναι ερωτήματα που τελικώς σχετίζονται με το θέμα της ανάπτυξης της ζωής.

ΕΡ: Πόσο εύκολο είναι να βρεθούν μετεωρίτες στην Ανταρκτική;

ΑΠ: Η Ανταρκτική αποτελεί το πιο πλούσιο θησαυροφυλάκιο μετεωριτών. Είναι η περιοχή όπου έχει ανακτηθεί πάνω από το 40% του συνόλου των μετεωριτών που έχουν βρεθεί στη Γη. Καταλαμβάνει μια πολύ μεγάλη περιοχή της Γης, είναι έρημη και κρύα. Οι μετεωρίτες που έχουν πέσει στον πάγο πρν από εκατοντάδες χιλιάδες ή και εκατομμύρια χρόνια, έρχονται στην επιφάνεια, καθώς ο πάγος απομακρύνεται εξαιτίας μία σύνθετης διαδικασίας μετατροπής του από στερεό σε αέριο, χωρίς τη μεσολάβηση της υγρής κατάστασης και της δράσης του ανέμου.

Αυτό οδηγεί στη συγκέντρωση μεγάλου αριθμού μετεωριτών, ειδικά στην περίπτωση που η ηλικία του πάγου είναι αρκετά μεγάλη. Αν η ηλικία του πάγου είναι μικρή, τότε η συγκέντρωση μετεωριτών σε αυτόν, είναι κι εκείνη μικρή.

Επίσης, ένα χαρακτηριστικό που διευκόλυνε αρκετά το έργο μας κατά την ανάκτηση των μετεωριτών είναι ότι διατηρούν σε μικρό ή μεγάλο ποσοστό το λεγόμενο τετηγμένο φλοιό. Καθώς περνούν από την ατμόσφαιρα της Γης, λιώνουν εξωτερικά και στερεοποιούνται ταχύτατα, με αποτέλεσμα το σχηματισμό ενός πολύ λεπτού, αλλά σημαντικού για τη διάγνωσή τους εξωτερικού περιβλήματος.

Κρίσιμο ρόλο παίζει η μόλυνση των μετεωριτών με το γήϊνο αποτύπωμα. Για παράδειγμα, αν ένας μετεωρίτης βρισκόταν σε μία περιοχή με έντονες βροχοπτώσεις, θα είχαν αλλοιωθεί πολλά από τα χαρακτηριστικά του, τόσο στο εξωτερικό του, όσο κι εκείνα που συνδέονται με τη χημική του σύσταση. Στην Ανταρκτική όμως, εξαιτίας της απουσίας του νερού υπό ρευστή μορφή, οι μετεωρίτες διατηρούν αναλλοίωτα τα πολύτιμα χημικά και όχι μόνο στοιχεία τους. Αυτός είναι και ο λόγος που η χρονική διάρκεια συλλογής τους στο ύπαιθρο ήταν δύο έως τρία λεπτά.

ΕΡ Κάθε φορά που βρίσκατε ένα μετεωρίτη τι τον κάνατε;

ΑΠ: Όταν βρίσκαμε ένα μετεωρίτη, δεν τον τοποθετούσαμε απευθείας σε μία σακούλα. Αρχικά τον φωτογραφίζαμε παρουσία κλίμακας κι ενός κωδικού αριθμού, μοναδικού για τον κάθε μετεωρίτη. Εν συνεχεία, με ένα ειδικό εργαλείο τον περιστρέφαμε 360 μοίρες, ώστε να περιγράψουμε συνολικά το δείγμα ως προς τα εξωτερικά του χαρακτηριστικά.

Ακολούθως τοποθετείτο σε αποστειρωμένη σακούλα, ενώ καταγράφαμε και τις συντεταγμένες του δείγματος. Μια πολύ προσεκτική διαδικασία, που την επαναλαμβάναμε για κάθε μετεωρίτη, ανεξαρτήτως αν πολλές φορές οι συνθήκες ήσαν πολύ δύσκολες. Για παράδειγμα, απαιτείτο η αφαίρεση των γαντιών, ώστε να πραγματοποιήσουμε όλη τη διαδικασία συλλογής. Σε συνθήκες μείον 25 βαθμών Κελσίου και με τον αέρα να δίνει την αίσθηση μείον 35 βαθμών, ήταν εξαιρετικά δύσκολο να παραμείνεις χωρίς να παγώσουν τα δάχτυλά σου.

Όταν επιστρέψαμε στο σταθμό McMurdo, ασφαλίστηκαν τα δείγματα σε ειδικά κουτιά, εν συνεχεία τοποθετήθηκαν σε ψυγεία-κοντέϊνερ σε θερμοκρασία μείον 20 βαθμών και ακολούθως μεταφέρθηκαν σε ένα μεγάλο πλοίο μεταφοράς φορτίου, με τελικό προορισμό το Διαστημικό Κέντρο Johnson της NASA.

ΕΡ: Δώστε μας μια εικόνα για την προσωπική εμπειρία και τα συναισθήματά σας στο πεδίο της έρευνας;

ΑΠ: Αρχικά, η αίσθηση που είχαμε, είναι ότι οι συνθήκες αλλάζουν προς το χειρότερο, καθώς οδηγούμασταν προς το πεδίο έρευνας. Αναχώρησα από την Ελλάδα με εξαιρετικό καιρό, με προορισμό το βροχερό Σαν Φρανσίσκο. Εν συνεχεία ταξίδεψα στο Νότιο Ημισφαίριο και στη Νέα Ζηλανδία, όπου οι συνθήκες που συναντήσαμε, ήσαν πολλή υγρασία και ζέστη. Έπειτα πετάξαμε με αεροπλάνο τύπου LC-130 για το σταθμό McMurdo στην Ανταρκτική.

Πραγματικά, κατά τη άφιξή μου ένιωσα δέος, τη στιγμή που πάτησα στο παγωμένο πεδίο της Ανταρκτικής, στη θάλασσα του Ross. Ένα όνειρο ετών είχε ήδη γίνει πραγματικότητα. Η θερμοκρασία ήταν στους -8 έως -13 βαθμούς Κελσίου. Στο σταθμό McMurdo, ο κακός καιρός που συναντήσαμε, συνδυαζόταν με χαμηλά βαρομετρικά που έρχονταν από το Βορρά, φέρνοντας υγρές αέριες μάζες και προκαλούσαν χιονοπτώσεις.

Η μεταφορά μας με LC-130 από το σταθμό McMurdo στην ενδιάμεση κατασκήνωση του παγετώνα Shackleton έγινε με τρεις ημέρες καθυστέρηση σε σχέση με το αρχικό πρόγραμμα. Στην κατασκήνωση αυτή παραμείναμε λίγες ημέρες πριν τη μεταφορά μας με δικινητήριο αεροπλάνο, αρχικά στη θέση Mt Wisting/Prestrud κι εν συνεχεία διαδοχικά στις θέσεις Nodtvedt Nunataks και Amundsen Glacier.

Στις τρεις πρώτες περιοχές, στήναμε τη δική μας κατασκήνωση, που αποτελείτο από τρεις σκηνές, δύο εκ των οποίων χρησιμοποιούνταν για τη διαβίωσή μας, ενώ η τρίτη ως τουαλέτα. Οι σκηνές-καταφύγιό μας ήσαν τύπου Scott, διαστάσεων 2,5 επί 2,5 μέτρων, ενώ εντός αυτών μπορούσαμε να σταθούμε όρθιοι με μεγάλη ευκολία. Σε κάθε σκηνή μέναμε δύο άτομα. Επιπρόσθετα, η ομάδα μου μετέβη με ελικόπτερο στις περιοχές Upper Amundsen Glacier και Devil`s Glacier. Εκεί, πεζοπόρα, προσπαθήσαμε να ερευνήσουμε το μπλε πάγο για την ύπαρξη μετεωριτών.

ΕΡ: Πώς τα πηγαίνατε με τους άλλους επιστήμονες της αποστολής;

ΑΠ: Εγώ ήμουν στην ίδια σκηνή με τον ορειβάτη και αρχηγό της ομάδας μας, τον πολύπειρο John Schutt. Τεράστια τιμή και ευκαιρία για μένα, να βρίσκομαι για πέντε εβδομάδες στην ίδια σκηνή με τον άνθρωπο που έχει συμμετάσχει σε 37 συνεχείς αποστολές ANSMET. Η συνεργασία μαζί του, όπως και με τους άλλους επιστήμονες ήταν εξαιρετική.

Όλοι μαζί είχαμε ένα κοινό σκοπό. Δεν υπήρχε η έννοια του ατόμου, αλλά της επίτευξης των στόχων της Αποστολής μέσω της ομάδας. Από την αρχή η σχέση με τα υπόλοιπα τρία μέλη ήταν εξαιρετική, ενώ καθώς περνούσε ο χρόνος κοινής παραμονής στο ύπαιθρο, μάς ένωνε ολοένα και περισσότερο, κάνοντάς μας μία οικογένεια.

ΕΡ: Αντιμετωπίσατε μεγάλες δυσκολίες ή και κινδύνους;

ΑΠ: Οι συνθήκες περιβάλλοντος ήσαν πραγματικά δύσκολες. Η μέση θερμοκρασία που αντιμετωπίσαμε στο ύπαιθρο ήταν μείον 25 βαθμοί Κελσίου, ωστόσο, με την παρουσία του ανέμου, η αίσθηση της θερμοκρασίας ήταν πολύ χαμηλότερη. Υπήρχαν ημέρες που ο άνεμος έπνεε με ένταση μεγαλύτερη των δέκα μποφόρ και ταχύτητα περίπου 95 χιλιομέτρων την ώρα, δίνοντας την αίσθηση του κρύου υπό θερμοκρασία μείον 45 βαθμών.

Σε αυτές τις συνθήκες έντονου αέρα, οι σκηνές τύπου Scott αποτελούσαν για εμάς σύστημα υποστήριξης ζωής. Είχαμε ένα μικρό κουζινάκι προπανίου, το οποίο, όταν βρισκόμασταν εντός της σκηνής, λειτουργούσε αδιαλείπτως. Βοηθούσε αφενός στο να διατηρήσει τη θερμοκρασία εντός της σκηνής σε ανεκτά επίπεδα και αφετέρου στο να λειώσουμε τον πάγο ή να μαγειρέψουμε. Μαγειρεύαμε οι ίδιοι το φαγητό μας, μια διαδικασία που διαρκούσε τουλάχιστον μία ώρα. Ειδικά εκείνες τις μέρες που τις περνούσαμε εντός της σκηνής και δεν είχαμε να κάνουμε κάτι ιδιαίτερο, η μαγειρική αποτελούσε μία από τις ωραίες ασχολίες.

Οι σκηνές τύπου Scott είναι ικανές να αντέχουν ανέμους ταχύτητας 200 χιλιομέτρων/ώρα, επομένως πολύ μεγαλύτερης ταχύτητας από εκείνους που ζήσαμε. Στην πραγματικότητα, δεν ήταν μεγάλος ο κίνδυνος που βιώσαμε εντός της σκηνής εξαιτίας του ανέμου. Αλλά, μαγειρεύοντας εντός της σκηνής, ο μεγάλος φόβος -και κατά τη γνώμη του πλέον έμπειρου σχετικά με την Ανταρκτική John Schutt- ήταν η φωτιά. Είναι κάτι που γνωρίζαμε και φυσικά ήμασταν, κατά το δυνατόν, αρκετά προσεκτικοί.

Οφείλεις να είσαι προσεκτικός, όταν ζεις, μαγειρεύεις, εργάζεσαι, κοιμάσαι δίπλα στη φλόγα, με την μπουκάλα προπανίου να βρίσκεται στο ενδιάμεσο του διπλού τοιχώματος της σκηνής. Εξαιτίας της φλόγας από την καύση προπανίου, ένα πρόβλημα που μπορούσε να υπάρξει, ακόμη και μοιραίο για τη ζωή μας, ήταν το μονοξείδιο του άνθρακα. Το άχρωμο, άγευστο, δηλητηριώδες αέριο που μπορεί να σε «κοιμήσει» χωρίς να το αντιληφθείς.

Όταν δεν έπνεε άνεμος, ήμασταν αναγκασμένοι να έχουμε ανοικτή τη θύρα εισόδου-εξόδου στη σκηνή, ώστε να υπάρχει ανακυκλοφορία αέρα εντός της σκηνής, ή να έχουμε εκτός λειτουργίας το κουζινάκι. Κατά τη γνώμη μου, ο σημαντικότερος κίνδυνος δεν ήταν το κρύο ή ο αέρας, αλλά η φωτιά και το μονοξείδιο του άνθρακα.

ΕΡ: Έξω στο παγωμένο πεδίο πώς ήταν οι συνθήκες έρευνας;

ΑΠ: Βρισκόμενοι στο λεγόμενο «βαθύ πεδίο», αποτελούσε μεγάλη πρόκληση για μένα και την ομάδα να ψάχνουμε για μετεωρίτες σε μερικά από τα πιο απομονωμένα μέρη του πλανήτη μας,. Η φυσικά ομορφιά, ειδικά στην περιοχή Amundsen Glacier, ήταν μοναδική. Εκεί, βρισκόμασταν σε υψόμετρο 2.200 μέτρων, με τα γύρω βουνά να ορθώνονται επιβλητικά και τις κορυφές τους να αγγίζουν τα 3.700 μέτρα.

Ίσως το πιο επικίνδυνο τμήμα της Αποστολής ήταν η οδήγηση των χιονοοχημάτων πάνω από τις μεγάλες ρωγμές του μπλε πάγου, που συχνά ξεπερνούσαν το βάθος των 15-20 μέτρων. Ο κανόνας ήταν, αν περνούσαμε πάνω από τέτοιες ρωγμές, το πλάτος τους να ήταν μικρότερο του μισού μήκους του χιονοοχήματος. Σε διαφορετική περίπτωση, θα έπρεπε να τις παρακάμψουμε, ακολουθώντας άλλη διαδρομή.

Φυσικά, σε περίπτωση που υπήρχε έντονη νέφωση στον ουρανό, δεν υπήρχε δυνατότητα διάκρισης της επιφάνειας, επειδή πολλές φορές καλυπτόταν από χιόνι. Έτσι ο ουρανός και η επιφάνεια έμοιαζαν ένα. Αυτός ήταν και ένας από τους λόγους, που πολλές φορές παραμέναμε στη σκηνή.

Κάτι που μου έκανε ιδιαίτερη εντύπωση, όταν δεν φυσούσε αέρας, ήταν η απουσία κάθε ήχου από την ατμόσφαιρα. Ίσως το «βαθύ πεδίο» της Ανταρκτικής να είναι το μόνο σημείο στον πλανήτη μας που μπορείς να ακούσεις τον ήχο της σιωπής. Είναι μοναδική αίσθηση που δύσκολα μπορεί κάποιος να την περιγράψει με λέξεις. Μία κατάσταση που όταν συνδυάζεται με την απίστευτα όμορφη εικόνα των βουνών της Ανταρκτικής, τότε πραγματικά νιώθεις ευλογημένος που υπάρχεις και είσαι υγιής σε αυτό το μοναδικό μέρος της ηλιακού μας συστήματος, τη Γη.

ΕΡ: Ποια θα είναι τα επόμενα βήματά σας;

ΑΠ: Η μελέτη των μετεωριτών συνεχίζεται. Τον επόμενο μήνα, κατά τη διάρκεια του συνεδρίου της NASA «Lunar and Planetary Science Conference», θα παρουσιάσω τα αποτελέσματα της δουλειάς μου σχετικά με τον χονδρίτη μετεωρίτη Chateau Renard. Ήδη βρισκόμαστε στο τελικό στάδιο αποδοχής μίας εργασίας σχετικά με αυτό το μετεωρίτη στο περιοδικό «Scientific Reports». Επιπρόσθετα, περί τα τέλη του 2018, θα υπάρχει πρόσβαση στα δείγματα μετεωριτών που συλλέξαμε στο ύπαιθρο φέτος και στόχος μου είναι να «δανειστώ» κάποια από αυτά, ώστε να δουλέψει μαζί μου ένας ή περισσότεροι φοιτητές.

ΕΡ: Έχετε κάποια άλλα σχέδια στην Ελλάδα;

ΑΠ: Μέσα στο 2018, επιθυμία μου είναι η δημιουργία της πρώτης Πλανητικής Εταιρίας στην Ελλάδα. Επιπρόσθετα, έχω ξεκινήσει προσπάθειες διοργάνωσης μίας εκδήλωσης την Ημέρα των Αστεροειδών, στις 30 Ιουνίου 2018, που θα περιλαμβάνει την έκθεση του μοναδικού μετεωρίτη με προέλευση την Ελλάδα, του Seres. Η εκδήλωση θα συνδυαστεί με ομιλία σχετικά με τις εμπειρίες που αποκόμισα στην Ανταρκτική.

Ωστόσο, απαιτείται ένα σημαντικό κονδύλι για τη διοργάνωση της εκδήλωσης και προς το παρόν δεν υπάρχει οικονομική υποστήριξη από κάποια πηγή. Ελπίζω μέσα στο επόμενο διάστημα να βρεθούν οι απαραίτητοι πόροι. Θα ήταν κρίμα να χαθεί η ευκαιρία ενός τέτοιου γεγονότος μοναδικού για την Ελλάδα, καθώς την ημέρα των αστεροειδών συμπληρώνονται 200 χρόνια από την πτώση του Seres.

Μόνο ένας μετεωρίτης από τους περίπου 67.000 που έχουν καταγραφεί συνολικά σε παγκόσμιο επίπεδο, προέρχεται από την Ελλάδα και είναι ο μετεωρίτης Seres, ένας χονδρίτης που έπεσε στην περιοχή των Σερρών το 1818.

Επίσης ασχολούμαι με τη συγγραφή ενός βιβλίου κι έχω σχεδόν ολοκληρώσει το χειρόγραφο κείμενο, με θέμα την εμπειρία μου στην Ανταρκτική. Στόχος μου είναι να εμπνεύσω τους νέους ανθρώπους, να τους δείξω ότι αξίζει να ονειρεύονται ακόμη και στην ταλαιπωρημένη χώρα μας.

Το ανθρώπινο δυναμικό της Ελλάδος, ξεκινώντας ήδη από τις μικρές ηλικίες, είναι εξαιρετικής ποιότητας. Με σκληρή δουλειά, πίστη και στοχοπροσήλωση μπορεί κάποιος να πετύχει κάτι που φαντάζει μη πραγματοποιήσιμο ή έστω με πολύ μικρές πιθανότητες υλοποίησης.