ΑΠΟΨΕΙΣ

Ιταλικές εκλογές: Αβεβαιότητα, άνοδος της ακροδεξιάς, και μια μικρή ελπίδα

Ιταλικές εκλογές: Αβεβαιότητα, άνοδος της ακροδεξιάς, και μια μικρή ελπίδα
REUTERS/Stefano Rellandini

Το αποτέλεσμα των εκλογών στην Ιταλία δείχνει μια ξεκάθαρη μετατόπιση του εκλογικού σώματος προς τα δεξιά, και μια κόπωση προς το δημοκρατικό κόμμα, το οποίο χάνει σημαντικό μέρος του εκλογικού σώματος που μετακινείται προς το Κίνημα των Πέντε Αστέρων. Το ζήτημα της μετανάστευσης είχε πρωτεύοντα ρόλο στην προεκλογική εκστρατεία, με τα πολύ μεγάλα και κρίσιμα οικονομικά ζητήματα να παραμένουν χαμηλά στην ατζέντα.

Η αριστερά δεν κατάφερε για ακόμη μια φορά να συσπειρώσει το απογοητευμένο εκλογικό σώμα και να κεφαλαιοποιήσει το αποτέλεσμα του δημοψηφίσματος του 2016, παραμένοντας εγκλωβισμένη σε εσωτερικούς πολιτικούς συσχετισμούς και μικροκομματικά παιχνίδια, με μια θολή βολονταριστική ατζέντα χωρίς ισχυρό όραμα και πειστικές εναλλακτικές.

Η πτωτική τάση του δημοκρατικού κόμματος του Ρέντζι επαληθεύτηκε (σσ. το 2008 είχε λάβει 33.1%, το 2013, 25% και φέτος βρίσκεται κάτω από το 20%), ακολουθώντας την πορεία άλλων συγγενών ιδεολογικά πολιτικών κομμάτων, όπως του ΠΑΣΟΚ στην Ελλάδα, του σοσιαλιστικού κόμματος στη Γαλλία και του σοσιαλδημοκρατικού κόμματος στη Γερμανία. Κοινό στοιχείο όλων των παραπάνω κομμάτων της σοσιαλδημοκρατίας η εφαρμογή συντηρητικών πολιτικών οικονομικής λιτότητας, η «παραίτηση» από τις προοδευτικές πολιτικές και το κοινωνικό κράτος, η έλλειψη αυτοκριτικής και ο δισταγμός για την «αριστερή στροφή» που θα δημιουργούσε ένα διακριτό ιδεολογικό και πολιτικό στίγμα, όπως συμβαίνει με το αντίστοιχο σοσιαλιστικό κόμμα στην Πορτογαλία και το εργατικό κόμμα, επί ηγεσίας Κόρμπιν, στη Μεγάλη Βρετανία.

Πίνακας 1: Σταθερά πτωτική τάση δημοκρατικού κόμματος από το 2014 και μετά

2

Η εκλογική επίδοση του Κινήματος των Πέντε Αστέρων είναι αξιοσημείωτη, και το καθιστά μεγάλο νικητή των εκλογών, ενώ την ίδια στιγμή η εθνικιστική Λέγκα του Βορρά, από το 4.1% που συγκέντρωσε το 2013, «σκαρφάλωσε» σε ποσοστά άνω του17%. Μαζί με το Fratelli d’Italia, τον έτερο εθνικιστικό σχηματισμό, που συγκεντρώνει ποσοστό λίγο πάνω από 4%, η ακροδεξιά καθίσταται δεύτερη πολιτική δύναμη στην Ιταλία.

Η ψήφος υποστήριξης στο Κίνημα Πέντε Αστέρων και τη Λέγκα του Βορρά, μολονότι έχει διαφορετικά ποιοτικά χαρακτηριστικά, συγκλίνει στο γεγονός ότι αμφότερα τα ακροατήρια συγκεντρώνουν τα υψηλότερα ποσοστά απογοήτευσης απέναντι στο πολιτικό σύστημα και τις οικονομικές συνθήκες, διαμορφώνοντας μια αντι-συστημική ψήφο που κινείται κριτικά προς τα κόμματα που κυβέρνησαν τη χώρα τα προηγούμενα χρόνια.

Πίνακας 2: Ποσοστό απογοήτευσης από το πολιτικό σύστημα

1

Ενδιαφέρον επίσης στοιχείο αποτελεί και το ποσοστό συμμετοχής σε σχέση με το ετήσιο κατά κεφαλή εισόδημα, όπου όσο υψηλότερο είναι το εισόδημα, τόσο χαμηλότερο είναι το ποσοστό συμμετοχής, με τη διάκριση βορρά-νότου να γίνεται ακόμη πιο έντονη.

Πίνακας 3: Ποσοστό συμμετοχής σε σχέση με εισόδημα

4

Επίσης, αντιστρόφως ανάλογη είναι και η σχέση του ποσοστού συμμετοχής στις εκλογές σε σχέση με το αντίστοιχο ποσοστό στο δημοψήφισμα του 2016, όπως επίσης και το ποσοστό συμμετοχής σε σχέση με το ποσοστό ανεργίας.

Πίνακας 4: Ποσοστό συμμετοχής σε εκλογές και ποσοστό συμμετοχής σε δημοψήφισμα

5

Πίνακας 5: Ποσοστό συμμετοχής σε εκλογές και ποσοστό ανεργίας

6

Έτσι όπως διαμορφώνεται το πολιτικό σκηνικό μετά τις εκλογές, και χωρίς να γνωρίζουμε το σχηματισμό της επόμενης κυβέρνησης, τα δύο αυτά κόμματα, το Κίνημα των Πέντε Αστέρων και η Λέγκα του Βορρά, ξεκινώντας από διαφορετική αφετηρία, τείνουν να διαμορφώσουν τις συνθήκες για μια νέα ιδιάζουσα βάση αξιολόγησης πτυχών του λαϊκισμού, όπου τα διακριτά ιδεολογικά και πολιτικά χαρακτηριστικά δεν θα αποτελούν ισχυρό στοιχείο ερμηνείας της συμπεριφοράς του εκλογικού σώματος, αλλά θα υπεισέρχονται άλλα ποιοτικά στοιχεία, όπως η κόπωση απέναντι στις μέχρι τώρα ασκούμενες πολιτικές και η αντίδραση στο «σύστημα», ακόμα και εάν αυτή η αντίδραση εκφράζεται από μια ψευδεπίγραφη και παραπλανητική, αλλά κυρίως έντονα εθνικιστική και ξενοφοβική, ρητορική. Το έχουμε δει ήδη στη Γαλλία στις πρόσφατες προεδρικές εκλογές, και βέβαια στις ΗΠΑ στην προεκλογική εκστρατεία του Τραμπ.

Ένα σημαντικό στοιχείο επίσης είναι πως με βάση τους νέους συσχετισμούς δύναμης, καθίσταται πολύ δύσκολο το εγχείρημα προώθησης θεσμικών μεταρρυθμίσεων στην ΕΕ και την Ευρωζώνη, με τα οικονομικά και τραπεζικά προβλήματα της Ιταλίας να βρίσκονται με μεγαλύτερη ένταση στο επίκεντρο της ευρωπαϊκής πολιτικής το επόμενο διάστημα και να επιβραδύνουν τυχόν εξελίξεις. Ο σχηματισμός κυβέρνησης ενδεχομένως να ξεκαθαρίσει το τοπίο για το που και πως θα κινηθεί η Ιταλία το επόμενο διάστημα, ενώ σε περίπτωση επαναληπτικών η αστάθεια θα ενισχυθεί ακόμα παραπάνω. Η Ιταλία δεν είναι Γερμανία, και δεν θα άντεχε μειοψηφικές κυβερνήσεις, με το ενδεχόμενο μεταβατικής/τεχνοκρατικής κυβέρνησης να είναι ορατό.

Το δημοκρατικό κόμμα, παρά τις απώλειές του, μπορεί να καθορίσει τις εξελίξεις. Μια συμμαχία με τον Μπερλουσκόνι και τη Λέγκα του Βορρά θα ήταν καταστροφική για το κεντροαριστερό χώρο, και σίγουρα δεν θα μακροημέρευε. Μια συμμαχία με το Κίνημα των Πέντε Αστέρων και το αριστερό σχήμα των «Ελεύθερων και Ίσων» ίσως φαντάζει ορθή επιλογή, και μένει να φανεί εάν και εφόσον θα μπορούσε να προχωρήσει. Μια τέτοια εξέλιξη, με τις μεγάλες δυσκολίες που κρύβει, θα μπορούσε να δημιουργήσει «ανάχωμα» στη δεξιά/εθνικιστική πλειοψηφία σε Βουλή και Γερουσία.

*Ο Δημήτρης Ραπίδης είναι πολιτικός αναλυτής και επικοινωνιολόγος.