ΠΟΛΙΤΙΚΗ

Τηλεοπτικές άδειες: Η μητέρα των μαχών στο ΣτΕ

Τηλεοπτικές άδειες: Η μητέρα των μαχών στο ΣτΕ

Όλα τα βλέμματα στρέφονται σήμερα στη συνεδρίαση του Συμβουλίου της Επικρατείας, όπου αναμένεται να δοθεί μια τελική απάντηση για τη συνταγματικότητα του νόμου Παππά για τις τηλεοπτικές άδειες.

Η προηγούμενη διάσκεψη της ολομέλειας του ανώτατου διοικητικού δικαστηρίου πραγματοποιήθηκε τη Δευτέρα και ολοκληρώθηκε χωρίς αποτέλεσμα. Οι τέσσερις ώρες που διήρκεσε δεν έφτασε ώστε να αναπτύξουν όλοι οι σύμβουλοι τα επιχειρήματά τους, κάτι που αναμένεται να συμβεί σήμερα.

Αναπτύσσοντας τα επιχειρήματά του επί του ζητήματος, ο Γιώργος Παπαγεωργίου εισηγήθηκε για την ουσία της υπόθεσης και, όπως ανέφεραν πηγές, πρότεινε να κριθεί συνταγματικός ο Νόμος 4339/2015, με τον οποίο παρακάμφθηκε το ΕΣΡ για τη διαδικασία χορήγησης των τηλεοπτικών αδειών. Τα μέλη της ολομέλειας εστιάζουν σε δύο παραμέτρους της υπόθεσης: αφενός τις αρμοδιότητες του Εθνικού Ραδιοτηλεοπτικού Συμβουλίου και αφετέρου τον περιορισμό των νέων τηλεοπτικών αδειών σε τέσσερις. Νομικοί κύκλοι εκτιμούν ότι το ΣτΕ θα αναζητήσει μία συμβιβαστική πρόταση.

Πάνω στα δύο ζητήματα αναπτύσσετα σφοδρή κριτική από την αξιωματική αντιπολίτευση και τους τηλεοπτικούς σταθμούς, που υποστηρίζουν ότι αφενός είναι αντισυνταγματική η μεταβίβαση των σχετικών αρμοδιοτήτων αδειοδότησης από το ΣτΕ στον υπουργό Επικρατείας και αφετέρου ότι το ραδιοτηλεοπτικό φάσμα μπορεί να διατηρήσει μεγαλύτερο αριθμό σταθμών πανελλαδικής εμβέλειας.

Η κυβέρνηση επικαλείται για το τελευταίο στοιχεία γύρω από τη βιωσιμότητας της τηλεοπτικής αγοράς, δηλώσεις στελεχών της σημερινής αντιπολίτευσης και, βέβαια, τη γνωμοδότηση του Ευρωπαϊκού Πανεπιστημιακού Ινστιτούτου της Φλωρεντίας. Ως προς το ζήτημα του ΕΣΡ απαντά ότι δεν είχε άλλη επιλογή από τη στιγμή που η Νέα Δημοκρατία δεν συναινούσε στην επανασύσταση του Συμβουλίου μετά τη λήξη της θητείας των εννέα μελών του. Για την επανασύσταση της συνταγματικά κατοχυρωμένης ανεξάρτητης αρχής, η οποία κατά το παρελθόν προχώρησε σε αμφιλεγόμενες αποφάσεις, απαιτείται πλειοψηφία τεσσάρων πέμπτων στη διάσκεψη των προέδρων της Βουλής.

Με κάθε τρόπο η Νέα Δημοκρατία διαμηνύει στην κυβέρνηση πως θα συναινέσει μόνο αν αποσυρθεί ο νόμος Παππά, απαίτηση που στο Μαξίμου χαρακτηρίζουν ως εκβιασμό της εκλεγμένης κυβέρνησης. Χαρακτηριστικές ήταν οι πρόσφατες τοποθετήσεις τόσο του πρωθυπουργού Αλέξη Τσίπρα όσο και του Νίκου Παππά.

Ο μεν πρώτος δήλωσε στην Πολιτική Γραμματεία του ΣΥΡΙΖΑ:

Κάποιοι ίσως να πιστεύουν ότι οι κυβερνήσεις πέφτουν από δικαστικές αποφάσεις. Τις κυβερνήσεις, όμως, τις εκλέγει ο λαός και τις κρίνει μόνο ο λαός. Το διακύβευμα, λοιπόν, δεν είναι απλώς η ερμηνεία του Συντάγματος, αλλά κάτι πολύ βαθύτερο: αν η εκλεγμένη από το λαό κοινοβουλευτική πλειοψηφία έχει δικαίωμα να ρυθμίσει το χάος του ραδιοτηλεοπτικού τοπίου, ή αν τα ιδιωτικά συμφέροντα είναι υπεράνω της Δημοκρατίας.

Από την πλευρά του ο Νίκος Παππάς ανέφερε ότι «δεν μπορούν τα δικαστήρια να συντάσουν διατάξεις και να γράφουν τους νόμους», επαναλαμβάνοντας ωστόσο όσα είπε σε δελτίο ειδήσεων την περασμένη εβδομάδα πως η κυβέρνηση θα σεβαστεί την απόαση του ανώτατου διοικητικού δικαστηρίου και πως, σε περίπτωση που ο νόμος κηρυχθεί αντισυνταγματικός, αυτός θα αποσυρθεί. Η τελευταία πρόβλεψη ήταν και η πιο ανοιχτή τοποθέτηση της κυβέρνησης γύρω από το τι θα κάνει σε περίπτωση που ο νόμος κηρυχθεί αντισυνταγματικός.

pappas

Όλο το προηγούμενο διάστημα, το αντικυβερνητικό μέτωπο προέβαλλε το ζήτημα ως ζήτημα σεβασμού της Δικαιοσύνης, κατηγορώντας την κυβέρνηση για παρεμβάσεις στο έργο της.

Σε αυτό συνέβαλλαν η αναβολή της πρώτης προγραμματισμένης συνδερίασης του ΣτΕ στις αρχές του μήνα, μια προσωπική υπόθεση του αντιπροέδρου του δικαστηρίου –η οποία αναδείχθηκε ξαφνικά και περιέργως στο δημόσιο βήμα, εξέλιξη για την οποία η κυβέρνηση κατέστη υπόλογη στα βραδινά δελτία–, καθώς και η ολοκληρωτική σύγκρουση ανάμεσα σε κυβέρνηση και αντιπολίτευση που έχει ξεσπάσει για τα ζητήματα διαφθοράς και διαπλοκής.

Ιδιαίτερα ως προς αυτό το τελευταίο, οι πάντες γνωρίζουν πως, ανεξαρτήτως πολιτικού προγράμματος, η κυριαρχία της μιας ή της άλλης αφήγησης για τη φύση και τα πρόσωπα της διαπλοκής είναι αυτή που δίνει το απαραίτητο ηθικό πλεονέκτημα απέναντι στα μάτια των ψηφοφόρων.

Αναμφίβολα, η κορύφωση της έντασης εκτυλίχθηκε γύρω από το πρόσωπο του Χρήστου Καλογρίτσα, ο γιος του οποίου υπήρξε ένας εκ των τεσσάρων υπερθεματιστών στο διαγωνισμό που διεξήχθη στην Γενική Γραμματεία Ενημέρωσης και Επικοινωνίας. Με βάση διαρροές στον Τύπο γύρω από πόρισμα της Τράπεζας της Ελλάδος για την Τράπεζα Αττική αμφισβητήθηκε η βιωσιμότητα της πρότασης Καλογρίτσα.

Πιεσμένη από τις συνεχείς υπενθυμίσεις εκ μέρους του Μαξίμου για τη Siemens και για τον δυσθεώρητο τραπεζικό δανεισμό των κομμάτων εξουσίας τα προηγούμενα χρόνια, η ΝΔ έδωσε ολομέτωπο και αποφασισμένο αγώνα για αποδομήσει την κυβέρνηση.

Ο όρος «νέα διαπλοκή» έκανε την εμφάνισή του στο δημόσιο λόγο, παράλληλα με τις διαρκείς αναφορές στην τύχη των εργαζομένων των καναλιών που δεν θα λάμβαναν άδεια. Παρά τα στοιχεία κυνισμού που έχει ο όρος αυτός, όπως αποδέχεται την ύπαρξη «παλιάς», η κυβέρνηση δέχτηκε ισχυρό πλήγμα, ανήμπορη να διαχειριστεί ταυτόχρονα την πολυμέτωπη επίθεση που δεχόταν εν μέσω διαπραγματεύσεων για ένα ζήτημα που έως τότε αποτελούσε προνομιακό της πεδίο και παρά το γεγονός πως η Τράπεζα Αττικής ήταν μια υπόθεση με προεκτάσεις και παρελθόν στην πλευρά των πολιτικών της αντιπάλων.

kalogritsas

Η απόσυρση, τελικά, της πλευράς Καλογρίτσα που δεν κατέβαλε την προκαταβολή της πρώτης δόσης του τελικού τιμήματος πανηγυρίστηκε από την αντιπολίτευση ως ξεκάθαρη απόδειξη των νέων σχέσεων διαπλοκής που προωθεί η κυβέρνηση των ΣΥΡΙΖΑ-ΑΝΕΛ και τις οποίες απέτρεψαν οι αποκαλύψεις για την κατάσταση των επιχειρήσεων του υπερθεματιστή στο πόρισμα· που δεν έχει ακόμα δημοσιευτεί.

Γύρω από την κρίσιμη απόφαση του ΣτΕ για τις τηλεοπτικές άδειες έχει εκτυλιχθεί ένα πρωτοφανές σε ένταση παρασκήνιο που δεν περιορίζεται απλώς στη διαχείριση, κριτική και κρίση ενός νόμου. Συνδέεται, παράλληλα, με τον αναμενόμενο πρώτο ανασχηματισμό της κυβέρνησης και δεν παύει να αναγιγνώσκεται υπό ένα ευρύτερο πρίσμα που εξετάζει κατά πόσο οι κυβερνητικές επιλογές συμβαδίζουν με τη λαϊκή εντολή και κατά πόσο η κυβέρνηση διατηρεί το όποιο ηθικό της πλεονέκτημα απέναντι στους πολιτικούς της αντιπάλους.

Ως εκ τούτου η έκβαση της υπόθεσης, που αρχικά εκλήφθηκε ως επιτυχία της κυβέρνησης, αλλά στη συνέχεια εξελίχθηκε σε επικοινωνιακή ήττα, αποτελεί βαρόμετρο για την αντοχή της ίδιας της κυβέρνησης Τσίπρα, για την οποία οι δημοσκοπήσεις που διενεργούνται δείχνουν ότι έχει απωλέσει την υποστήριξη μεγάλου μέρους των ψηφοφόρων του ΣΥΡΙΖΑ.

Από εκεί και ύστερα, το ημερολόγιο καταγράφει διάφορες στιγμές στην κλιμάκωση και αποκλιμάκωση της υπόθεσης «τηλεοπτικές άδειες», όπου οι παίκτες ζυγίζουν κάθε φορά τα χαρτιά τους απέναντι στα δεδομένα που διαρκώς αλλάζουν, όπως είναι φυσικό σε ένα τόσο ρευστό πολιτικό σκηνικό και, κυρίως, σε μια τόσο οριακή οικονομική πραγματικότητα.

Τη Δευτέρα, είχε αναβληθεί η προγραμματισμένη για χτες συνεδρίαση της επιτροπής Θεσμών και Διαφάνειας, όπου είχαν κληθεί προς ακρόαση οι τέσσερις υπερθεματιστές του διαγωνισμού για τις τηλεοπτικές άδειες, κάτι που ερμηνεύτηκε ως στάση αναμονής απέναντι στην όποια απόφαση του ΣτΕ.

Στις 18 Οκτωβρίου πραγματοποιήθηκε η τρίτη κατά σειρά διάσκεψη της ολομέλειας, παρά τα όσα ακούγονταν το προηγούμενο βράδυ για ενδεχόμενη αναβολή της. Αυτό προέκυψε όταν έγινε γνωστό πως δικαστής που θα συμμετείχε υπέστη έμφραγμα και νοσηλευόταν σε εντατική μονάδα, ενώ άλλος σύμβουλος έγινε γνωστό ότι βρίσκεται σε αναρρωτική άδεια. Τα παραπάνω προστέθηκαν στο γεγονός ότι ο υπουργός Δικαιοσύνης είχε διατάξει διενέργεια πειθαρχικού ελέγχου μεσούστης της διαδικασίας, κατόπιν δημοσιευμάτων, δηλώσεων και διαρροών στον ηλεκτρονικό Τύπο που έφεραν δικαστή να έχει επιδείξει προσωπικό ενδιαφέρον για υποψήφια της Εθνικής Σχολής Δικαστών πριν από χρόνια. Η δημοσιοποίηση της υπόθεσης και η συνακόλουθη κίνηση του υπουργού Δικαιοσύνης να διενεργήσει έλεγχο προκάλεσε αρνητικά σχόλια από την πλευρά της ΝΔ, αλλά και τις ενώσεις των δικαστικών.

Τελικά, το ΣτΕ αποφάσισε κατά πλειοψηφία πως έχει τη δικαιοδοσία να εξετάσει εάν ο νόμος Παππά είναι συνταγματικός ή όχι, απόφαση που ελήφθη με ευρεία πλειοψηφία 16 υπέρ και 9 κατά και η οποία προβλήθηκε ως ήττα της κυβέρνησης.

Πριν δε απο είκοσι ημέρες, η υπόθεση των τηλεοπτικών αδειών εκτυλισσόταν πάλι σε σχέση με το ΣτΕ και, ειδικότερα, με τον πρόεδρό του Νίκο Σακκελαρίου. «Το δικαστήριο και οι δικαστικοί λειτουργοί του ΣτΕ δεν χειραγωγούνται από τους διαδίκους, ούτε χρησιμοποιούνται ως όχημα ικανοποίησης πολιτικών επιδιώξεων», τόνισε ο ανώτατος δικαστικός, μετά από τη συνάντηση των προέδρων των ανωτάτων δικασηρίων με τον πρωθυπουργό στο Μέγαρο Μαξίμου.

STE1

Πολλοί θεώρησαν ότι ο πρόεδρος του ΣτΕ άφηνε υπονοούμενα για τη στάση μελών του δικαστηρίου, έχοντας προηγουμένως μπει ο ίδιος στο μάτι του κυκλώνα εξαιτίας της ανακοίνωσης αναβολής της πρώτης συνεδρίασης της Τετάρτη 5 Οκτωβρίου, ύστερα από δική του πρόταση, εξαιτίας του δημόσιου κλίματος.Εν όψει του κλίματος, το οποίο επιχειρείται να διαμορφωθεί τις τελευταίες, ιδίως, ημέρες από δημόσιες τοποθετήσεις και εκδηλώσεις ως προς την έκβαση της διασκέψεως της Ολομελείας του Συμβουλίου της Επικρατείας για τις εκκρεμείς ενώπιον του Δικαστηρίου υποθέσεις των τηλεοπτικών αδειών, ο Πρόεδρος του Συμβουλίου της Επικρατείας έκρινε ότι πρέπει να ματαιωθεί η προγραμματισθείσα (από 13/9/2016) για σήμερα διάσκεψη επί των υποθέσεων αυτών.

Η απόφαση εκείνη αναβολής είχε οδηγήσει στην παραίτηση δύο αντιπροέδρων από το συνδικαλιστικό τους όργανα, οι οποίοι με δημόσια ανακοίνωσή τους έθεταν ζήτημα ανεξάρτητης λειτουργίας της δικαιοσύνης. Οι δύο δικαστικοί λειτουργοί, που στις περισσότερες αναγγελίες της είδησης εμφανίζονταν να παραιτούνται από το ΣτΕ και όχι από τις συνδικαλιστικές τους θέσεις, έκαναν λόγο για «αρνησιδικία» και για μετατροπή της Ένωσης Δικαστών σε «γραφείο Τύπου» του προέδρου του ΣτΕ.

Αν ο Σεπτέμβριος ήταν ο μήνας των τηλεοπτικών αδειών, ο Οκτώβριος ανήκει αναμφίβολα στο Συμβούλιο της Επικρατείας, σε έναν συνδυσμό τηλεόρασης και δικαιοσύνης που δεν είχε συνδυαστεί πότε με τέτοια αμεσότητα και που κατά πάσα πιθανότητα θα ορίσει τον Νοέμβριο ως μήνα της κυβέρνησης· ενδεχομένως και της απουσίας αυτής.