ΟΙΚΟΝΟΜΙΑ

Τέλος το «αμαρτωλό» swap της Goldman Sachs: Πόσο μειώνεται το χρέος και πόσα κερδίζει η Εθνική

Τέλος το «αμαρτωλό» swap της Goldman Sachs: Πόσο μειώνεται το χρέος και πόσα κερδίζει η Εθνική
CNN Greece

Τέλος στο «αμαρτωλό» swap της Goldman Sachs έβαλαν το Ελληνικό Δημόσιο και η Εθνική Τράπεζα με μια εξαιρετικά επωφελή συμφωνία και για τις δύο πλευρές. Το swap της Goldman Sachs «στοίχειωνε» για 18 χρόνια την Ελλάδα, έχοντας πλήξει τόσο  τη φήμη της χώρας, καθώς αποτελούσε μια από τις αιτίες της δυσφήμισης των «Greek Statistics», ενώ έχει επιβαρύνει πολλαπλώς και τους Έλληνες φορολογουμένους.

Για όσους δεν το ενθυμούνται, με το παράγωγο προϊόν που πούλησε στην Ελλάδα το 2001 η Goldman Sachs, επί διακυβέρνησης Κώστα Σημίτη, συγκαλύφθηκε το χρέος προκειμένου η χώρα να εκπληρώσει τις προϋποθέσεις εισόδου στην ευρωζώνη.

Το αμαρτωλό swap

Η συναλλαγή της Goldman Sachs το 2001 προέβλεπε την ανταλλαγή ενός ομολόγου ύψους 10 δισ. ευρώ από γεν σε ευρώ με τη χρήση μιας ιστορικής τιμής συναλλάγματος, που εμφάνιζε το δάνειο μειωμένο κατά 2,8 δισ. ευρώ. Χρησιμοποιούσε επίσης ένα swap με επιτόκιο εκτός αγοράς για την αποπληρωμή του δανείου. Για όσους δεν το ξέρουν τα swaps δίνουν τη δυνατότητα στους αντισυμβαλλόμενους να ανταλλάξουν δύο μορφές επιτοκίων, όπως τα σταθερά και τα κυμαινόμενα, με σημείο αναφοράς ένα θεωρητικό ποσό χρέους.

Η διαφορά των 2,8 δισ. ευρώ έγινε ένα έμμεσο δάνειο της Goldman στην Ελλάδα, ως ένα ακόμα swap, που δεν θα φαινόταν στο χρέος και θα αποπληρωνόταν το 2019. Ωστόσο, τα κόστη των χρηματιστηριακών συναλλαγών επί του swap αυξήθηκαν διότι η συμφωνία είχε θεωρητική αξία που ξεπερνούσε τα 15 δισ. ευρώ, ποσό υψηλότερο του ίδιου του δανείου.

Σύμφωνα με πολύ μεταγενέστερες εκτιμήσεις της Eurostat η συμφωνία της Ελλάδας με την Goldman Sachs έδωσε στην Ελλάδα τη δυνατότητα να δανειστεί το 2001 επιπλέον 5,5 δισ. ευρώ. Παράλληλα, λόγω του μεγέθους και της περιπλοκότητας της συμφωνίας η Goldman Sachs χρέωσε αναλογικά υψηλότερες προμήθειες χρηματιστηριακών συναλλαγών απ’ ό,τι χρέωνε για συμφωνίες μικρότερου μεγέθους και απλούστερης δομής. Έτσι, η χώρα βρέθηκε με τη συναλλαγή αυτή να κουβαλά ένα πρόσθετο δυσθεώρητο χρέος.

Το 2008 η Goldman Sachs πούλησε τα δικαιώματα του swap στην Εθνική Τράπεζα, η οποία μέσω συμφωνίας ανταλλαγής υποχρεώσεων επιτοκίων (IRS), τα τιτλοποίησε σε ένα SPV υπό το όνομα «Τίτλος» (Titlos). Στα χρόνια της κρίσης το Titlos υποβαθμίσθηκε από τους οίκους αξιολόγησης, καθώς υποστηριζόταν από ένα swap το οποίο εξαρτιόταν από τις πληρωμές της ελληνικής κυβέρνησης, και συνεπώς αντανακλούσε την αξιολόγηση του ελληνικού χρέους, που μεταξύ 2011 – 2015 ήταν σε εξαιρετικά χαμηλά επίπεδα.

Η Εθνική Τράπεζα την 1 Δεκεμβρίου 2017 προχώρησε στην κατάργηση της τιτλοποίησης Titlos plc, με αποτέλεσμα την ίδια ημερομηνία να ακυρωθεί το ομόλογο που είχε εκδώσει η Titlos plc στο πλαίσιο της εν λόγω τιτλοποίησης και η σχετική απαίτηση να επανέλθει στην πρότερή της κατάσταση.

Να σημειωθεί πως η Ελληνική Δημοκρατία πλήρωνε επιτόκιο ίσο με το εξάμηνο Euribor συν 660 μονάδες βάσης (6,6025%) για τη συναλλαγή ανταλλαγής επιτοκίων και η Εθνική Τράπεζα λάμβανε ετήσιο σταθερό επιτόκιο 4,5%.

Αυτή ωστόσο η «μπερδεμένη» κατάσταση που γεννούσε διαρκώς επιβαρύνσεις για το Δημόσιο και την Εθνική, λαμβάνει πλέον τέλος.

Το χρέος μειώνεται κατά 723 εκατ. ευρώ

Το υπουργείο Οικονομικών συμφώνησε με την Εθνική Τράπεζα την ακύρωση της από 31/12/2008 συμφωνίας ανταλλαγής υποχρεώσεων επιτοκίων (IRS), μεταξύ του Δημοσίου και της τράπεζας, αρχικής ονομαστικής αξίας 5,5 δισ. ευρώ και τρέχουσας αναπόσβεστης αξίας 4,03 δισ. ευρώ, για ποσό ύψους 3,3 δισ. ευρώ (το οποίο αντιπροσωπεύει την παρούσα αξία του IRS).

Όπως συμφωνήθηκε, η ακύρωση αυτή θα πραγματοποιηθεί έναντι έκδοσης ομολόγων του Ελληνικού Δημοσίου λήξης 2023, 2025 και 2026 συνολικής ονομαστικής αξίας 3,3 δισ. ευρώ, τα οποία θα διατεθούν εξ’ ολοκλήρου στην Εθνική Τράπεζα. Το ομόλογο λήξης 20/3/2023 θα ανέρχεται στα 250,2 εκατ. ευρώ και θα φέρει επιτόκιο 2,90%, το ομόλογο λήξης 20/3/2025 θα ανέρχεται στα 964 εκατ. ευρώ και θα φέρει επιτόκιο 3,25% και το ομόλογο λήξης 20/3/2026 θα ανέρχεται στα 2,1 δισ. ευρώ και θα φέρει επιτόκιο 3,55%.

Η συναλλαγή αυτή είναι εξαιρετική για το Δημόσιο, καθώς επιτυγχάνει την άμεση και πραγματική μείωση κατά περίπου 723 εκατ. ευρώ του δημοσίου χρέους και αυξάνει το ποσοστό των υποχρεώσεων σταθερού επιτοκίου στο συνολικό χαρτοφυλάκιο δημοσίου χρέους κατά περίπου 2,5%, σε μία χρονική στιγμή εξαιρετικά χαμηλών επιτοκίων αναφοράς.

Η μείωση των 723 εκατ. ευρώ προκύπτει από τη διαφορά αφενός της αναπόσβεστης αξίας που σήμερα επιβαρύνει το δημόσιο χρέος και που θα διαγραφεί αμέσως μετά την ακύρωση του IRS και αφετέρου της ονομαστικής αξίας 3,3 δισ. ευρώ των νέων ομολόγων που θα δοθούν στην Εθνική Τράπεζα για την καταβολή της ισόποσης αρνητικής, για την Ελληνική Δημοκρατία, παρούσας αξίας του IRS.

Αξίζει να σημειωθεί ότι το όφελος αυτό για το δημόσιο χρέος έχει προέλθει από την σημαντική υποχώρηση των επιτοκίων αναφοράς, χωρίς όμως εξ’ αυτού να επιβαρύνεται η Εθνική Τράπεζα, καθώς ο συγκεκριμένος κίνδυνος επιτοκίου είχε πλήρως και αποτελεσματικά αντισταθμιστεί ήδη από την έναρξη του IRS.

Κέρδη για την Εθνική Τράπεζα

Η συναλλαγή αυτή ωφελεί πολλαπλά την Εθνική Τράπεζα. Αρχικά συμβάλει στην αναταξινόμηση των ποσών του αρχικού προγράμματος αποπληρωμής κεφαλαίου του IRS, σε έσοδα από τόκους, ενισχύοντας τον σχετικό λογαριασμό κατά 112 εκατ. ετησίως!

Παράλληλα, δίνει στην τράπεζα μεγάλο πλεονέκτημα εν όψει των stress test ρευστότητας της EKT. Γιατί; Διότι αναδιαρθρώνει ριζικά την δομή του ενεργητικού της τράπεζας, εξασφαλίζοντας την μείωση του κόστους αναχρηματοδότησης και ενισχύοντας περαιτέρω την βιώσιμη τήρηση του εποπτικώς καθορισμένου Δείκτη Κάλυψης Ρευστότητας (Liquidity Coverage Ratio - LCR).

Ο Δείκτης Κάλυψης Ρευστότητας εξετάζει την επάρκεια των αποθεμάτων υψηλής ποιότητας ρευστοποιήσιμων στοιχείων ενεργητικού για την κάλυψη των βραχυπρόθεσμων αναγκών ρευστότητας κάτω από ένα συγκεκριμένο σενάριο δύσκολων συνθηκών σε περίοδο 30 ημερών. Η λογική του είναι πως το απόθεμα των διαθέσιμων περιουσιακών στοιχείων μια τράπεζας πρέπει να της επιτρέπει να επιβιώσει μέχρι την 30η ημέρα του προτεινόμενου σεναρίου stress, ημερομηνία κατά την οποία γίνεται η παραδοχή ότι τα κατάλληλα μέτρα μπορούν να ληφθούν από τη διοίκηση ή και τις εποπτικές αρχές.

Το γεγονός πως η Εθνική Τράπεζα αποκτά ομόλογα του Ελληνικού Δημοσίου λήξεως 2023, 2025 και 2026 συνολικής ονομαστικής αξίας 3,3 δισ. ευρώ βελτιώνει δραστικά τα αποθέματα υψηλής ποιότητας ρευστοποιήσιμων στοιχείων ενεργητικού που διαθέτει και την θέτει στην κορυφή της κατάταξης μεταξύ των ελληνικών τραπεζών.

Τι αναφέρει η Εθνική

Επιβεβαιώνοντας το δημοσίευμα του CNN Greece η Εθνική Τράπεζα εξέδωσε ανακοίνωση στην οποία αναφέρει τα εξής:

«Η εν λόγω συναλλαγή έχει οφέλη και για τα δύο αντισυμβαλλόμενα μέρη. Με την συναλλαγή αυτή η Ελληνική Δημοκρατία επιτυγχάνει τη μείωση του δημοσίου χρέους κατά 724 εκατ. ευρώ περίπου, αυξάνοντας τη συνεισφορά των υποχρεώσεων σταθερού επιτοκίου στο χαρτοφυλάκιο του δημοσίου χρέους κατά περίπου 2,5%, χωρίς επιβάρυνση για την Ελληνική Δημοκρατία, σε μία χρονική περίοδο ιστορικά χαμηλών επιτοκίων αναφοράς.

Η μείωση των 724 εκατ. ευρώ προκύπτει από τη διαφορά μεταξύ της αναπόσβεστης αξίας 4,038 δισ. ευρώ που σήμερα επιβαρύνει το Δημόσιο Χρέος και η οποία θα απομειωθεί αμέσως μετά την ακύρωση του IRS και της ονομαστικής αξίας 3,31 δισ. ευρώ των νέων ΟΕΔ που θα δοθούν στην Εθνική Τράπεζα για την καταβολή της ισόποσης παρούσας αξίας του IRS.

Αξίζει να σημειωθεί ότι το όφελος αυτό για το δημόσιο χρέος έχει προέλθει από τη σημαντική υποχώρηση των επιτοκίων αναφοράς, κυρίως λόγω της πολιτικής ποσοτικής χαλάρωσης (QE), χωρίς όμως εξ αυτού να επιβαρύνεται η Εθνική Τράπεζα, καθώς ο συγκεκριμένος κίνδυνος επιτοκίου είχε πλήρως και αποτελεσματικά αντισταθμιστεί.

Η συναλλαγή αυτή ωφελεί την Εθνική Τράπεζα καθώς τα εν λόγω ΟΕΔ θα αποφέρουν ετήσια επιτοκιακά έσοδα ύψους 110 εκατ. ευρώ περίπου εξαλείφοντας συγχρόνως την ανάγκη της αντιστάθμισης του IRS (μαζί με το σημαντικό ανάλογο κόστος). Επίσης, απλοποιεί τη δομή του ενεργητικού της τράπεζας, εξασφαλίζοντας τη μείωση του κόστους χρηματοδότησης και ενισχύοντας περαιτέρω το δείκτη ρευστότητας LCR.

Η εν λόγω συναλλαγή εντάσσεται στα πλαίσια του στρατηγικού σχεδιασμού της τράπεζας με στόχο την άμεση και αποτελεσματική εκμετάλλευση της υψηλής ρευστότητάς της, τη σημαντική ενίσχυση των καθαρών επιτοκιακών εσόδων και της αποδοτικότητας των ιδίων κεφαλαίων του Ομίλου».