Πάρνηθα: Το καμένο δάσος προσπαθεί να κλείσει τις πληγές του
Ο απολογισμός της καταστροφικής πυρκαγιάς
Στις 3 Αυγούστου 2021, το μεσημέρι και ενώ η χώρα βίωνε ένα πρωτοφανή καύσωνα με θερμοκρασίες που ξεπερνούσαν τους 40 βαθμούς Κελσίου, μια μικρή εστία φωτιάς γίνεται αντιληπτή δυτικά της Βαρυμπόμπης.
Ο επίγειος μηχανισμός κινητοποιείται άμεσα προκειμένου να τη θέσει υπό έλεγχο. Για την περιοχή και τους κατοίκους της δεν ήταν κάτι καινούργιο. Κι άλλες φορές στο παρελθόν υπήρξαν εστίες φωτιάς στην περιοχή ή ευρύτερα και ελέγχθηκαν γρήγορα. Αν εξαιρέσει κανείς τις μεγάλες φωτιές του 2007 και το 2008, στα επόμενα χρόνια η επιτήρηση της περιοχής έγινε με αποτελεσματικό τρόπο - με εξαίρεση το 2013. Τότε, είχε ξεσπάσει πυρκαγιά σε πευκόφυτη περιοχή στην περιοχή Κιθάρες και είχε πάρει γρήγορα διαστάσεις λόγω του ανάγλυφου της περιοχής και του δυνατού αέρα. Ο απολογισμός ήταν χιλιάδες καμένα στρέμματα και ζημιές σε τουλάχιστον 10 σπίτια.
Αυτή τη φορά όμως τα πράγματα δεν εξελίχθηκαν όπως θα έπρεπε. Σύμφωνα με τον κ. Γιώργο Καρέτσο, δασολόγο - ερευνητή στο Ινστιτούτο Μεσογειακών και Δασικών Οικοσυστημάτων του ΕΛΓΟ Δήμητρα και πρόεδρο του Φορέα Διαχείρισης Εθνικού Δρυμού Πάρνηθας, εκεί φαίνεται αφενός το μεγάλο έλλειμμα της χώρας στη διαχείριση των δασών και αφετέρου στην κατάργηση της δασοπυρόσβεσης και της μεταφοράς της από τα δασαρχεία στην πυροσβεστική υπηρεσία.
Την ίδια στιγμή, φάνηκε και το έλλειμμα σε επίπεδο συντονισμού της Πυροσβεστικής Υπηρεσίας, αλλά και η αδυναμία να κατασβηστούν οι πυρκαγιές με τα εναέρια μέσα. Ως ύστατη λύση, η χώρα αναζήτησε πυροσβεστικά αεροσκάφη από το εξωτερικό, ενώ στρατιωτικά ελικόπτερα είχαν προβλήματα με τη συντήρησή τους και υπήρξε πρόβλημα με τη διαθεσιμότητά τους. Το γεγονός οδήγησε στην παραίτηση του διοικητή της αεροπορίας στρατού κ. Γιώργου Κουμεντάκου –η οποία πάντως δεν έγινε δεκτή από το ΓΕΕΘΑ.
Οι καμένες εκτάσεις και οι ανυπολόγιστες ζημιές
Το αποτέλεσμα, το «ζήσαμε». Η φωτιά αρχικά κατευθύνεται προς τη Βαρυμπόμπη, τη διαπερνά και δυτικά ανεβαίνει στην Πάρνηθα και φτάνει μέχρι τα όρια των Θρακομακεδόνων. Νότια αγγίζει το αεροδρόμιο Τατοΐου και φτάνει σχεδόν μέχρι την Εθνική Οδό στη γέφυρα Βαρυμπόμπης. Βορειότερα, κατακαίει το βορειοανατολικό κομμάτι της Πάρνηθας, φτάνει μέχρι την Ιπποκράτειο Πολιτεία, κάνοντας στάχτη ένα κομμάτι της και μετά συνεχίζει σχεδόν μέχρι το ύψος της Μαλακάσας. Δυτικά, περνά την εθνική οδό και τις Αφίδνες, από τη βόρεια πλευρά του Αγίου Στεφάνου και φτάνει μέχρι τη λίμνη του Μαραθώνα. Μέσα σε αυτή την ανεξέλεγκτη διαδρομή της, η φωτιά, χωρίς ισχυρούς ανέμους αλλά με υψηλές θερμοκρασίες και χαμηλή υγρασία, θα κάψει περισσότερα από 85.000 στρέμματα.
Οι λεπτομέρειες για το πώς εξελίχθηκε η φωτιά στη Βόρεια Αττική είναι ήδη γνωστές και επιπλέον οι εισαγγελικές αρχές, από τις 10 Αυγούστου, ξεκίνησαν έρευνα για την αναζήτηση ευθυνών - όχι μόνο από πράξεις δόλου αλλά και τυχόν πράξεις ή παραλείψεις προσώπων που είχαν την υποχρέωση είτε να αποτρέψουν είτε να καταστείλουν έγκαιρα και αποτελεσματικά τα πύρινα μέτωπα.
«Κατά τη γνώμη μου ήταν πολύ μεγάλο σφάλμα τότε που η δασοπυρόσβεση μεταφέρθηκε ως υπηρεσία την πυροσβεστική. Ουσιαστικά εκείνη την εποχή ‘ξεδοντιάστηκε’ η δασική υπηρεσία και δεν είχε πια τις υποδομές για να προστατεύσει αυτές τις περιοχές», επισημαίνει στο Data Project του CNN Greece ο κ. Καρέτσος, που διαθέτει βαθιά γνώση σχετικά με την πολιτική διαχείρισης των δασών – ή την απουσία της.
Διαβάστε εδώ την αποκαλυπτική συνέντευξη του κ. Καρέτσου στο Data Project του CNN Greece
Τα ερωτήματα που τίθενται σήμερα, είναι τι γίνεται από εδώ και πέρα τόσο με το δάσος, όσο και με τα έργα που πρέπει να γίνουν για να αποφευχθούν πλημμυρικά φαινόμενα και διαβρώσεις του εδάφους. Επίσης, αν και κατά πόσο είναι δυνατό να αποφευχθεί στο μέλλον μια παρόμοια τραγωδία και -σε τελική ανάλυση- τι κάνουμε με τα δάση μας. Επιπλέον, τρεις μήνες μετά τη φωτιά, πού βρίσκονται οι εργασίες για τον αποκατάσταση ζημιών και την ασφάλεια των πολιτών στην περιοχή;
Μαρτυρία: «Πολύ γρήγορα η μία εστία έγιναν δύο και μετά τρεις, με πρωτοφανή ένταση»
Η μία εστία της φωτιάς στη Βαρυμπόμπη εκείνη τη ζεστή ημέρα του Αυγούστου έγιναν πολύ γρήγορα δύο και μετά τρεις και την έντασή τους δεν την είχαμε ξαναδεί, δηλώνει στο Data Project του CNN Greece ο κ. Αλέκος Χασιώτης, κάτοικος στον οικισμό Φλόγα της Βαρυμπόμπης. Ο κύριος Χασιώτης ήταν παρών εκείνη την ημέρα και περιγράφει με ένταση εκείνες τις δραματικές στιγμές:
«Είδαμε μια εστία και πολύ γρήγορα η μία έγινε δύο και μετά τρεις. Είχαμε κι άλλες φορές στο παρελθόν ζήσει φωτιές στην περιοχή αλλά όχι σε τέτοια ένταση. Περιμέναμε να δούμε τι θα γίνει και από ένα σημείο και μετά ήρθαν αυτοκίνητα της Αστυνομίας και της Πυροσβεστικής και καλούσαν τον κόσμο να φύγει από την περιοχή. Σε κάποιες περιπτώσεις η αστυνομία μπήκε ακόμη και μέσα στα σπίτια για να δει αν υπάρχουν ηλικιωμένοι ή ανήμποροι και όντως σε δύο περιπτώσεις βοήθησε ανθρώπους να απομακρυνθούν. Αλλιώς θα είχαμε και νεκρούς».
Ο κ. Χασιώτης είχε δυο σπίτια, το ένα δίπλα στο άλλο. Το ένα εκ των δύο κάηκε ολοσχερώς ενώ η φωτιά σταμάτησε ακριβώς δίπλα στο σπίτι που διαμένει, το οποίο έπαθε μικρές ζημιές. Η βλάστηση στον κήπο του κάηκε εντελώς.
Ο γιος του, Γιάννης Χασιώτης, μας περιγράφει πώς κατάφερε να έρθει να πάρει τους γονείς του με το αυτοκίνητο λίγο πριν φτάσει η φωτιά στο σπίτι του και αμέσως να απομακρυνθούν όλοι μαζί προς τους Θρακομακεδόνες. Ωστόσο, όπως μας είπε, επειδή η Φλόγα είναι ένας οικισμός ουσιαστικά εγκαταλειμμένος από την πολιτεία και χωρίς δρόμους, κάποιος που δεν γνωρίζει, θα μπορούσε εύκολα να εγκλωβιστεί. Ο δρόμος που οδηγεί στην κεντρική αρτηρία που ενώνει τη Βαρυμπόμπη με τους Θρακομακεδόνες είναι ένας χωματόδρομος, που μόνο ντόπιοι γνωρίζουν.
Η Φλόγα ήταν μια περιοχή πραγματικά περικυκλωμένη από το δάσος και γι’ αυτό έπαθε και μεγάλη ζημιά. Τα περισσότερα καμένα σπίτια στη Βαρυμπόμπη βρίσκονταν εκεί. Ο κ. Αλέκος Χασιώτης διετέλεσε στο παρελθόν και πρόεδρος του Συλλόγου Κατοίκων Φλόγας και είχε τρέξει το θέμα του χαρακτηρισμού της περιοχής ως αγροτικής, σε ένα ποσοστό περίπου 70%. «Τώρα μετά τη φωτιά περιμένουμε να δούμε ξανά τους δασικούς χάρτες. Αλλά η πολιτεία μας έχει ξεχάσει εδώ. Όπως θα δείτε ούτε δρόμους δεν έχουμε», δηλώνει και προσθέτει: «Τώρα μετά την καταστροφή, είναι ευκαιρία, η πολιτεία να δει ξανά τον οικισμό μας και να γίνουν όσα δεν έγιναν τόσα χρόνια».
«Στο διάστημα πριν τη φωτιά ο δήμος και η περιφέρεια είχαν κάνει μια μεγάλη δουλειά για τον καθαρισμό της πόλης και των οικισμών περιμετρικά. Είχαμε ξεκινήσει από το τελεφερίκ και είχαμε φτάσει μέχρι το κτήμα Τατοΐου τις αποψιλώσεις, γιατί για πρώτη φορά καταφέραμε να οργανωθούμε σωστά»
λέει στο Data Project του CNN Greece ο κ. Μιχάλης Βρεττός, αντιδήμαρχος Οικονομικών, πολιτικού σχεδιασμού και Δημοτικής Αστυνομίας του Δήμου Αχαρνών.
«Οι δρόμοι ήταν καθαροί σε βάθος τριών μέτρων δεξιά και αριστερά και αφού κάναμε εμείς αυτή τη δουλειά μετά ήρθε και η Περιφέρεια και έκανε δεύτερη αποψίλωση. Μετά ήρθε η ΔΕΔΗΕ και επίσης έκανε αποψίλωση. Μετά ήρθαν από την Πολιτική Προστασία. Με λίγα λόγια, πέρασαν πάρα πολλά συνεργεία και τα κομμάτια τα οποία ήταν περιμετρικά των αστικών ιστών ήταν για πρώτη φορά τόσο καθαρά. Όσα σπίτια ήταν καλά καθαρισμένα περιμετρικά δεν κάηκαν. Άλλα ήταν ακαθάριστα. Εκεί δεν μπορείς να παρέμβεις όμως»,
τονίζει ο αντιδήμαρχος τοπικής κοινότητας Θρακομακεδόνων κ. Δημήτρης Κωφός.
«Φάνηκε από τα αποτελέσματα κατά τη διάρκεια της πυρκαγιάς ότι υπήρχε ελλιπής συντονισμός. Παρακολουθούσαμε τις απέλπιδες προσπάθειες του δημάρχου και του περιφερειάρχη να συντονίσουν την κατάσταση. Αλλά πώς είναι δυνατόν πολιτικά πρόσωπα να συντονίσουν τους υπαλλήλους της Πολιτικής Προστασίας; Εμείς θα μπορούσαμε μόνο να δώσουμε την πολιτική κατεύθυνση, όχι να λέμε πότε θα φύγει υδροφόρα και πού να πάει. Αν δεν είχαμε καθαρίσει, η ζημιά μπορεί να ήταν πολύ μεγαλύτερη»
συμπληρώνει ο κ. Βρεττός.
Το γεγονός ότι είχαν γίνει αποψιλώσεις και καθαρισμοί επιβεβαιώνει και ο κ. Γιώργος Φρούσιος, δασοπόνος και εκτελών χρέη δασάρχη στην Πάρνηθα κατά τη χρονική στιγμή του ρεπορτάζ:
«Μας λένε ότι δεν καθαρίζουμε τα δάση. Καθαρίζουμε κοντά στους δρόμους βέβαια, όχι μέσα. Το Τατόι ήταν καθαρισμένο αλλά η φωτιά έγινε επικόρυφη. Σε αυτή την περίπτωση η επέκτασή της δεν έχει να κάνει με το έδαφος. Ακούμε πάρα πολλά, αλλά ο κόσμος δεν ξέρει»
μας λέει ο κ. Φρούσιος.
Χωρίς διαχειριστικό σχέδιο τα δάση μας
Ο πρόεδρος του Φορέα Διαχείρισης Πάρνηθας κ. Γιώργος Καρέτσος, μιλώντας στο Data Project του CNN Greece, θεωρεί ότι η φωτιά τόσο στην Πάρνηθα όσο για γενικότερα οι φωτιές στην υπόλοιπη Ελλάδα είναι δύσκολο να ελεγχθούν για μια σειρά από παράγοντες. Κατά τον κ. Καρέτσο, οι δύο βασικοί λόγοι είναι η απόσπαση της δασοπυρόσβεσης από την αρμοδιότητα των δασαρχείων και η συνακόλουθη μείωση της εποπτείας και διαχείρισής τους από αυτά, σε συνδυασμό με το γεγονός ότι τα δάση έχουν πάψει πια να αποτελούν πεδίο οικονομικής δραστηριότητας.
Η υλοτομία, η κτηνοτροφία, η ριτινοπαραγωγή, έχουν μειωθεί πάρα πολύ σε σχέση με το παρελθόν και έτσι η προστασία των δασών, οι αποψιλώσεις, η συσσώρευση μεγάλου όγκου βιομάζας όπως λέει χαρακτηριστικά, δίνουν τη δυνατότητα στη φωτιά να επεκτείνεται πολύ γρήγορα. Με λίγα λόγια καθώς η διαχείριση των δασών έχει πλέον ατονήσει, είτε με την ανθρωπογενή δραστηριότητα είτε με τη μειωμένη εποπτεία τους, αυτό που μένει στην πολιτεία είναι απλώς να σβήνει φωτιές. «Δίνουμε τεράστια ποσά στην καταστολή των πυρκαγιών και ελάχιστα στην πρόληψη. Η δασική υπηρεσία ζήτησε φέτος 17 εκατομμύρια ευρώ και πήρε μόλις τα 1,7» τονίζει ο κ. Καρέτσος.
Το σχέδιο για την αναδάσωση και η κατάσταση των ρεμάτων
Το ερώτημα τώρα, είναι πού βρισκόμαστε τρεις μήνες μετά, τι έχει γίνει από πλευράς πολιτείας για τη βελτίωση της εικόνας στην περιοχή και τι πρέπει από εδώ και πέρα να γίνει. Το ηλεκτρικό δίκτυο έχει αποκατασταθεί εδώ και καιρό και αν επισκεφθεί κάποιος την περιοχή θα δει ότι έχει ξεκινήσει ήδη η υλοτόμηση των καμένων κορμών δεξιά και αριστερά από τους δρόμους, για λόγους ασφαλείας. Το υπόλοιπο καμένο δάσος θα μείνει στη θέση του, όπως είναι.
«Η περιοχή αναμένεται να κηρυχθεί αναδασωτέα - ακόμη εκκρεμούν κάποιες αυτοψίες διότι υπάρχουν και αγροτικές εκτάσεις μέσα σε αυτήν οι οποίες θα πρέπει να εξαιρεθούν. Τα δέντρα δεν θα κοπούν άμεσα, διότι θα πρέπει να κρατήσουν τον σπόρο μέχρι αυτός να πέσει στο χώμα για να γίνει φυσική αναδάσωση. Ίσως να περιμένουμε και ένα και δύο χρόνια για αυτό. Επιπλέον, επειδή η ρίζα τους είναι γερή, θα πρέπει να μείνουν για τη συγκράτηση των νερών, ώστε να μην έχουμε διάβρωση των εδαφών» λέει ο κ. Φρούσιος.
Αυτό σημαίνει, από την άλλη, ότι θα καθυστερήσει και η κατασκευή κορμοσειρών στο βουνό για τη συγκράτηση των εδαφών γιατί θα πρέπει πρώτα να κοπούν τα δέντρα. Επιπλέον αυτό είναι κάτι στο οποίο εμπλέκονται αρκετοί φορείς και θα πρέπει να ανατεθούν οι εργολαβίες.
Αναφορικά με τα ρέματα, επειδή αυτό είναι ένα φλέγον θέμα για την περιοχή, ζητήσαμε από τον αντιπεριφερειάρχη Ανατολικής Αττικής κ. Αθανάσιο Αυγερινό να μας δώσει την εικόνα που έχουν τα ρέματα αυτή τη στιγμή. Όπως είπε ο κ. Αυγερινός, η αντιπλημμυρική θωράκιση των πυρόπληκτων περιοχών ξεκίνησε άμεσα μετά της φωτιές, με καθαρισμούς των υδατορεμάτων με έμφαση σε περιοχές υψηλής επικινδυνότητας όπως των δημοτικών ενοτήτων Θρακομακεδόνων και Βαρυμπόμπης του Δήμου Αχαρνών, Αφιδνών του Δήμου Ωρωπού και Κρυονερίου και Σταμάτας του Δήμου Διονύσου. Το συνολικό μήκος των ρεμάτων στην Ανατολική Αττική είναι 350 χιλιόμετρα και είναι τα περισσότερα από κάθε άλλη περιοχή της Αττικής.
Τη χρονική στιγμή που γινόταν αυτό το ρεπορτάζ βρίσκονταν σε εξέλιξη εργασίες καθαρισμού, απομάκρυνση φερτών υλικών, μπαζών και βλάστησης, στις κοίτες των υδατορεμάτων στην τοπική δημοτική ενότητα Κρυονερίου και Σταμάτας του Δήμου Διονύσου (ρέμα κεντρικό Κρυονερίου, Ρέμα Μεγ. Αλεξάνδρου), στις κοίτες υδατορεμάτων σε Θρακομακεδόνες και Βαρυμπόμπη του Δήμου Αχαρνών (ρέμα οδού Σιατίστης, ρέμα Αμάρανθος) και στα ρέματα Αφιδνών, (ρέμα Χάραδρος -το οποίο και ολοκληρώθηκε μετά από ένα μήνα εργασιών, κεντρικό ρέμα Αφιδνών, ρέμα Ιπποκράτειου Πολιτείας).
Την ίδια στιγμή τρέχουν οι εργασίες για δύο ρέματα στον αστικό ιστό των Αχαρνών ενώ βρίσκεται προς ολοκλήρωση η μελέτη αντιπλημμυρικής προστασίας της ευρύτερης περιοχή τους Παλαιού οικισμού Αχαρνών και κατασκευή δεξαμενών ανάσχεσης. Παράλληλα, η Περιφέρεια, όπως αναφέρει ο κ. Αυγερινός, τρέχει μια σειρά από παρεμβάσεις στην περιοχή σε συνεργασία με άλλους φορείς που αφορούν μεταξύ άλλων την αποτίμηση των επιπτώσεων της πυρκαγιάς στο δομημένο περιβάλλον και στις υποδομές, την περιβαλλοντική χαρτογράφηση των περιοχών που επλήγησαν, την αποτίμηση των επιπτώσεων στο φυσικό περιβάλλον και ειδικότερα στο ατμοσφαιρικό περιβάλλον, τη διερεύνηση του πλημμυρικού κινδύνου και την παρακολούθηση των υπόγειων υδροφόρων οριζόντων για μία διετία τουλάχιστον.
Πληγείσες επιχειρήσεις και δικαιούχοι αποζημίωσης
Εκτός από τη φυσική καταστροφή, τα καμένα σπίτια και τις ζημιές στις υποδομές, η καταστροφική φωτιά στην Πάρνηθα προκάλεσε εκτεταμένες ζημιές και σε επιχειρήσεις. Η Περιφέρεια συνέστησε επιτροπές για την καταγραφή των ζημιών σε επιχειρήσεις. Μέχρι σήμερα έχουν γίνει 125 αυτοψίες εκ των οποίων 30 αυτοψίες σε ασφαλισμένες στον ΕΛΓΑ πυρόπληκτες κτηνοτροφικές και αγροτικές εκμεταλλεύσεις. Παραμένουν σε εκκρεμότητα περίπου 400 αιτήσεις ανασφάλιστων αγροτών, για τις οποίες αναμένονται οδηγίες από το αρμόδιο Υπουργείο σχετικά με τον τρόπο διαχείρισής τους, καθώς σύμφωνα με το σχετικό νόμο, δικαιούχοι θεωρούνται οι κάτοχοι αγροτικών εκμεταλλεύσεων που έχουν υποβάλει δήλωση ενιαίας ενίσχυσης έτους 2021 στο Ολοκληρωμένο Σύστημα Διαχείρισης Ελέγχου (ΟΣΔΕ) και παράλληλα έχουν εκπληρώσει την υποχρέωση καταβολής της ειδικής ασφαλιστικής εισφοράς στον Οργανισμό Ελληνικών Γεωργικών Ασφαλίσεων (ΕΛΓΑ).
Όπως αναφέρει ο κ. Αυγερινός, οι επιχειρήσεις που επλήγησαν είναι κυρίως επισιτιστικές και μαζικής εστίασης, εταιρίες διοργάνωσης εκδηλώσεων, καταστήματα υγειονομικού ενδιαφέροντος (κρεοπωλεία, ψητοπωλεία, αρτοποιεία, ζαχαροπλαστεία, κλπ), κατασκευαστικές επιχειρήσεις, εταιρείες εμπορίας αυτοκινήτων, μεταφορικές και χώροι αθλητικών εκδηλώσεων.
Αντί επιλόγου...
Η καταστροφή της Πάρνηθας, για μια ακόμη φορά, αποδεικνύει ότι η πολιτεία δεν μπορεί να αντιμετωπίσει μια μεγάλη πυρκαγιά, ακόμη και αν πρόκειται για τον βασικότερο πνεύμονα πρασίνου της πρωτεύουσας. Οι αιτίες δεν είναι μόνο επιχειρησιακής φύσης και δεν σχετίζονται με την οργάνωση ή αποδιοργάνωση των δασαρχείων και την μεταφορά της ευθύνης της δασοπυρόσβεσης στην πυροσβεστική, κάτι που ειπώθηκε πολλές φορές το τελευταίο διάστημα. Το πρόβλημα ξεκινά από την εγκατάλειψη του δάσους ως πεδίου οικονομικής δραστηριότητας που με τη σειρά του σημαίνει λιγότερη ανθρώπινη παρουσία και κατ’ επέκταση προστασία και διαχείρισή του.
Τα δάση στην Ελλάδα, πλην εξαιρέσεων, επιτελούν πλέον μόνο τον οικοσυστημικό τους ρόλο, όπως σημειώνει ο κ. Γεώργιος Καρέτσος, δασολόγος - ερευνητής στο Ινστιτούτο Μεσογειακών και Δασικών Οικοσυστημάτων του ΕΛΓΟ Δήμητρα και ο πρόεδρος του Φορέα Διαχείρισης Εθνικού Δρυμού Πάρνηθας. Έτσι, στο μέλλον, αν δεν επενδύσουμε στην πρόληψη, θα γίνεται ολοένα και δυσκολότερο να αντιμετωπίζουμε αποτελεσματικά τις πυρκαγιές.
Παραγωγή: Data Project – DPG Digital Media
Premium Content Manager | Σοφία Μαυραντζά · Ρεπορτάζ | Κώστας Πλιάκος ·
Κάμερα, Φωτογραφίες | Λευτέρης Παρτσάλης · Senior Product Manager | Δέσποινα Γαβριήλ · Infographics | Ζωή Κατσιγιάννη · Development | Γιάννης Μαρκοστάμος · Design | Kωνσταντίνα Ιωάννου