ΟΙΚΟΝΟΜΙΑ

Αμετακίνητο μέχρι τέλους το ΔΝΤ - Τί αναφέρει στην επιστολή της η Λαγκάρντ

Αμετακίνητο μέχρι τέλους το ΔΝΤ - Τί αναφέρει στην επιστολή της η Λαγκάρντ
REUTERS/Jonathan Ernst

Σε κρίσιμο σταυροδρόμι πως μπαίνει  το ελληνικό ζήτημα ενώ εντείνεται το παρασκήνιο γύρω από το Eurogroup της Δευτέρας 9 Μαΐου.

Η εμμονή του ΔΝΤ για θεσμοθέτηση των προληπτικών μέτρων αλλά και ελάφρυνση του χρέους επικυρώθηκε από την επιστολή της Κριστίν Λαγκάρντ προς τους υπουργούς Οικονομικών της Ευρωζώνης, δημιουργώντας εμπόδια και στην Αθήνα και στην Ε.Ε.

Στην ίδια επιστολή η διευθύντρια του ΔΝΤ αναφέρει πως δεν είναι επαρκής ο μηχανισμός έκτακτης ανάγκης που έχει προτείνει η ελληνική πλευρά. «Με βάση την προηγούμενη εμπειρία, τέτοια μέτρα δεν είναι πολύ αξιόπιστα, αλλά είναι επίσης ανεπιθύμητα, καθώς ενισχύουν την αβεβαιότητα και αδυνατούν να επιλύσουν τις υποκείμενες ανισορροπίες.Πιστεύουμε ότι τα εξειδικευμένα μέτρα (οικονομική μεταρρύθμιση), η αναδιάρθρωση του χρέους και η χρηματοδότηση πρέπει να συζητηθούν ταυτόχρονα», αναφέρει στην επιστολή της η Λαγκάρντ.

Ενδεικτικό των αντιδράσεων που προκάλεσε η επιστολή Λαγκάρντ είναι δημοσίευμα της γερμανικής εφημερίδας Sueddeutsche Ζeitung που κάνει λόγο για τελεσίγραφο από την πλευρά του ΔΝΤ προς το Βερολίνο.

«Η επιστολή Λαγκάρντ ανατρέπει τα ως τώρα δεδομένα και τερματίζει την ατελέσφορη συζήτηση για τα μέτρα κάβα», αναφέρει η γερμανική εφημερίδα. «Πρόκειται για τη χειρότερη δυνατή (πολιτική) συγκυρία για τον Βόλφγκανγκ Σόιμπλε, συγκυρία η οποία δεν του επιτρέπει παραχωρήσεις στο θέμα του χρέους» σχολιάζει ακόμη η SZ.

Επιπλέον, το ΔΝΤ συνεχίζει να αμφισβητεί την ρεαλιστικότητα των στόχων της συμφωνίας που έχει δεχτεί η Αθήνα, ειδικά όσον αφορά το ζήτημα των πρωτογενών πλεονασμάτων. Χαρακτηριστικό απόσπασμα που δείχνει την διαφορετική αντίληψη ανάμεσα στην Ελλάδα και το ΔΝΤ είναι το εξής: «Δεν πιστεύουμε ότι είναι πιθανό να επιτευχθεί 3,5% πλεόνασμα (το 2018) αυξάνοντας τους ήδη υψηλούς φόρους σε μια περιορισμένη (φορολογική) βάση, κόβοντας τις προαιρετικές δαπάνες και υπολογίζοντας προσωρινά μέτρα, όπως έχει προταθεί τις τελευταίες εβδομάδες» γράφει χαρακτηριστικά. Προσθέτει δε πως για έναν τέτοιο στόχο τα μοναδικά αξιόπιστα μέτρα είναι οι «εδώ και καιρό καθυστερούμενες μεταρρυθμίσεις στον δημόσιο τομέα, κυρίως στο συνταξιοδοτικό και φορολογικό σύστημα».

Σε αυτό το περιβάλλον σήμερα έρχεται στην ολομέλεια της Βουλής το Ασφαλιστικό. Στόχος της κυβέρνησης είναι το νομοσχέδιο να ψηφιστεί χωρίς απώλειες το βράδυ της Κυριακής, ώστε ο Ευκλείδης Τσακαλώτος να βρεθεί ενισχυμένος στο Eurogroup της Δευτέρας. Πάντως, ο κ. Τσίπρας στην ομιλία του στην κοινοβουλευτική ομάδα του ΣΥΡΙΖΑ την Παρασκευή απέφυγε να αναφερθεί εκτενώς στη διαπραγμάτευση τονίζοντας, εντούτοις, την αισιοδοξία του για γρήγορη ολοκλήρωση της αξιολόγησης. Επίσης ο πρωθυπουργός δεν επιτέθηκε στο ΔΝΤ όπως είχε συνηθίσει να κάνει σε προηγούμενες παρεμβάσεις του.

Διαβάστε ολόκληρη την επιστολή της Λαγκάρντ στα αγγλικά:

Dear minister:

Program discussions between Greece and the institutions have made progress in recent weeks, but significant gaps remain to be bridged before an agreement can be reached that would include the IMF under one of our program facilities. I think it is time for me to clarify our position, and to explain the reasons why we believe that specific measures, debt restructuring, and financing must now be discussed simultaneously.

In particular, a clarification is needed to clear unfounded allegations that the IMF is being inflexible, calling for unnecessary new fiscal measures and – as a result – causing a delay in the negotiations and the disbursement of urgently needed funds.

First, together with the other institutions we have negotiated in good faith with our Greek partners on a package of fiscal measures yielding 2.5 per cent of GDP – close to being agreed – that will in our view be sufficient to reach a primary surplus of 1.5 per cent of GDP by 2018. Our assessment is based on realistic assumptions informed by Greece’s track record, the international environment, and the latest data released by Eurostat.

Second, this target falls short of what Greece promised its European partners in July last year – namely that it would achieve a primary surplus of 3.5 per cent of GDP in 2018. If the Eurogroup decided to hold Greece to this target, we could support an additional effort to temporarily reach this level, although it is higher than what we consider economically and socially sustainable in the long-run (see below).

However, let there be no doubt that meeting this higher target would not only be very difficult to reach, but possibly counterproductive. Greece’s fiscal adjustment has in the past fallen short of what was needed because of the lack of structural reforms underlying the adjustment effort. We do not believe that it will be possible to reach a 3.5 per cent of GDP primary surplus by relying on hiking already high taxes levied on a narrow base, cutting excessively discretionary spending, and counting on one-off measures as has been proposed in recent weeks. The additional adjustment effort of 2 per cent of GDP would only be credible based on long overdue public sector reforms, notably of the pension and tax system.

Unfortunately, the contingency mechanism that Greece is proposing does not include such reforms. Instead, the authorities have offered to make short-term across-the-board cuts in discretionary spending – which has already been compressed to the point where the provision of public service is severely compromised – or transitory cuts in pension and wages not supported by fundamental parametric reforms. Based on past performance, such ad-hoc measures are not very credible, but they are also undesirable as they add to uncertainty and fail to resolve the underlying imbalances. I should also add that Greece has legislated a dozen contingency-type mechanisms in the past that have largely not worked.

Third, going forward, we do not expect Greece to be able to sustain a primary surplus of 3.5 per cent of GDP for decades to come. Only a few European countries have managed to do so, carried by a strong social consensus that is not in evidence in Athens. It would be unrealistic to expect future governments to resist pressure to relax fiscal policy over political cycles stretching far into the future. The recent experience – when first a center-right and then a center-left government quickly succumbed to easing pressures once a small primary surplus was achieved – should inform us against making such exceptional assumptions in the case of Greece. In our view, maintaining a primary surplus of 1.5 per cent of GDP over the foreseeable future may be achievable in the context of a successful program and strong European budget surveillance for many years to come thereafter.

I understand the urgency of the situation in the case of Greece and Europe as a whole, and our common objective is to quickly agree on a way forward. This requires compromises from all sides, and we have contributed our part by focusing conditionality on what we see as the absolute minimum, leaving important structural reforms to a later stage. However, for us to support Greece with a new IMF arrangement, it is essential that the financing and debt relief from Greece’s European partners are based on fiscal targets that are realistic because they are supported by credible measures to reach them. We insist on such assurances in all our programs, and we cannot deviate from this basic principle in the case of Greece. The IMF must apply the same standard to Greece as to other members of our institution.