Δύο «γραμμές» στην εκκλησία για το συλλαλητήριο για τη Μακεδονία
Μπορεί χθες να «κλείδωσε» και επίσημα η συμμετοχή της Εκκλησίας στο συλλαλητήριο για τη Μακεδονία που θα γίνει την ερχόμενη Κυριακή στην πλατεία Συντάγματος στην Αθήνα, ωστόσο συνεχίζονται οι φωνές υπέρ του αντιθέτου στους κόλπους της.
Όπως σημείωσε ο Αρχιεπίσκοπος Ιερώνυμος, μετά τη χθεσινή του συνάντηση με τους διοργανωτές, «κάθε έκφραση υπερασπίσεως των δικαίων της Μακεδονίας» είναι επαινετή αρκεί αυτή να είναι γνήσια, ανιδιοτελής, πηγαία και πάντα «στο πνεύμα μιας νόμιμης και δημοκρατικής εκδήλωσης». Υπογράμμισε δε, ότι στο πλαίσιο της ελευθερίας εκφράσεων των κληρικών και λαϊκών μελών της, η «Εκκλησία σέβεται το δικαίωμα αυτών να πράττουν κατά συνείδηση, με σύνεση και υπευθυνότητα».
«Ναι» στη συμμετοχή των ιερέων στο συλλαλητήριο είχε πει και η Διαρκής Ιερά Σύνοδος, μετά από έκτακτη συνεδρίασή της για το Σκοπιανό την περασμένη Παρασκευή. Όπως τόνιζε χαρακτηριστικά η ανακοίνωση που εκδόθηκε, οι ιερείς και τα μέλη της εκκλησίας είναι ελεύθεροι να πράξουν «κατά συνείδηση, στα πλαίσια της ελευθερίας της έκφρασης».
Ωστόσο η συμμετοχή της Εκκλησίας στις κινητοποιήσεις για τη Μακεδονία δεν βρίσκει σύμφωνους όλους τους ιεράρχες. Ενδεικτική είναι η στάση του Μητροπολίτη Μεσσηνίας Χρυσόστομου, ο οποίος με άρθρο-παρέμβασή του τάσσεται ενάντια στη συμμετοχή της Εκκλησίας στο συλλαλητήριο για τη Μακεδονία, κάνοντας λόγο για οργάνωση του συλλαλητηρίου που «κινείται σε ένα θολό περιβάλλον, εκμετάλλευσης της αδιαμφισβήτητης και αμετακίνητης θέσης του ελληνικού λαού ως προς τη μη χρήση του ονόματος "Μακεδονία" για το γειτονικό κράτος των Σκοπίων».
Στο πλαίσιο αυτό εκφράζει τον προβληματισμό του και θέτει μια σειρά από ερωτήματα όπως το «ποιοι είναι οι άθεσμοι οργανωτές των συλλαλητηρίων» και «ποιον εκπροσωπούν οι “άγνωστοι” συνδιοργανωτές, οι οποίοι επιδιώκουν να χρησιμοποιήσουν τη θεσμική Εκκλησία και να την “καπελώσουν“ για την ικανοποίηση δικών τους πολιτικών σκοπιμοτήτων, άλλοθι και επιδιώξεων»;
Κλείνει δε το άρθρο του σημειώνοντας πως «όταν τα συλλαλητήρια αυτά διοργανώνονται, προκειμένου να εξυπηρετηθούν πρόσωπα και σκοπιμότητες “έξωθεν και έσωθεν”, τότε η Εκκλησία δεν μπορεί να έχει λόγο συμμετοχής, ούτε και τρόπο παρουσίας».