FOCUS

Σνόουντεν: Ο άνθρωπος που άλλαξε τον κόσμο παραμένει διωκόμενος

Σνόουντεν: Ο άνθρωπος που άλλαξε τον κόσμο παραμένει διωκόμενος
Slaven Vlasic/Getty Images/Ideal Images

Ο Έντουαρντ Σνόουντεν, ο άνθρωπος που αποκάλυψε τον Ιούνιο του 2013 τις μαζικές παρακολουθήσεις της NSA, εντός και εκτός ΗΠΑ, παραμένει διωκόμενος από τις αρχές των ΗΠΑ.

Δικαστήριο της Νορβηγίας απέρριψε το αίτημά του για διασφάλιση ελεύθερης διέλευσης, χωρίς να κινδυνεύει να εκδοθεί στις ΗΠΑ. Ο Σνόουντεν, έχει λάβει πρόσκληση προκειμένου να του απονεμηθεί βραβείο για την ελευθερία του λόγου, σε τελετή απονομής από τη νορβηγική ένωση συγγραφέων PEN International. Όμως, ο Σνόουντεν παραμένει αμφιλεγόμενος· για πολλούς αποτελεί τον «Προμηθέα» του ψηφιακού κόσμου, ενώ για την αμερικανική κυβέρνηση και άλλους, είναι παράνομος και προδότης, ένας άνθρωπος που «προκάλεσε μεγαλύτερη ζημιά παρά οφέλη με τις αποκαλύψεις του», όπως δήλωνε στις 3 Ιουλίου 2013 ο Γενικός Γραμματέας του ΟΗΕ, Μπαν Kι Μουν.

Ο 32χρονος Αμερικανός, ο οποίος διώκεται από τις αρχές των ΗΠΑ για κατασκοπεία, προσέφυγε στη Ρωσία το 2013 και η Μόσχα του έχει χορηγήσει πολιτικό άσυλο. Οι κατηγορίες που αντιμετωπίζει επισύρουν ποινή κάθειρξης 30 ετών στην πατρίδα του. Η δικαστική απόφαση της Νορβηγίας αποτέλεσε μία ακόμη υπενθύμιση στον πρώην συνεργάτη της NSA ότι η χώρα του συνεχίζει να επιδιώκει την παραδειγματική τιμωρία του μετά τις αποκαλύψεις που έκανε για τον τρόπο με τον οποίο οι μυστικές υπηρεσίες των ΗΠΑ παρακολουθούσαν τηλεφωνικές συνομιλίες και επικοινωνίες Αμερικανών πολιτών, διεθνών κέντρων αποφάσεων, το κινητό της Γερμανίδας καγκελαρίου και άλλων Ευρωπαίων ηγετών. Ο κατάλογος παραμένει ατελείωτος, καθώς, μόλις στις 16 Μαΐου 2016, δόθηκαν στη δημοσιότητα το σύνολο των αρχείων του πρώην συμβούλου της NSA, τα οποία αποδεικνύουν το μέγεθος και τις μεθόδους παρακολούθησης των μυστικών υπηρεσιών των ΗΠΑ.

Ο αμερικανικός ενημερωτικός ιστότοπος «The Intercept» - που δημιουργήθηκε από τον Γκλεν Γκρίνγουολντ με τη χρηματοδότηση του δημιουργού του ebay, Πιερ Ομιντιάρ - ανακοίνωσε την διάθεση των αρχείων του Σνόουντεν αναφέροντας πως «θα προσκαλέσει δημοσιογράφους, και από ΜΜΕ του εξωτερικού, να συνεργαστούν μαζί του για να εξερευνήσουν το σύνολο των αρχείων του Σνόουντεν».


«Αφότου ξεκινήσαμε την κάλυψή μας για τα αρχεία αυτά, ένα από τα στοιχεία της προσέγγισής μας είναι να εργαζόμαστε σε συνεργασία με άλλα μέσα ενημέρωσης, αμερικανικά ή ξένα, και όχι να προσπαθούμε να κρατήσουμε όλο αυτό το υλικό για εμάς», εξήγησε ο Γκρίνγουολντ, επικεφαλής του Intercept.

Το «πέταγμα» του Σνόουντεν στο Χονγκ Κονγκ που προκάλεσε «θύελλα» στο Λ. Οίκο

Το κλασικό παράδειγμα της Θεωρίας του Χάους βρήκε υποδειγματική εφαρμογή στην υπόθεση Σνόουντεν. Η Αμερικανίδα ακτιβίστρια και δημιουργός ντοκιμαντέρ, Λόρα Πόιτρας και ο ανεξάρτητος δημοσιογράφος και συνεργαζόμενος με την εφημερίδα Guardian, Γκλεν Γκρίνγουολντ, ήταν οι άνθρωποι που ήρθε σε επαφή ο Σνόουντεν, αφού πήρε την απόφαση να προχωρήσει στις αποκαλύψεις του. Το Μάιο του 2013 ο πρώην συνεργάτης της NSA συναντά στο δωμάτιο του ξενοδοχείου που διέμενε στο Χονγκ Κονγκ, την Πόιτρας και τον Γκρίνγουολντ, μαζί με τον «απεσταλμένο» της Guardian, Ewen MacAskill, ένα έμπειρο δημοσιογράφο που ζήτησε η εφημερίδα να είναι παρών.

Όπως αποκάλυψε ο Γκλεν Γκρίνγουολντ στο βιβλίο του “No place to hide”, «όταν έβαλε το κινητό μου μέσα στο ψυγείο, ο Σνόουντεν πήρε τα μαξιλάρια από το κρεβάτι και τα έβαλε στην χαραμάδα της πόρτας. ‘Αυτό είναι για όσους περνούν στο διάδρομο’, μας εξήγησε». Ο Σνόουντεν δίνει συνέντευξη στον Γκρινγουόλντ και εξηγεί γιατί διέρρευσε τα αρχεία περί μαζικής παρακολούθησης των αμερικανικών αρχών. Η βιντεοσκοπημένη συνέντευξη ξεκινάει με τη φράση: «Το όνομά μου είναι Εντ Σνόουντεν. Είμαι 29 ετών. Δουλεύω για την Booz Allen Hamilton Inc. ως αναλυτής υποδομών για τη NSA (Υπηρεσία Εθνικής Ασφαλείας των ΗΠΑ) στη Χαβάη».

Ο δημοσιογράφος της εφημερίδας Guardian, τον ρωτά: «Σε ποιες άλλες θέσεις είχες δουλέψει στον τομέα των μυστικών υπηρεσιών;» Εκείνος απαντά: «Έχω υπάρξει μηχανικός συστημάτων, διαχειριστής συστημάτων, ανώτερος σύμβουλος για την CIA, σύμβουλος και υπάλληλος συστημάτων τηλεπικοινωνιών».

Ο Γκρινγουόλντ τον ρωτά: «Ένα από τα πράγματα για τα οποία ο κόσμος θα δείξει το μεγαλύτερο ενδιαφέρον είναι στο να προσπαθήσει να σε καταλάβει: Ποιος είσαι και τι σκέφτεσαι; Υπήρξε κάποιο σημείο που ξεπέρασες το όριο από την απλή σκέψη του να γίνεις πληροφοριοδότης ως το σημείο να πάρεις την απόφαση να γίνεις στην πραγματικότητα ένας; Περίγραψε στον κόσμο αυτή τη διαδικασία λήψης της απόφασης»
Ο Σνόουντεν απαντά: «Όταν είσαι σε θέσεις προνομιακής πρόσβασης, όπως διαχειριστής συστημάτων σε τέτοιου είδους υπηρεσίες πληροφοριών, είσαι εκτεθειμένος σε πολύ περισσότερες πληροφορίες σε ευρύτερη κλίμακα από ό, τι ένας κανονικός υπάλληλος. Και εξαιτίας αυτού, βλέπεις πράγματα που μπορούν να σε ταράξουν. Όμως, κατά τη διάρκεια της καριέρας ενός κανονικού υπαλλήλου, θα βρισκόταν κανείς αντιμέτωπος με μία ή δύο τέτοιες περιστάσεις. Όταν βλέπεις τα πάντα, τα βλέπεις όλο και συχνότερα και αναγνωρίζεις ότι κάποια από αυτά τα πράγματα συνιστούν στην πραγματικότητα παραβάσεις. Και όταν μιλάς σε άλλους γι’ αυτά σε ένα μέρος σαν αυτό, όπου αυτή είναι η καθημερινή φυσιολογική κατάσταση, αυτοί έχουν την τάση να μην σε παίρνουν στα σοβαρά και, ξέρεις, να σε προσπερνούν. Αλλά με τον καιρό αυτή η γνώση για τις παραβιάσεις κατά κάποιο τρόπο συσσωρεύεται και νιώθεις υποχρεωμένος να μιλήσεις σε κάποιον γι’ αυτό. Και όσο περισσότερο μιλάς γι’ αυτό, τόσο περισσότερο σε αγνοούν, σου λένε ότι δεν είναι πρόβλημα, έως ότου τελικά συνειδητοποιείς ότι ο λαός είναι αυτός που πρέπει να αποφασίζει για αυτές τις υποθέσεις και όχι κάποιος που απλώς διορίστηκε από την κυβέρνηση».

Αιτιολογώντας την απόφασή του για τις αποκαλύψεις αναφέρει στη βιντεοσκοπημένη συνέντευξη: «Δεν θέλω να ζήσω σε μια κοινωνία που κάνει αυτού του είδους τα πράγματα... Δεν θέλω να ζήσω σε έναν κόσμο όπου τα πάντα που κάνουν και λένε καταγράφονται. Αυτό δεν είναι κάτι που είμαι πρόθυμος να υποστηρίξω ή να ζήσω με αυτό».

«Η NSA έχει δημιουργήσει μια υποδομή που της επιτρέπει να παρακολουθεί σχεδόν τα πάντα. Με αυτή την ικανότητα, η συντριπτική πλειοψηφία των ανθρώπινων επικοινωνιών αυτόματα είναι σε στόχευση. Αν ήθελα να δω τα email σας ή το τηλέφωνο της συζύγου σας, το μόνο που έχω να κάνω είναι να χρησιμοποιήσω τις παρακολουθήσεις. Μπορώ να αποκτήσω “εισιτήριο” για τα μηνύματα ηλεκτρονικού ταχυδρομείου, τους κωδικούς πρόσβασης, τα αρχεία τηλεφώνου, τις πιστωτικές κάρτες», είπε ο Εντουαρντ Σνόουντεν.

Ο 29χρονος είπε ακόμη ότι έφυγε από τη Χαβάη όπου εργαζόταν, εγκαταλείποντας τη φίλη του χωρίς να της τίποτα. «Ο πρώτος φόβος μου είναι για την οικογένειά μου, τους φίλους μου, τους συνεργάτες μου. Για τον καθένα που έχει σχέση με μένα» είπε. Μαζί της, άφησε πίσω του μισθό περίπου 200.000 το χρόνο και μία φυσιολογική ζωή. Βέβαια, ίσως και να μην την είχε ποτέ.

Σνόουντεν, εσύ, σούπερ σταρ

"Τρέξε. Κρύψου. Ζήσε!". Με αυτά τα τρία ρήματα ο πολιτικοποιημένος και βραβευμένος με Oscar σκηνοθέτης Όλιβερ Στόουν έδωσε στη δημοσιότητα το πρώτο trailer από την πολυαναμενόμενη ταινία του για τον πληροφοριοδότη που δίχασε την Αμερική αλλά και τη Δύση ολόκληρη.
Με γυρίσματα στην Αμερική και το Μόναχο η ταινία του Στόουν βασίζεται σε δύο εκδόσεις: το βιβλίο του δημοσιογράφου Λουκ Χάρντινγκ, The Snowden Files: The Inside Story of the World’s Most Wanted Man (Εκδόσεις Καστανιώτη) και το Time Οf Τhe Octopus του Ανατόλι Κουτσερένα. Για τον σκηνοθέτη, o 32χρονος από τη Βόρεια Καρολίνα δεν είναι τίποτα λιγότερο από ήρωας. Η ταινία μας συστήνει τον Σνόουντεν από την αρχή. Από τις ημέρες που υπηρετούσε στον αμερικανικό στρατό στις μέρες που έτρεξε γα τη ζωή του ζητώντας καταφύγιο. Ο Τζόζεφ Γκόρντον Λέβιτ πρωταγωνιστεί με πλειάδα ηθοποιών να τον πλαισιώνουν (Νίκολας Κέιτζ, Ρις Ιφανς και Τζόελι Ρίτσαρντσον ανάμεσα τους) και το εγχείρημα του Στόουν μοιάζει έτοιμο να διεκδικήσει υποψηφιότητες μετά την πρεμιέρα του στις αίθουσες τον Σεπτέμβριο του 2016.

Είχε προηγηθεί το ντοκιμαντέρ της Λόρα Πόιτρας, «CitizenFour», το οποίο αποτυπώνει τη δική της οπτική για την υπόθεση, ενώ την προσωπική του εμπειρία παρουσιάζει και ο Γκλεν Γκρίνγουολντ στο βιβλίο του «No place to hide».