Μάτι, έξι χρόνια από τη φονική πυρκαγιά: Μια δικαίωση που δεν ήρθε
23 Ιουλίου του 2018: Η «μαύρη» ημέρα που μια φωτιά που ξεκίνησε από την Πεντέλη, κατέληξε στην πύρινη λαίλαπα που έφτασε μέχρι τη θάλασσα και κόστισε τη ζωή σε 104 ανθρώπους στο Μάτι.
Οι άνεμοι με ριπές άνω των 100 χιλιομέτρων την ώρα εξαπλώνουν με τρομακτική ταχύτητα τη φωτιά, που κατακαίει τα πάντα στο πέρασμά της.
Ο εφιάλτης έχει μόλις ξεκινήσει και κανείς δεν μπορεί να φανταστεί τι θα ακολουθήσει. Οι εικόνες από την εφιαλτική εκείνη βραδιά παραμένουν βαθιά χαραγμένες στη μνήμη όλων.
Ξεκινούν οι εκκενώσεις ενώ κάτοικοι και παραθεριστές προσπαθούν να φύγουν με κάθε μέσο.
Επικρατεί πανικός. Απελπισμένοι πολίτες εγκλωβίζονται στα αυτοκίνητά τους ενώ προσπαθούν να απομακρυνθούν από τα πύρινα μέτωπα. Οι εκτιμήσεις πως η Λεωφόρος Μαραθώνος θα λειτουργούσε και ως αντιπυρική ζώνη, δυστυχώς δεν επαληθεύονται.
Δεκάδες επιχειρούν να φτάσουν στη θάλασσα για να γλιτώσουν και άλλοι βουτάνε στα νερά για να σωθούν.
Πυροσβέστες δίνουν άνιση μάχη με της φλόγες και ψαράδες με τα καΐκια τους σαρώνουν τη θάλασσα και να μεταφέρουν όσους μπορούν στο λιμάνι της Ραφήνας.
Η επόμενη ημέρα ήταν εξίσου δύσκολη. Η καταστροφή είναι ολοκληρωτική. Ό,τι έχει σωθεί είναι σκεπασμένο με τοξική στάχτη, ενώ ξεκινά και η μάχη για τον εντοπισμό των δεκάδων αγνοουμένων. Οι πυροσβέστες και οι σωστικές δυνάμεις ψάχνουν ένα-ένα τα κατεστραμμένα σπίτια.
Οι τραγικές ιστορίες πίσω από τη λίστα των νεκρών, συγκλονίζουν. Τα ονόματα και οι φωτογραφίες ορισμένων εκ των θυμάτων κυκλοφορούσαν σε άτυπες λίστες, σε μία προσπάθεια των οικείων τους να τους εντοπίσουν.
«Θα νιώσουμε ασφαλείς μόνο όταν αποδοθεί δικαιοσύνη»
Έξι χρόνια μετά, οι πληγές δεν έχουν κλείσει και ειδικά για εκείνους που έχασαν τα αγαπημένα τους πρόσωπα στη φονική πυρκαγιά.
Πέντε χρόνια μετά, επιζήσαντες και συγγενείς θυμάτων ζητούν να τιμωρηθούν οι υπεύθυνοι.
«Μόνο έτσι θα αλλάξει κάτι. Όταν υπάρξει πραγματική ανάληψη ευθυνών και τιμωρία για όσα έκαναν ή δεν έκαναν οι αρμόδιοι. Μόνο τότε θα μπορέσουμε να νιώσουμε ασφαλείς», λένε.
Το CNN Greece επισκέφθηκε το Μάτι λίγες ημέρες πριν τη «μαύρη» επέτειο των έξι χρόνων από τη φονική πυρκαγιά.
Μήνας Ιούλιος και ήδη μετράμε δεκάδες πυρκαγιές σε όλη τη χώρα. Την ημέρα που βρεθήκαμε στον τόπο της τραγωδίας έκανε ζέστη και φυσούσε ελαφρά. Ελικόπτερα και αεροπλάνα της πυροσβεστικής περνούν συνεχώς από πάνω, με το βλέμμα των συνομιλητών μας να τα ακολουθεί κάθε που εμφανίζονται στον ουρανό, ανεξίτηλο «σημάδι» όσων έζησαν στις 23 Ιουλίου του 2018.
Λουόμενοι και επισκέπτες απολαμβάνουν τον ήλιο και τον καφέ τους, την ώρα που στο σημείο στέκουν ακόμη καμένα και ερειπωμένα κουφάρια σπιτιών, που οι κάτοικοι προσπαθούν να επουλώσουν το ψυχικό τραύμα από την καταστροφή που βίωσαν και οι συγγενείς των θυμάτων εξακολουθούν να ζητούν δικαίωση για τον βάναυσο και τόσο άδικο χαμό συγγενικών και αγαπημένων προσώπων τους.
Μια δικαίωση που δεν ήρθε...
Από την αρχή, οι συγγενείς εκείνων που έχασαν τη ζωή τους στη φωτιά ζητούσαν να αποδοθεί η κατηγορία για έκθεση σε θανατηφόρο κίνδυνο με ενδεχόμενο δόλο, κάτι που συνιστά κακούργημα. Το αίτημά τους απορρίφθηκε πέντε φορές από το δικαστήριο. Τελικά, το Τριμελές Πλημμελειοδικείο Αθηνών, έξι χρόνια μετά την πυρκαγιά και ύστερα από ενάμιση χρόνο ακροαματικής διαδικασίας, στις 29 Απριλίου 2024, έκρινε ένοχους μόνο έξι από τους συνολικά 21 κατηγορούμενους για την υπόθεση της πυρκαγιάς στο Μάτι μετατρέποντας, μάλιστα, τις ποινές σε χρηματικές προς 10 ευρώ την ημέρα.
«Ήταν κρατικό έγκλημα»
«Έπρεπε πάση θυσία να αθωωθούν αυτοί που έφταιξαν. Απαλλάχθηκε με βούλευμα η Αστυνομία που έστελνε τον κόσμο μέσα στη φωτιά. Δεν διώχθηκε το Λιμενικό που άφησε 3.500 ανθρώπους μέσα στη θάλασσα και που επέτρεψε σε πλοία να δέσουν στο λιμάνι της Ραφήνας βγάζοντας 850 οχήματα στους ήδη μπλοκαρισμένους δρόμους. Από την Πυροσβεστική... τις είδατε τις ποινές. Μέχρι τις 22.30 το βράδυ, δεν είχε έρθει κανείς. Είμασταν μόνοι! Ήρθαν ώρες μετά και άρχισαν να μαζεύουν πτώματα» δηλώνει στο CNN Greece o Γιάννης Οικονομίδης, κάτοικος του Ματιού που επέζησε της τραγωδίας.
«Είναι τέτοιος ο κατακερματισμός των ευθυνών που εν τέλει δεν αποδίδονται σε κανέναν. Όλοι οι νόμοι, οι διατάξεις, τα πρωτόκολλα, όλα είναι κομμένα και ραμμένα προκειμένου να μην αποδοθούν ευθύνες σε εκείνους που πρέπει. Και αυτό οφείλεται στη διαχρονική συνδιαλλαγή του κράτους με συγκεκριμένους μηχανισμούς», προσθέτει ο κ. Οικονομίδης.
Μπορεί η δίκη σε δεύτερο βαθμό να έχει ξεκινήσει αλλά ο Άρης Χερουβείμ, λέει ότι δεν περιμένει τίποτα παραπάνω. «Το πολύ-πολύ να καταδικαστεί κάποιος αυτοδιοικητικός. Άντε να αυξηθεί και λίγο το ποσό της χρηματικής ποινής. Δικαίωση για εμάς θα είναι να αποκτήσουμε επιτέλους ένα υπεύθυνο κράτος. Να αλλάξουν τα πράγματα, ούτως ώστε οι πολίτες να νιώσουν και να είναι όντως ασφαλείς» λέει χαρακτηριστικά ο κ. Χερουβείμ, ο οποίος έχασε στην πυρκαγιά ολόκληρη την οικογένειά του: τη μητέρα του, την αδελφή του και τις δυο πεντάχρονες ανιψιές του, τις οποίες μάλιστα το δικαστικό σύστημα δεν του επιτρέπει να εκπροσωπήσει.
Από την πλευρά του ο εγκαυματίας Κώστας Χατζησταματίου τονίζει ότι «Η τιμωρία των υπευθύνων δεν είναι εκδίκηση. Θα πρέπει να γίνει για να υπάρχει εφεξής ανάληψη ευθύνης. Για να μην ξαναγίνει κάτι τέτοιο», επισημαίνοντας ότι οι ιδιοκτήτριες του ξενοδοχείου «ΜΑΤΙ» που φιλοξένησε αφιλοκερδώς πυρόπληκτους και του καφέ «ΑΡΤΙΟΝ» που λειτούργησε ως σημείο αναφοράς για τους κατοίκους, ήταν εκείνοι που στήριξαν τον κόσμο. «Όχι το κράτος. Το κράτος ήταν απών. Η αλληλεγγύη ήταν που μας έσωσε», λέει.
Και οι τρεις συνομιλητές μας, πάντως, συμφωνούν ότι «Αυτό που συνέβη εδώ ήταν ένα κρατικό έγκλημα. Όχι πολιτικό, όχι κομματικό. Κρατικό!», όπως λένε.
Το χρονικό της τραγωδίας
Το ήρεμο ξημέρωμα της Δευτέρας 23ης Ιουλίου 2018, δεν προμήνυε με τίποτα την καταστροφή που θα ακολουθούσε. Το ρολόι μιας κάμερας ασφαλείας δείχνει 16:46, όταν καταγράφει το ξεκίνημα της πυρκαγιάς στο Νταού Πεντέλης.
Στην περιοχή έπνεαν ισχυροί άνεμοι με αποτέλεσμα η φωτιά να κατέβει με ταχύτητα από τις πλαγιές του Πεντελικού Όρους και να κατευθυνθεί προς το παραλιακό μέτωπο. Περνάει τη Λεωφόρο Μαραθώνος και εξαπλώνεται στο Νέο Βουτζά, τη Ραφήνα, το Μάτι και το Κόκκινο Λιμανάκι, σαρώνοντας τα πάντα στο πέρασμά της.
Κάτοικοι και παραθεριστές εγκλωβίστηκαν και κάηκαν ζωντανοί μέσα στα σπίτια τους, είτε έχασαν τη ζωή τους προσπαθώντας να διαφύγουν πεζή ή με τα αυτοκίνητά τους, καθώς παγιδεύτηκαν λόγω του μποτιλιαρίσματος που προκλήθηκε.
Οι φλόγες έκαιγαν όλο το βράδυ, με τις εικόνες που μετέδιδαν τα ΜΜΕ να κόβουν την ανάσα. Όσοι επέζησαν της τραγωδίας είναι αδύνατον, μέχρι σήμερα, να ξεχάσουν τις σκηνές πανικού και φρίκης που βίωσαν.
Τα ηχητικά ντοκουμέντα από εκείνη την ημέρα καταγράφουν τις στιγμές αγωνίας που έζησαν χιλιάδες άνθρωποι, οι οποίοι έμειναν μόνοι και αβοήθητοι, όπως λένε. Οι συνεχείς και εναγώνιες εκκλήσεις δεν εισακούσθηκαν. Ο κρατικός μηχανισμός ανύπαρκτος, είχε καταρρεύσει.
Λίγο μετά τις 23.00, ο τότε πρωθυπουργός Αλέξης Τσίπρας φθάνει στο Κέντρο Επιχειρήσεων της Πυροσβεστικής, όπου ο τότε υπουργός Προστασίας του Πολίτη και ο Αρχηγός της Πυροσβεστικής Υπηρεσίας υποστήριξαν ότι το μέτωπο είναι σε ύφεση χωρίς να κάνουν ουδεμία αναφορά σε νεκρούς και τραυματίες. Ωστόσο, από τις συνομιλίες που είδαν αργότερα το φως της δημοσιότητας προκύπτει ότι οι αρμόδιοι είχαν ενημερωθεί για την κατάσταση και την πραγματική έκταση της καταστροφής.
«Η ώρα ήταν 2, τα ξημερώματα Τρίτης, και εκείνοι ανέφεραν δύο νεκρούς όταν εμείς μετρούσαμε τουλάχιστον 60! Ψάχνοντας τη μάνα μου έπιανα με τα χέρια μου τους καμένους. Έβλεπα τα αμάξια με τους εγκλωβισμένους μέσα. Απανθρακωμένους. Νεκρούς. Μόνο τα δόντια τους ξεχώριζαν. Οι στοιβαγμένοι σάκοι με τα πτώματα ξεπερνούσαν σε ύψος το ασθενοφόρο του ΕΚΑΒ και εκείνοι δεν ανέφεραν νεκρούς!» μας λέει ο Νίκος Γιαννόπουλος που έχασε το βιός και τη μητέρα του στις φλόγες.
Εκείνη τη μέρα σκοτώθηκαν συνολικά 104 άνθρωποι, μεταξύ των οποίων 11 παιδιά και ένα νήπιο. 172 άτομα τραυματίζονται και πολλοί ακόμη νοσηλεύονται για μήνες μετά, ενώ δεν μπορεί να γίνει ασφαλής εκτίμηση για όλους εκείνους και εκείνες που πέθαναν τα χρόνια που ακολούθησαν από αναπνευστικά και άλλα προβλήματα αλλά και από τον… καημό τους για όσα έχασαν.
«Να μην πεθάνει κανείς άλλος με αυτόν τον τρόπο»
Ο κ. Γιάννης Οικονομίδης δέχεται να μας συνοδεύσει και να μας δείξει τα σημεία-«ορόσημα» εκείνης της ημέρας.
Με το Jeep του μας οδηγεί στους στενούς δρόμους του Ματιού και μας υποδεικνύει τα σημεία που έγιναν παγίδες θανάτου για δεκάδες φίλους και γνωστούς του, μας περιγράφει τις υπεράνθρωπες προσπάθειες των κατοίκων να σώσουν ό,τι και όποιον μπορούσαν, μας μιλάει για την αλληλεγγύη που «άνθισε» στην καμμένη γη και μας διηγείται πώς έζησε ο ίδιος τα γεγονότα.
Από τον «μοιραίο» κυκλικό κόμβο, από όπου η Αστυνομία διοχέτευε όλη την κίνηση προς το φλεγόμενο Μάτι, τα μικρά κολπάκια κάτω από τα απόκρημνα πρανή και το λιμάνι του Ματιού, όπου είχαν καταφύγει χιλιάδες άνθρωποι, περιμένοντας τραυματισμένοι, εξαντλημένοι και τρομοκρατημένοι, επί ώρες ολόκληρες, να έρθει το Λιμενικό να τους σώσει, ενώ απείχαν λίγα μόλις χιλιόμετρα από το λιμάνι της Ραφήνας όπου λειτουργεί Λιμεναρχείο, μέχρι το οικόπεδο στο οποίο κάηκαν ζωντανοί 26 άνθρωποι και την πινακίδα που αναγράφει «Καλώς ήρθατε στο Μάτι μας», είδαμε τα σημάδια της τραγωδίας που εξακολουθούν να είναι εμφανή έξι χρόνια μετά το καταστροφικό πέρασμα της φωτιάς.
Ύστερα από τρεις ώρες ξενάγησης, ευχαριστούμε θερμά και αποχαιρετούμε τον κ. Οικονομίδη, ο οποίος μας αφήνει με τα εξής λόγια: «Το έχω κάνει ήδη 100 φορές και θα το κάνω άλλες τόσες αν χρειαστεί. Εγώ δεν έχω τίποτα, δεν μου έχει μείνει τίποτα πια. Αυτό που θέλω είναι να μην πεθάνει άλλος άνθρωπος με τέτοιον τρόπο. Πόσοι νεκροί χρειάζονται ακόμη για να αλλάξει επιτέλους κάτι;».