Σταθερή πορεία σε αχαρτογράφητα νερά
Το 2024 ξεκίνησε σε ένα διεθνές περιβάλλον εξαιρετικά ρευστό και απρόβλεπτο, εξαιτίας των γεωπολιτικών συγκρούσεων, της αβεβαιότητας για την πορεία του πληθωρισμού και των επιτοκίων, των φόβων για ύφεση στην ευρωζώνη, αλλά και της εντεινόμενης απειλής της κλιματικής κρίσης.
Παρά το αρνητικό σκηνικό, οι προοπτικές για την ελληνική οικονομία παραμένουν θετικές. Η Ευρωπαϊκή Επιτροπή εκτιμά ότι η χώρα θα συνεχίσει να έχει ρυθμό ανάπτυξης υψηλότερο του μέσου όρου της ευρωζώνης μέχρι και το 2025, ενώ ο πληθωρισμός φέτος αναμένεται να είναι χαμηλότερος από το μέσο όρο της Ε.Ε. Προβλέπεται, παράλληλα, αύξηση των πρωτογενών πλεονασμάτων, ταχύτερη αποκλιμάκωση του δημοσίου χρέους και περαιτέρω μείωση της ανεργίας. Κύριος μοχλός ανάπτυξης στο προσεχές διάστημα, αναμένεται να είναι η αύξηση των επενδύσεων και η αξιοποίηση των πόρων του Εθνικού Σχεδίου Ανάκαμψης και Ανθεκτικότητας.
Η ανάκτηση της επενδυτικής βαθμίδας ενισχύει σημαντικά την αναπτυξιακή δυναμική και την ανθεκτικότητα της ελληνικής οικονομίας, βελτιώνοντας τις συνθήκες χρηματοδότησης του δημοσίου και του ιδιωτικού τομέα και διευρύνοντας τις δυνατότητες για την προσέλκυση περισσότερων επενδύσεων.
Η εμπιστοσύνη του επιχειρηματικού κόσμου στις προοπτικές της ελληνικής οικονομίας αυξάνεται σταθερά, οδηγώντας στην ανάληψη νέων πρωτοβουλιών – κάτι που επιβεβαιώνεται και από την νέα επιτάχυνση του ρυθμού δημιουργίας νέων επιχειρήσεων το 2023, με βάση τα στοιχεία του ΓΕΜΗ στο ΕΒΕΑ.
Ωστόσο, το θετικό κλίμα δεν θα πρέπει να οδηγήσει σε εφησυχασμό. Παρά τη δυναμική αύξηση του ΑΕΠ, οι απώλειες της περασμένης δεκαετίας δεν έχουν ακόμη καλυφθεί και θα χρειαστεί ακόμη μεγάλη προσπάθεια, για να επιτευχθεί ο στόχος της πραγματικής σύγκλισης με τις υπόλοιπες ευρωπαϊκές χώρες. Αντίστοιχα, παραμένει μεγάλη η απόσταση που χωρίζει την Ελλάδα από τον ευρωπαϊκό μέσο όρο, όσον αφορά την ανεργία και την απασχόληση.
Αυτό που κυρίως οφείλει να απασχολήσει τόσο την Πολιτεία, όσο και τις επιχειρήσεις, είναι η διατηρησιμότητα και η ανθεκτικότητα της ανάπτυξης. Ας μην ξεχνάμε ότι στα χρόνια που προηγήθηκαν της οικονομικής κρίσης, η χώρα παρουσίαζε έναν από τους υψηλότερους ρυθμούς ανάπτυξης στην Ε.Ε., της τάξης του 4% κατά μέσο όρο την περίοδο 1999 – 2007.
Ζητούμενο σήμερα για την ελληνική οικονομία δεν είναι μια ταχύρρυθμη, αλλά πρόσκαιρη μεγέθυνση του ΑΕΠ, αλλά η δημιουργία των προϋποθέσεων για μια ανάπτυξη μακροπρόθεσμα βιώσιμη, ανθεκτική σε εξωτερικές και εσωτερικές πιέσεις, με οφέλη που διαχέονται στο σύνολο της κοινωνίας. Αυτό σημαίνει ότι η Ελλάδα οφείλει να συνεχίσει, παρά το αντίξοο διεθνές περιβάλλον, να ενισχύει την ανταγωνιστικότητα και τη θέση της στον παγκόσμιο καταμερισμό. Οφείλει να συνεχίσει την προσπάθεια για αναβάθμιση του παραγωγικού της μοντέλου, με στροφή σε τομείς και δραστηριότητες υψηλότερης προστιθέμενης αξίας.
Το 2024 μπορεί και πρέπει να γίνει έτος - ορόσημο σε αυτή την πορεία. Χρειάζεται να αξιοποιήσουμε σωστά τις ευκαιρίες που δημιουργεί η αναβάθμιση των συνθηκών χρηματοδότησης του δημόσιου και του ιδιωτικού τομέα, σε συνδυασμό με την εισροή των πόρων του Ταμείου Ανάκαμψης και των άλλων ευρωπαϊκών διαρθρωτικών ταμείων, ώστε να προωθήσουμε ποιοτικές επενδύσεις σε υποδομές, σε νέες τεχνολογίες και μεθόδους παραγωγής, καθώς και σε σύγχρονες δεξιότητες. Χρειάζεται να επιταχυνθούν οι αλλαγές με στόχο την αναβάθμιση της λειτουργίας του κράτους, των θεσμών, των αγορών και των επιχειρήσεων. Χρειάζεται να συνεχιστούν τα βήματα βελτίωσης του επιχειρηματικού περιβάλλοντος, με παρεμβάσεις που ενισχύουν την ανταγωνιστικότητα των ελληνικών προϊόντων και υπηρεσιών, ευνοούν την καινοτομία, υποστηρίζουν τη δημιουργία ποιοτικών θέσεων εργασίας.
Η Ελλάδα και οι επιχειρήσεις της μπορούν να διατηρήσουν τη θετική τους πορεία, στα αχαρτογράφητα νερά της ευρωπαϊκής και παγκόσμιας οικονομία. Με τολμηρή και συνεπή μεταρρυθμιστική ατζέντα, με προσήλωση σε ένα εξωστρεφές, βιώσιμο παραγωγικό υπόδειγμα, με πίστη στο όραμα και στις ικανότητες των ελληνικών επιχειρήσεων, μπορούμε το 2024 να στηρίξουμε την ανάπτυξη της ελληνικής οικονομίας σε ακόμη ισχυρότερες βάσεις.