Βαρυσήμαντη παρέμβαση Στουρνάρα για το μέλλον του ασφαλιστικού συστήματος
«Η οικονομική ασφάλεια μετά τη συνταξιοδότηση δεν πρέπει και δεν μπορεί να παρέχεται από μία και μόνη πηγή», ανέφερε ο Διοικητής της Τράπεζας της Ελλάδος Γιάννης Στουρνάρας μιλώντας στο The Economist First Insurance Forum που πραγματοποιείται στο ξενοδοχείο Αthenaeum Ιntercontinental, προσθέτοντας πως το ασφαλιστικό σύστημα παραμένει δαπανηρό και πως τα ταμεία κοινωνικής ασφάλισης, τα συνταξιοδοτικά προγράμματα που παρέχουν οι εργοδότες και οι προσωπικές αποταμιεύσεις είναι όλα τους απαραίτητα για τη βιωσιμότητα του συστήματος.
Ξεκινώντας την ομιλία του με θέμα «Η μεταμόρφωση της Ελλάδος και ο ρόλος του τομέα της ιδιωτικής ασφάλισης: θεματοφύλακες του μέλλοντος;» ο Κεντρικός Τραπεζίτης υπογράμμισε πως η Ελλάδα δεν έχει κατορθώσει να επιστρέψει σε διατηρήσιμη ανάπτυξη και απαραίτητη προϋπόθεση για αυτό είναι η ολοκλήρωση της δεύτερης αξιολόγησης, χωρίς άλλη καθυστέρηση, και η συνεπής και αποφασιστική εφαρμογή του προγράμματος.
Ο κ. Στουρνάρας τόνισε πως οι ασφαλιστικές μεταρρυθμίσεις του 2010 και του 2012 αναμενόταν να οδηγήσουν σε σημαντική διόρθωση της οικονομικής πορείας του συστήματος κοινωνικής ασφάλισης με μείωση της προβλεπόμενης αύξησης των συνταξιοδοτικών δαπανών για την περίοδο 2010-2060 από 12,5% του ΑΕΠ σε μόλις 1,3% of ΑΕΠ.
Ειδικότερα, το ακαθάριστο ποσοστό αναπλήρωσης αναμενόταν να μειωθεί από 64% έως 49% για τις κύριες συντάξεις και από 15% έως 8% για τις επικουρικές συντάξεις κατά την περίοδο 2014-2060. Ωστόσο, σημείωσε πως κρίνοντας εκ του αποτελέσματος, αυτές οι μεταρρυθμίσεις δεν εφαρμόστηκαν πιστά, καθως ο ενιαίος τύπος υπολογισμού για τις κύριες συντάξεις και ο κανόνας μηδενικού ελλείμματος των επικουρικών ταμείων δεν εφαρμόστηκαν όπως είχε σχεδιαστεί. Προσέθεσε δε πως οι μειώσεις των συντάξεων που αναμενόταν να οδηγήσουν σε ακαθάριστη εξοικονόμηση δαπανών ύψους 2¼% του ΑΕΠ κρίθηκαν αντισυνταγματικές με απόφαση του Συμβουλίου της Επικρατείας το 2015.
Αυτές οι πιέσεις επί των δαπανών, σε συνδυασμό με τη μείωση των εσόδων από εισφορές λόγω της υψηλής ανεργίας, δημιούργησαν πιεστικά χρηματοδοτικά προβλήματα στο σύστημα, καθιστώντας αναγκαίες σημαντικές ετήσιες μεταβιβάσεις από τον κρατικό προϋπολογισμό. Σύμφωνα με την Eurostat, οι συνολικές μεταβιβάσεις προς τα ταμεία κοινωνικής ασφάλισης από άλλους τομείς της γενικής κυβέρνησης ανήλθαν σε 7,1% του ΑΕΠ το 2015, έναντι 3,3% του ΑΕΠ κατά μέσο όρο στη ζώνη του ευρώ, είπε ο κ. Στουρνάρας.
Ο ίδιος ανέφερε πως το ασφαλιστικό σύστημα παραμένει δαπανηρό και επικαλέστηκε την Εισηγητική Έκθεση του Προϋπολογισμού 2017, σύμφωνα με την οποία οι μεταβιβάσεις από τον κρατικό προϋπολογισμό προς τα ασφαλιστικά ταμεία (ΕΦΚΑ) ανήλθαν σε 7,6% του ΑΕΠ το 2016 και αναμένεται να φθάσουν το 9,9% του ΑΕΠ το 2017, καθώς οι συντάξεις του Δημοσίου παρέχονται πλέον και αυτές από τον ΕΦΚΑ. «Αυτό ισοδυναμεί με περισσότερο από το ένα τρίτο των δαπανών του τακτικού προϋπολογισμού το 2017», σημείωσε με έμφαση.
Υπογράμμισε δε ότι αυτά τα εκτιμώμενα μεγέθη ενδέχεται στην πραγματικότητα να διαμορφωθούν ακόμη υψηλότερα, καθώς υπάρχει σήμερα ένας σημαντικός αριθμός συνταξιούχων προς τους οποίους η καταβολή της σύνταξης εκκρεμεί, κάτι που δεν έχει ληφθεί υπόψη στις προβολές και η είσπραξη των εσόδων του ΕΦΚΑ μέχρι τώρα αντιμετωπίζει πολλές προκλήσεις και εκτιμάται ότι θα υπάρξει υστέρηση σε σχέση με το στόχο για το 2017.
«Αυτές οι δημοσιονομικές πιέσεις μπορεί να καταστεί αναγκαίο να μετριαστούν μέσω αναπροσαρμογών σε ορισμένες συντάξεις», τόνισε ο κ. Στουρνάρας προσθέτοντας πως ορισμένες συνταξιοδοτικές παροχές στην Ελλάδα παραμένουν σχετικά γενναιόδωρες, με βάση τόσο τα ελληνικά όσο και τα διεθνή δεδομένα. Ειδικότερα τόνισε πως :
• Σε αρκετές περιπτώσεις, οι συνταξιοδοτικές παροχές είναι υψηλές σε σχέση με τις αντίστοιχες εισφορές που έχουν καταβληθεί. Πρόσφατη ερευνητική εργασία που εκπονήθηκε από την Ομάδα Ανάλυσης Δημόσιας Πολιτικής του Οικονομικού Πανεπιστημίου Αθηνών δείχνει ότι πριν από τις διάφορες περικοπές στις συντάξεις που νομοθετήθηκαν την περίοδο 2010-2013, κατά μέσο όρο 50,7% των συντάξεων του ΙΚΑ χρηματοδοτήθηκε από εισφορές, ενώ το υπόλοιπο 49,3% καλύφθηκε με κοινωνικές μεταβιβάσεις, ουσιαστικά δηλαδή με κρατική επιχορήγηση. Λαμβάνοντας υπόψη τις περικοπές της περιόδου 2010-2013, η κρατική επιχορήγηση μειώνεται στο 35,8%.
• Η σχετική γενναιοδωρία του συστήματος αντανακλάται επίσης στα υψηλά ακαθάριστα ποσοστά αναπλήρωσης σε σύγκριση με άλλες ευρωπαϊκές χώρες. Το ακαθάριστο ποσοστό αναπλήρωσης ήταν περίπου 81% στο τέλος του 2013, το υψηλότερο στη ζώνη του ευρώ και σχεδόν 30 ποσοστιαίες μονάδες υψηλότερο από το μέσο όρο της ζώνης του ευρώ.
• Στοιχεία που δημοσίευσε πιο πρόσφατα η Eurostat έδειξαν ότι το 2014 οι δαπάνες για τις συντάξεις γήρατος στην Ελλάδα είναι οι υψηλότερες μεταξύ των χωρών της ΕΕ (13,3% του ΑΕΠ έναντι μέσου όρου 9,8% του ΑΕΠ στην ΕΕ-28).
• Ενώ οι μεταρρυθμίσεις του 2015 και του 2016 είχαν επιχειρήσει να περιορίσουν περαιτέρω τις συνταξιοδοτικές παροχές, προέβλεπαν εξαίρεση των ήδη συνταξιούχων μέχρι τον Ιούλιο του 2018. Ως εκ τούτου, το βάρος της δημοσιονομικής προσαρμογής που προκύπτει από τις τελευταίες μεταρρυθμίσεις επωμίστηκαν οι νέες γενιές συνταξιούχων με περισσότερα έτη υπηρεσίας, με αποτέλεσμα να επιδεινώνεται η σχέση παροχών-εισφορών και να δημιουργούνται ζητήματα δικαιοσύνης μεταξύ των γενεών.
Ο Διοικητής τόνισε πως το σύστημα δεν μπορεί πλέον να αυτοχρηματοδοτηθεί μέσω αύξησης των εισφορών και πως οι υψηλές εισφορές κοινωνικής ασφάλισης αυξάνουν τη φορολογική επιβάρυνση της εργασίας και οδηγούν σε μείωση του ΑΕΠ μεσοπρόθεσμα.
«Αυτό το πλαίσιο εκτυλισσόμενων περικοπών στις συντάξεις δείχνει ότι ένα επαρκές και, ταυτόχρονα, βιώσιμο «αμιγώς κοινωνικοασφαλιστικό» σύστημα δεν είναι οικονομικά εφικτό υπό τις παρούσες συνθήκες στην Ελλάδα», είπε και προσέθεσε πως η οικειοποίηση των μεταρρυθμιστικών προσπαθειών είναι δύσκολη, αλλά μπορεί να ενισχυθεί με πολιτικές που αυξάνουν το εισόδημα των συνταξιούχων στο μέλλον, παρέχοντας έτσι ένα κατάλληλο κοινωνικό δίχτυ ασφαλείας και μετριάζοντας τις κοινωνικοπολιτικές αντιδράσεις ή τον κίνδυνο αντιστροφής των μεταρρυθμίσεων.
Ο κ. Στουρνάρας υπογράμμισε πως για να δημιουργηθεί ένα ολοκληρωμένο σύστημα, όλοι οι ενδιαφερόμενοι θα πρέπει να κατανοήσουν τους ρόλους τους. Όπως εξήγησε το κράτος δεν θα πρέπει να επιμένει να διατηρεί το μονοπώλιο των συνταξιοδοτικών παροχών, οι εργοδότες θα πρέπει να πάψουν να παρερμηνεύουν το ρόλο τους και θα πρέπει να κατανοήσουν ότι οφείλουν να παρέχουν ασφάλεια στους υπαλλήλους τους όχι μόνο κατά τη διάρκεια της απασχόλησής τους, αλλά και πέραν αυτής και κυρίως μετά τη συνταξιοδότησή τους, και οι πολίτες δεν θα πρέπει να ξεχνούν το ρόλο που διαδραματίζουν οι προσωπικές αποταμιεύσεις τους για τη δική τους οικονομική ασφάλεια μετά τη συνταξιοδότηση.
«Αναμφίβολα, το κράτος πρέπει να μεριμνά για την προστασία των πολιτών του. Αλλά η πατερναλιστική στήριξη προς τους πολίτες που έχουν ανάγκη θα πρέπει να παρέχεται με τρόπο που να προστατεύει τους φορολογούμενους. Ένας από τους πιο αποτελεσματικούς τρόπους για να επιτευχθεί αυτό είναι η δημιουργία μιας επαρκώς ρυθμιζόμενης αγοράς ιδιωτικής ασφάλισης για αυτούς τους κινδύνους, στην οποία η συμμετοχή θα είναι υποχρεωτική», ανέφερε ο Διοικητής της Τράπεζας της Ελλάδος.