Κατερίνα Γώγου: Σαν σήμερα η ροκ εν ρολ αυτοκτονία του «Μαγιακόφσκι της Πλατείας Εξαρχείων»
Για πολλούς η Κατερίνα Γώγου ήταν ένα ατίθασο αγοροκόριτσο του ελληνικού κινηματογράφου. Για άλλους, εκείνους που την ακολούθησαν στις περιπέτειες του ασυμβίβαστου μυαλού της, ήταν μια γυναίκα με θαρραλέα πένα και κοφτερό μυαλό. Ως τέτοια η Κατερίνα Γώγου άφησε τα ίχνη της -ανεξίτηλα και σκοτεινά- στη δεξαμενή μιας κουλούρας που αμφισβητεί για να εκβιάσει τον κόσμο να γίνει δικαιότερος.
Η Γώγου γεννήθηκε στην Αθήνα την 1η Ιουνίου του 1940, σπούδασε στη δραματική σχολή του Τάκη Μουζενίδη και στις σχολές χορού των Πράτσικα, Ζουρούδη και Βαρούτη και από μικρή παραδόθηκε στο θεατρικό σανίδι και τα κινηματογραφικά πλατό –ήταν μόλις 12 ετών όταν έκανε το ντεμπούτο της στη μεγάλη οθόνη στο έργο του Αλέκου Σακελλάριου, “Ο Άλλος”.
Eμφανίστηκε ως δευτεραγωνίστρια σε επιτυχίες δίπλα από τις Αλίκη Βουγιουκλάκη (“Το Ξύλο Βγήκε από τον Παράδεισο”) & Τζένη Καρέζη (“Mια τρελή, τρελή οικογένεια”) και το 1977 κέρδισε το βραβείο ερμηνείας Α΄ Γυναικείου Ρόλου στο Φεστιβάλ Θεσσαλονίκης για το ρόλο της στην ταινία “Βαρύ Πεπόνι” του σκηνοθέτη και συζύγου της, Παύλου Τάσιου.
Συνεργάζονται ξανά στην πολυβραβευμένη “Παραγγελιά” το 1980 και τα μελοποιημένα ποιήματα της "ντύνουν" την ταινία ορόσημο της δεκαετίας. Η Γώγου ήταν επαναστάτρια του λόγου. Ο κινηματογράφος ήταν μία μόνο από τις τέχνες της, η ίδια ανάσαινε σε σημεία στίξεις και περιόδους, σε στίχους και ανήσυχες προτάσεις για μια Ελλάδα που άλλαζε μαζί της.
Η Γώγου ασχολείται για τελευταία φορά με τον κινηματογράφο το 1984 στο “Όστρια” του Α. Θωμόπουλου. Η ίδια είχε γράψει μαζί του το βραβευμένο στο Φεστιβάλ Θεσσαλονίκης σενάριο της τελευταίας της ταινίας. Μετά είχε σειρά η ποίηση και ο πύρινος λόγος της που ακόμη στοιχειώνει τα Εξάρχεια.
“Αισθανόμουνα μια μουγκαμάρα. Επικοινωνία από πουθενά, από τίποτα. Είχαν πονέσει οι μασέλες μου από το να μη μιλάω. Κι όταν άρχισα να γράφω, νόμισα ότι θα σπάσει το στιλό. Τόσο πάθος είχα γι' αυτά που ήθελα να πω. Δεν ξέρω πώς γράφουν οι άλλοι. Εγώ ζούσα και έγραφα” είχε εξομολογηθεί στην Ελευθεροτυπία.
Πολιτικοποιημένη, αλληλέγγυα σε πολιτικούς και ποινικούς κρατούμενους και πάντα ενάντια στους φορείς της εξουσίας η Γώγου έζησε με συνέπεια μια ζωή άναρχη σε καιρούς που οι αρχές και οι αξίες είναι ευτελείς.
Η Γώγου κυκλοφόρησε την πρώτη της ποιητική συλλογή το 1978. Τίτλος της: "Τρία κλικ αριστερά".
Με αυτή μια άλλη ατίθαση Κατερίνα Γώγου έγινε διακριτή πίσω από τις σκιές. Στην ποίηση της έγινε η φωνή της Πλατείας Εξαρχείων –δεν ήταν τυχαίος ο χαρακτηρισμός της “Mαγιακόφσκι της Πλατείας Εξαρχείων” από τον Τηλέμαχο Χυτήρη χρόνια πριν.
Ασυμβίβαστη και οργισμένη η Γώγου σαν σήμερα, στις 3 Οκτωβρίου του 1993 με ένα ολέθριο κοκτέιλ ναρκωτικών και αλκοόλ που εκβίασε το τραγικό τέλος της γυναίκας που είχε μόλις μια παραγγελιά από τους άλλους -να ζουν ζωές αληθινές.
Ο Γιώργος Χρονάς για την “ροκ εν ρολ αυτοκτονία” της
“Tην Τετάρτη το απόγευμα, 6 Οκτωβρίου 1993, μια είδηση στα ραδιόφωνα και στις τηλεοράσεις έδινε μια άλλη διάσταση στις κόρνες, στις αφίσες των εφημερίδων και στα μεγάφωνα των προεκλογικών συγκεντρώσεων - οι εκλογές θα γινόντουσαν σε 4 μέρες. "Η ηθοποιός Κατερίνα Γώγου, 53 ετών, βρέθηκε νεκρή την Κυριακή, αλλά μόλις χτές διαπιστώθηκε η ταυτότητά της", έλεγαν οι εκφωνητές λίγο πριν μεταδώσουν το δελτίο καιρού της επόμενης μέρας.
Την Πέμπτη το πρωί, η είδηση του θανάτου της πέρναγε στις καλλιτεχνικές σελίδες των εφημερίδων. Φωτογραφίες, βιογραφικά της και αποσπάσματα από διάφορες συνεντεύξεις της.
Έλεγε, το 1986, η Κατερίνα Γώγου : "Δεν θέλω να γίνω μελό, δεν πουλάω τα παιδικά μου χρόνια, ούτε τα πρόσφατα .... Ελπίζω. Αν δεν ελπίζω εγώ, ποια θα ελπίζει; Είμαι μάχιμη. Ουαί και αλίμονο αν αυτό δεν είναι ναι στη ζωή ... Έγραφα γιατί ήταν μια αναγκαιότητα για μένα. Μια κίνηση για να μην αυτοκτονήσω ... Τώρα μου έχει περάσει. Δεν θέλω να αυτοκτονήσω, έχω φύγει από αυτό ... Αισθάνομαι ανασφαλής γιατί βγαίνω και μιλάω χωρίς να έχω τίποτα, χωρίς να ανήκω πουθενά ..."
Το 1991 η Κατερίνα Γώγου έλεγε: "Έχω ένα παράπονο ... Άκου το. Ελεύθερος σκοπευτής ήταν ο Νικόλας Άσιμος. Τον δολοφόνησαν. Τον Παύλο Σιδηρόπουλο, το ίδιο. Η μόνη επιζώσα είμαι εγώ ..."
Γεννήθηκε στην Αθήνα. Πήγε στη σχολή θεάτρου του Τάκη Μουζενίδη. Χορό έκανε στις Πράτσικα, Ζουρούδη, Βαρώτη. Έπαιζε με τους θιάσους Ηλιόπουλου, Βίλμας Κύρου, Ρένας Βλαχοπούλου, Γιώργου Κωνσταντίνου κ.α. Έκανε πολλές ταινίες. Παλιά τον "Νόμος 4000", το "Βαρύ πεπόνι", πιο πρόσφατα την "Παραγγελιά", την "Όστρια". Το τελευταίο έργο που έπαιξε στο θέατρο ήταν η "Φιλουμένα Μαρτουράνο", το 1979, με την Έλλη Λαμπέτη.
Στο ίδιο καμαρίνι με την Σαπφώ Νοταρά ντυνότανε για την παράσταση, έπαιζε ρόλους πολλούς στο σινεμά και στο θέατρο, τις πιο πολλές φορές τον ρόλο της υπηρέτριας ή του ατίθασου πλουσιοκόριτσου. Αγαπούσε τη Θεσσαλονίκη το ίδιο με την Αθήνα. Εκεί σε έναν καυγά για αυτήν μαχαιρώθηκε ένα αγόρι.
30 Αυγούστου του 1991. Το 1986 μήνυσε τον Αρκουδέα για άγριο ξυλοδαρμό στο θέατρο Λυκαβηττού από την αστυνομία "είμαστε φτιαγμένοι από εκρήξεις αυτοκτονημένων αστεριών" έλεγε σε μια συνέντευξή της.
Σήμερα στις 3 μ.μ γίνεται η κηδεία της στο Α' Νεκροταφείο. Γράφουν οι εφημερίδες, 7 Οκτωβρίου 1993. Έγραψε βιβλία "Τρία κλικ αριστερά", "Ιδιώνυμο", "Ξύλινο παλτό", "Νόστος", "Ο μήνας των παγωμένων σταφυλιών", το ανέκδοτο "Ρόδον". Ποιήματα. Σκόρπιες, σκληρές, ελληνικές, δικές της εικόνες, μέσα σε ταραχή, αλήθεια και απόσταση θανάτου. Ξένε, άγνωστε διαβάτη αυτού του Νεκροταφείου, εδώ σε αυτό το μνήμα, αναπαύεται η Κατερίνα Γώγου.
Αυτή για την οποία έγραψαν κάποτε πως στην ταινία "Το ξύλο βγήκε από τον παράδεισο" ήταν η πιο ατίθαση μαθήτρια. Ξένε, αυτή η πόλη κάτω, τώρα ξέρει γι’ αυτήν. Τα ανήσυχα παιδιά ξέρουν γι’ αυτήν, πως έκανε μια ροκ εν ρολ αυτοκτονία, άλλη μια ροκ εν ρολ βουτιά”.
To κείμενο αναδημοσιεύεται από την περιοδική έκδοση “Oδός Πανός” (νο.83-84) το Φεβρουάριο του 1986.
Αντί επιλόγου, ένα ποίημα: "Θα 'ρθει καιρός"
Θα 'ρθει καιρός
που θ' αλλάξουν τα πράγματα
να το θυμάσαι Μαρία
θυμάσαι Μαρία στα διαλείμματα
εκείνο το παιχνίδι που τρέχαμε
κρατώντας τη σκυτάλη
Μη βλέπεις εμένα μην κλαις
εσύ είσαι η ελπίδα
Άκου, θα 'ρθει καιρός
που τα παιδιά θα διαλέγουν γονιούς
δε θα βγαίνουν στην τύχη
δεν θα υπάρχουν πόρτες κλειστές
με γερμένους απ' έξω
και τη δουλειά θα τη διαλέγουμε
δε θα 'μαστε άλογα
να μας κοιτάνε στα δόντια
Οι άνθρωποι, σκέψου,
θα μιλάνε με χρώματα
κι άλλοι με νότες
να φυλάξεις μοναχά
σε μια μεγάλη φιάλη με νερό
λέξεις κι έννοιες σαν κι αυτές :
απροσάρμοστοι, καταπίεση,
μοναξιά, τιμή, κέρδος, εξευτελισμός
για το μάθημα της Ιστορίας
Είναι Μαρία, δε θέλω να λέω ψέματα,
δύσκολοι καιροί και θα' ρθουνε κι άλλοι
δε ξέρω, μην περιμένεις κι από μένα πολλά
τόσα έζησα, τόσα έμαθα, τόσα λέω
κι απ' όσα διάβασα ένα κράτησα καλά
Σημασία έχει να παραμένεις άνθρωπος
Θα την αλλάξουμε τη ζωή
...παρ' όλα αυτά Μαρία"
Από την δεύτερη ποιητική συλλογή της Κατερίνας Γώγου, Το ιδιώνυμο.